Όλο και περισσότερο ακούγεται ότι ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος θα είναι οικονομικός, ...και ίσως δεν θα έπρεπε να αναφερόμαστε σε μέλλοντα χρόνο. Για να το συγκεκριμενοποιήσουμε, μήπως πρέπει να πούμε ότι ο πόλεμος στον οποίον αναφερόμαστε είναι νομισματικός και αναφερόμαστε στη διαμάχη επικράτησης ανάμεσα στο δολάριο και το ευρώ;
Το παρακάτω άρθρο του Πάνου Παναγιώτου είναι το πρώτο από μια σειρά άρθρων πάνω σε αυτό το θέμα που σκοπεύω να αναρτήσω.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στα ΕΠΙΚΑΙΡΑ της 22/5/2013
Το παρακάτω άρθρο του Πάνου Παναγιώτου είναι το πρώτο από μια σειρά άρθρων πάνω σε αυτό το θέμα που σκοπεύω να αναρτήσω.
Το 1998, έτος
δημιουργίας του νομίσματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ευρώ, το 69,3%
των διεθνών συναλλαγματικών αποθεματικών βρισκόταν
σε αμερικανικό δολάριο και μόλις το 13,8% στο κύριο ανταγωνιστικό του νόμισμα,
το γερμανικό μάρκο. Το δολάριο ήταν μακράν το βασικότερο μέσο αποθήκευσης
πλούτου και το κατεξοχήν νόμισμα του διεθνούς εμπορίου, των οικονομικών και
χρηματοοικονομικών συναλλαγών και της αγοράς ομολόγων / χρέους.
Ένα χρόνο
αργότερα, το 1999, το νέο ευρωπαϊκό νόμισμα βρέθηκε να συμμετέχει στα διεθνή
συναλλαγματικά αποθεματικά με 17,9%, εξαιτίας της υιοθέτησής του από χώρες όπως
η Γερμανία και η Γαλλία, αλλά τα ποσοστά των διεθνών συναλλαγματικών
αποθεματικών σε δολάριο αυξήθηκαν σε 71 %, αποτυπώνοντας έλλειψη εμπιστοσύνης
στο ευρωπαϊκό νόμισμα σε ό,τι αφορούσε στην προοπτική του να αποτελέσει εναλλακτικό
αποθεματικό νόμισμα του δολαρίου.
Στα
επόμενα χρόνια όμως και ιδιαίτερα μετά το σκάσιμο της φούσκας τεχνολογίας στις
ΗΠΑ, το 2001, και τον πόλεμο των ΗΠΑ στο Ιράκ, το 2003, εγκαθιδρύθηκε μια πρωτοφανής
τάση μείωσης των διεθνών συναλλαγματικών σε δολάριο με ταυτόχρονη στροφή προς
το ευρώ. Η τάση ενισχύθηκε περισσότερο μετά την κρίση στην αμερικανική αγορά
κατοικίας, το 2006, και πήρε διαστάσεις λαίλαπας από το τραπεζικό κραχ που
ακολούθησε. Μέχρι το 2009 τα διεθνή συναλλαγματικά σε ευρώ είχαν αυξηθεί στο
27,6%, καταγράφοντας άνοδο μεγαλύτερη του 50% από το 1999, ενώ αυτά σε δολάριο
είχαν μειωθεί στο 62,1%, ποσοστό που αποτελούσε αρνητικό ρεκόρ. Για πρώτη φορά
από τον πόλεμο του Βιετνάμ, ο οποίος και είχε οδηγήσει στην κατάρρευση του
νομισματικού συστήματος με επίκεντρο τον χρυσό, ο κόσμος είχε χάσει την
εμπιστοσύνη του απέναντι στο δολάριο και διεκδικούσε την αποκαθήλωσή του και τη
συμμετοχή του με πολύ μικρότερο βάρος σ'ένα νέο νομισματικό σύστημα όπου το
ευρώ θα είχε τον πρώτο λόγο.
Ο ρυθμός μείωσης των
αποθεματικών σε δολάριο και ενίσχυσης σε ευρώ έφτασε να γίνει αντικείμενο
μεγάλης έρευνας στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ
των ΗΠΑ, το 2005, με τους επικεφαλής της καθηγητές
Οικονομικών του Χάρβαρντ, Τζέφρυ Φράνκελ και Μένζι Τσινν να δείχνουν πως, αν διατηρούνταν οι τρέχοντες τότε
ρυθμοί μείωσης των συναλλαγματικών σε δολάριο και ενίσχυσης αυτών σε ευρώ, το
ευρωπαϊκό νόμισμα θα αντικαθιστούσε το δολάριο ως παγκόσμιο αποθεματικό
νόμισμα μέχρι το 2022. Σε μια τέτοια περίπτωση τα οφέλη που θα αποκόμιζαν τα
κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα ήταν τόσα, που η προοπτική για μεγαλύτερη
δημοσιονομική και πολιτική σύγκλιση θα προέκυπτε αβίαστα.
Τρία χρόνια μετά την έρευνα
του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, το 2008, οι δυναμικές των δύο νομισμάτων ήταν
τέτοιες, που έκαναν τους καθηγητές να αναθεωρήσουν τα συμπεράσματα της έρευνας
του 2005, προβλέποντας την αντικατάσταση του δολαρίου από το ευρώ ως κύριο
διεθνές αποθεματικό νόμισμα μέχρι το 2015.
