Στην Τουρκία συνεχίζονται οι εξεγέρσεις, ο Ερντογάν κάνει επίδειξη πυγμής και όλος ο κόσμος περιμένει να δει την κατάληξη αυτής της αντιπαράθεσης. Για το τί συμβαίνει, πώς προέκυψε και που μπορεί να οδηγήσει όλη αυτή η κατάσταση, νομίζω δεν υπάρχει κάποιος αρμοδιότερος να μας τα εξηγήσει από τον κ.Στ.Λυγερό, που συγκυρία έφερε να συμβαίνουν όλα αυτά, λίγες μόνο βδομάδες μετά την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου "Μετά τον Ερντογάν τί" (σε συνεργασία με τον Κ.Μελά), το οποίο έτσι έχει καταστεί άκρως επίκαιρο.
Με ξεχωριστό λοιπόν ενδιαφέρον διαβάζουμε το άρθρο του στα ΕΠΙΚΑΙΡΑ αυτής της εβδομάδας, που αναφέρεται σε αυτά που συμβαίνουν αυτές τις μέρες στην Τουρκία.
Με ξεχωριστό λοιπόν ενδιαφέρον διαβάζουμε το άρθρο του στα ΕΠΙΚΑΙΡΑ αυτής της εβδομάδας, που αναφέρεται σε αυτά που συμβαίνουν αυτές τις μέρες στην Τουρκία.
Οι «ΛΕΥΚΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ» εναντίον της «βαθιάς Τουρκίας»
Η εξέγερση που σαρώνει
την Τουρκία μόνο κεραυνός εν αιθρία δεν ήταν. Μπορεί ο Ερντογάν να εμφανιζόταν
κυρίαρχος και αναμφισβήτητος, αλλά η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Δεν
πρόκειται για εκ των υστέρων διαπίστωση. Στο πρόσφατο βιβλίο μου (με τη
συνεργασία του Κ. Μελά) Μετά τον
Ερντογάν τι;
αναφέρεται στη σελ. 102: «Εάν το 2011 ήταν η κορύφωση της πολιτικής ηγεμονίας
των νεοοθωμανών, το 2012 φαίνεται να είναι το έτος κατά τη διάρκεια του οποίου
άρχισε η αμφισβήτηση αυτής της πολιτικής ηγεμονίας».
Αναμφίβολα, τα τελευταία
δέκα χρόνια στην Τουρκία έχει συντελεστεί μια μεταπολίτευση. Πατώντας στις
τρεις διαδοχικές εκλογικές νίκες του, ο Ερντογάν σταδιακά αλλά αποφασιστικά
αποδυνάμωσε την ισχύ του Γενικού Επιτελείου. Σήμερα, το τουρκικό κράτος δεν
είναι υπό τον έλεγχο των κεμαλιστών, όπως συνέβαινε μέχρι το 2002. Οι
νεοοθωμανοί έχουν καταφέρει να ελέγξουν σε μεγάλο βαθμό κρίσιμους μηχανισμούς,
όπως η αστυνομία, η μυστική υπηρεσία ΜΙΤ και το δικαστικό σώμα. Ακόμα και
στις Ένοπλες Δυνάμεις έχουν βάλει το πόδι τους.
Στην πραγματικότητα, οι
νεοοθωμανοί οικοδομούν το δικό τους καθεστώς και αρχίζουν να προωθούν τη δική
τους ήπια ισλαμική ατζέντα. Παραλλήλως η αίσθηση παντοδυναμίας παρόξυνε τον
αυταρχισμό και την αλαζονεία του Ερντογάν. Το αποτέλεσμα ήταν να προκληθεί μια
αντίδραση που, λόγω και της υπέρμετρης αστυνομικής καταστολής των αρχικών
διαδηλώσεων, μετεξελίχθηκε σε εξεγερσιακό κύμα. Με άλλα λόγια, τα γεγονότα
διέλυσαν την εντύπωση διεθνώς ότι η νεοοθωμανική κυβέρνηση είναι αναμφισβήτητη.
Στην εξέγερση
πρωτοστάτησαν νέοι που προέρχονται από τα δυτικότροπα αστικά στρώματα που είχαν
υποστηρίξει τον Ερντογάν στον εσωτερικό ακήρυχτο πόλεμο εναντίον του κεμαλικού
κατεστημένου. Τα στρώματα αυτά τον είχαν υποστηρίξει όχι επειδή συμφωνούσαν
ιδεολογικά μαζί του, αλλά επειδή τον θεωρούσαν παράγοντα αποδυνάμωσης της
στρατογραφειοκρατίας και του ασφυκτικού ελέγχου που αυτή ασκούσε στην πολιτική
ζωή.