Διεθνές νόμισμα
Σε συνέντευξή του στο International Economy το Μάρτιο του 2008 ο καθηγητής Φράνκελ είπε χαρακτηριστικά: «Η
απάντησή μου (στο ερώτημα ποιο θα είναι το επόμενο διεθνές νόμισμα) είναι πως
μάλλον θα είναι το ευρώ. Σε αντίθεση με τις προβλέψεις κατά τη διάρκεια της
δεκαετίας του '90, το γεν και το μάρκο ποτέ δεν είχαν τη δυνατότητα να
απειλήσουν την ηγεμονία του δολαρίου ως του κυρίαρχου διεθνούς νομίσματος. Οι
οικονομίες των κρατών αυτών των νομισμάτων ήταν μικρότερες απ' αυτή του
δολαρίου και οι χρηματοοικονομικές τους αγορές λιγότερο αναπτυγμένες και με
μικρότερη ρευστότητα από αυτή της Νέας Υόρκης. Το ευρώ, ωστόσο, είναι ένας
αξιόπιστος διεκδικητής. Η Ευρωζώνη είναι του ίδιου σχεδόν μεγέθους με τις ΗΠΑ
και το ευρώ έχει αποδειχτεί καλύτερο μέσο αποθήκευσης πλούτου απ'το δολάριο».
Η μεγάλη δύναμη του ευρώ ήταν
ο χαμηλός πληθωρισμός της Ευρωζώνης, που σε συνδυασμό με την άρνηση της ΕΚΤ να
τυπώσει χρήμα δημιουργούσε ένα περιβάλλον μοναδικής ασφάλειας για τους
κατόχους ομολόγων των κρατών της ΕΕ. Η υψηλή πιστοληπτική
αξιολόγηση μιας ομάδας αναπτυγμένων κρατών με κοινό νόμισμα, όπου το σύνολό
τους λάμβανε βαθμολογία Α και μεγαλύτερη, είχε δώσει τη δυνατότητα σε κράτη
ανταγωνιστικά των ΗΠΑ να χρησιμοποιούν κατά βούληση το ευρώ ως μέσο
οικονομικής και πολιτικής πίεσης εναντίον της Αμερικής. Μετά από μία δεκαετία
που οι ΗΠΑ είχαν γίνει το επίκεντρο δύο ιστορικών κρίσεων και κατά τη διάρκεια
της οποίας είχαν πραγματοποιήσει ένα μη νομιμοποιημένο πόλεμο στο Ιράκ,
ασκώντας για πρώτη φορά από τη δεκαετία του '60 ιμπεριαλιστική πολιτική, αλλά
και στον απόηχο της ισχυροποίησης της Ρωσίας και της ανάδειξης της Κίνας ως
του αντίπαλου πόλου των ΗΠΑ, πολλά κράτη τόσο της Δύσης όσο και της Ανατολής
δεν έβρισκαν πλέον ούτε οικονομικά ούτε και γεωπολιτικά ερείσματα για να
συνεχίζουν να στηρίζουν το δολάριο. Έτσι οι ζυμώσεις για αλλαγή του διεθνούς
νομισματικού συστήματος είχαν γίνει και η πίεση για γρήγορες αλλαγές είχε
αυξηθεί θεαματικά.
Διαβαθμίσεις νομισμάτων
Ο
καθηγητής Οικονομικών του Χάρβαρντ Τζέφρυ Φράνκελ εξήγησε πως η μελέτη της
νομισματικής ιστορίας φανερώνει πως οι διαβαθμίσεις των διεθνών νομισμάτων κατά
κανόνα αλλάζουν πολύ αργά. «Ενώ οι ΗΠΑ ξεπέρασαν σε οικονομικό μέγεθος τη
Βρετανία το 1872, σε εξαγωγές το 1915 και ως πιστωτές το 1917, το δολάριο δεν
υπερκέρασε τη στερλίνα ως το νούμερο ένα διεθνές νόμισμα πριν από το 1945»,
είπε στη συνέντευξή του στο International Economy για
να προσθέσει: «Το 2005, όταν μαζί με τον καθηγητή Μένζι Τσινν χρησιμοποιήσαμε
ιστορικά δεδομένα για τα αποθεματικά των κεντρικών τραπεζών ώστε να εκτιμήσουμε
τους καθοριστικούς
παράγοντες (για τη διασπορά τους), ακόμη και τα πιο
απαισιόδοξα σενάρια δεν έβλεπαν το ευρώ να αντικαθιστά το δολάριο πριν από το
2022. Έτσι δεν μπορούσαμε τότε να ισχυριστούμε πως το δολάριο θα εκθρονίζονταν
"δέκα χρόνια από τώρα". Όμως το δολάριο συνέχισε να χάνει έδαφος.
Τώρα έχουμε ανανεώσει τους υπολογισμούς μας και αναγνωρίζουμε πως το Λονδίνο αντιποιείται
τη Φρανκφούρτη ως χρηματοοικονομική πρωτεύουσα του ευρώ, παρόλο που η Βρετανία
παραμένει εκτός ΕΕ. Τώρα πιστεύουμε πως το σημείο κορύφωσης μπορεί να έρθει
μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια: το ευρώ μπορεί να ξεπεράσει το δολάριο ακόμη και
μέχρι το 2015».
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στα ΕΠΙΚΑΙΡΑ της 22/5/2013