Τώρα πια, όμως, «που η
στρατογραφειοκρατία έχει σε μεγάλο βαθμό ξεδοντιαστεί και το μετακεμαλικό
καθεστώς έχει αποδομηθεί, τα δυτικότροπα αυτά αστικά στρώματα δυσφορούν
απέναντι στην ορατή διά γυμνού οφθαλμού ροπή του Ερντογάν να αναπαράγει τις
πατερναλιστικές κρατικές δομές, να εκδηλώνει τον δικό του ιδιότυπο αυταρχισμό
και να διολισθαίνει σε εκδοχές ισλαμικού συντηρητισμού» (στο ίδιο, σελ. 101-2).
Στην εξέγερση συμμετείχε
και η θρησκευτική μειονότητα των αλεβιτών (περίπου το 25% του πληθυσμού), η
οποία παραδοσιακά είναι προσανατολισμένη προς την κεμαλική Κεντροαριστερά και
την Αριστερά. Οι αλεβίτες παραδοσιακά καταπιέζονταν από τους σουνίτες και, ως
εκ τούτου, θεωρούν παράγοντα προστασίας τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους.
Γι'αυτό και βλέπουν με ανησυχία την εφαρμογή ισλαμικής ατζέντας. Περιττό να
υπογραμμιστεί ότι από τη στιγμή που οι αρχικές διαδηλώσεις άρχισαν να
προσλαμβάνουν μεγάλες διαστάσεις στο παιχνίδι μπήκαν και οι κεμαλιστές.
Αντιθέτως, επιφυλακτική
στάση τηρεί ο οργανωμένος κουρδικός παράγοντας. Δεδομένου ότι δεν τίθεται θέμα
ανατροπής της κυβέρνησης Ερντογάν, το ΡΚΚ θέλει να διαφυλάξει τις εξελισσόμενες
διαπραγματεύσεις για πολιτική λύση του Κουρδικού. Αν και οι Κούρδοι απεύχονται
ενδυνάμωση της κεμαλικής αντιπολίτευσης, θεωρούν χρήσιμη τη σχετική αποδυνάμωση
του Ερντογάν, επειδή εξ αντιδιαστολής ενισχύει τη δική τους διαπραγματευτική
θέση.
Η εξέγερση εναντίον του
Ερντογάν δεν σημαίνει καθόλου ότι είναι ένας απομονωμένος κυβερνήτης. Εάν
γίνονταν τώρα εκλογές, κατά πάσα πιθανότητα θα τις ξανακέρδιζε. Κι αυτό επειδή
οι νεοοθωμανοί συνεχίζουν να εκφράζουν τη «βαθιά Τουρκία», τις λαϊκές τάξεις
που ζουν ή προέρχονται από την Ανατολία.
Στην πραγματικότητα,
συγκρούονται δύο Τουρκίες. Η δυτικότροπη αστική Τουρκία, που είναι μειονότητα,
αρνείται να δεχτεί την ισλαμική ατζέντα του Ερντογάν και αντιστέκεται. Η
εξέγερση, όμως, δεν βαθαίνει το υπαρκτό αυτό ρήγμα, αλλά βγάζει στην επιφάνεια
και άλλα μικρότερα ρήγματα, αποκαλύπτοντας και τροφοδοτώντας τις καταπιεσμένες
επιμέρους εθνοτικές, θρησκευτικές και ιδεολογικοπολιτικές ταυτότητες.
Η πολιτική ρευστότητα που
προκαλεί την εξέγερση επιτείνεται από τη φιλοδοξία του Ερντογάν να εκλεγεί
Πρόεδρος Δημοκρατίας με ενισχυμένες εξουσίες. Το κυβερνών κόμμα, όμως, δεν
διαθέτει την απαιτούμενη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση προκειμένου να
αναθεωρήσει το Σύνταγμα προς την κατεύθυνση της Προεδρικής Δημοκρατίας. Το
γεγονός αυτό υποχρεώνει τον Ερντογάν να αναζητήσει συμμαχίες. Επειδή το κλίμα
στην Εθνοσυνέλευση είναι πολωμένο, προσπαθεί να εξασφαλίσει τις βουλευτικές
ψήφους που του λείπουν από το κουρδικό κόμμα. Οι Κούρδοι, όμως, δεν πρόκειται
να του τις δώσουν εάν δεν εξασφαλίσουν σοβαρά ανταλλάγματα προς την κατεύθυνση
της αυτονομίας.