12 Απριλίου 2017

Η Αξία της Φιλοσοφίας (του Bertrand Russell)



Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν τη φιλοσοφία ως κάτι ξεπερασμένο, αόριστο και τελικά άχρηστο στη σημερινή εποχή. Όμως, φυσικά δεν είναι έτσι! Η φιλοσοφία έχει χρησιμότητα σε όλες τις εποχές και κάτω από όλες τις συνθήκες. Αρκεί να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να καταλάβει και να αφομοιώσει τα βασικά σημεία της και να στοχαστεί πάνω στα ερωτήματα που θέτει, διευρύνοντας έτσι τη διάνοιά του.
Σε μια τέτοια προσπάθεια πιστεύω ότι μπορεί να βοηθήσει το κείμενο του Bertrand Russell που αναδημοσιεύω στη συνέχεια*. 

...Αξίζει να αναρωτηθούμε σχετικά με την αξία της φι­λοσοφίας και τους λόγους για τους οποίους κάποιος θα έπρε­πε να τη μελετήσει. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να θέσουμε αυ­τό το ερώτημα, τη στιγμή που πολλοί άνθρωποι πλέον, επη­ρεασμένοι τόσο από την επιστήμη όσο και από το σύγχρονο τρόπο ζωής, τείνουν να θεωρούν ότι η φιλοσοφία δεν είναι τί­ποτα περισσότερο από μια αθώα μεν, αλλά και ανούσια ενα­σχόληση, γεμάτη από ασήμαντες διακρίσεις και διαμάχες σχετικά με ζητήματα των οποίων η γνώση είναι αδύνατη.
Αυτή η άποψη για τη φιλοσοφία φαίνεται να πηγάζει εν μέρει από τη λανθασμένη αντίληψη σχετικά με τους σκοπούς της ανθρώπινης ζωής και εν μέρει από τη λανθασμένη αντί­ληψη σχετικά με τα αγαθά που επιδιώκει να κατακτήσει η φι­λοσοφία. Η φυσική επιστήμη επιτυγχάνει μέσω των εφαρμο­γών της να καταστεί χρήσιμη σε όλους τους ανθρώπους, ανε­ξάρτητα από το αν αυτοί έχουν ποτέ έρθει σε επαφή με αυτή καθεαυτή την επιστήμη· η διδασκαλία της επιστήμης προτείνεται όχι μόνο για τα οφέλη που προσφέρει σε όσους ασχοληθούν τελικά με αυτή, αλλά και για τις θετικές συνέπειες που έχει συνολικά για το ανθρώπινο είδος. Η φιλοσοφία δεν διαθέτει αυτή τη χρηστικότητα. Το μοναδικό όφελος που μπορεί να έχει κανείς από τη μελέτη της φιλοσοφίας, όταν αυτός δεν είναι φοιτητής της φιλοσοφίας, είναι ένα πιθανά έμμεσο όφελος, το οποίο συνδέεται με τη συνολική θεώρηση που αποκτά ο εν λόγω άνθρωπος επί της ίδιας του της ζωής. Σε αυτές ακριβώς τις συνέπειες που επιφέρει η φιλοσοφία στη ζωή μας, θα πρέπει κι εμείς να αναζητήσουμε την αξία της.
Προκειμένου ωστόσο να αξιολογήσουμε σωστά τη φιλοσοφία, θα πρέπει κατ’ αρχάς να απαλλαγούμε από τις προκαταλήψεις εκείνων που ονομάζονται «πρακτικοί» άνθρωποι. Ο «πρακτικός» άνθρωπος, σύμφωνα με την πλέον συνήθη χρήση του όρου, είναι εκείνος που αναγνωρίζει μόνο τις υλικές ανάγκες, που συμφωνεί ότι το ανθρώπινο σώμα χρειάζεται φαγητό αλλά αρνείται άτι το ίδιο ισχύει και για το ανθρώπινο πνεύμα. Η αλήθεια όμως είναι ότι, ακόμα κι αν όλοι οι άνθρωποι έφταναν σε ένα ελάχιστα αποδεκτό επίπεδο διαβίωσης, ακόμα κι αν η πείνα και η φτώχεια περιορίζονταν στο ελάχιστο δυνατό όριο, και πάλι θα χρειάζονταν να γίνουν πολλά πράγματα προκειμένου να αναβαθμιστεί η ανθρώπινη κοινωνία· ακόμα και στον σημερινό κόσμο, τα αγαθά του πνεύματος έχουν τουλάχιστον την ίδια αξία με τα αγαθά του σώματος. Και η αξία της φιλοσοφίας εντοπίζεται αποκλειστικά στα αγαθά του πνεύματος· μόνο όσοι ενδιαφέρονται και γι' αυτά τα αγαθά είναι δυνατό να πειστούν ότι η μελέτη της φιλοσοφίας δεν είναι χάσιμο χρόνου.
Η φιλοσοφία, όπως και οι επιστήμες, στοχεύει πρωταρχικά στη γνώση. Μια γνώση που ενοποιεί και συστηματοποιεί το αντικείμενο των επιστημών· η γνώση αυτή πηγάζει από την κριτική εξέταση των βασικών μας πεποιθήσεων και προκαταλήψεων. Δεν μπορούμε όμως να υποστηρίξουμε ότι η φιλοσοφία είχε μεγάλες επιτυχίες στην προσπάθεια της να παράσχει οριστικές απαντήσεις στα ερωτήματά της. Αν ζητήσετε από έναν μαθηματικό, έναν γεωλόγο, έναν ιστορικό ή οποιονδήποτε άλλο μελετητή, να σας αναφέρει το βασικό σώμα αληθειών που έχει μέχρι σήμερα επιτύχει η επιστήμη του, θα χρειαστεί να διαθέσετε άφθονο χρόνο προκειμένου να ακούσετε την απάντησή του. Αν όμως θέσετε το ίδιο ερώτημα σε έναν φιλόσοφο, τότε αυτός θα σας απαντήσει, στην περίπτωση που είναι ειλικρινής, ότι η δική του μελέτη δεν κατάφερε να φτάσει σε κάποια θετικά αποτελέσματα ανάλογα των επιστημών. Είναι βέβαια μέχρι ενός σημείου αληθές ότι αυτό συμβαίνει και επειδή, κάθε φορά που επιτυγχάνεται τελικά μια σχετική βεβαιότητα σχετικά με ένα ορισμένο θέμα, το εν λόγω θέμα θεωρείται πλέον γνωστό και παύει να εντάσσεται στο αντικείμενο της φιλοσοφίας, αποτελώντας πλέον μια νέα αυτόνομη επιστήμη. Η μελέτη του ουρανού, που κάποτε περιλαμβανόταν στα αντικείμενα των φιλοσόφων, αποτελεί σήμερα την αυτόνομη επιστήμη της αστρονομίας· το σπουδαίο έργο του Νεύτωνα είχε τον τίτλο «Οι μαθηματικές αρχές της φυσικής φιλοσοφίας»· η μελέτη του ανθρώπινου νου, που αποτελούσε κάποτε αντικείμενο της φιλοσοφίας, έχει πλέον πάψει να ανήκει σε αυτή και έχει εξελιχθεί στην επιστήμη της ψυχολογίας. Μέχρι ενός σημείου, λοιπόν, η αβεβαιότητα της φιλοσοφίας είναι φαινομενική μάλλον παρά πραγματική: τα ερωτήματα εκείνα που έχουν πλέον λάβει οριστική απάντηση έχουν μεταφερθεί στις επιστήμες, με τη φιλοσοφία να διατηρεί ακόμα τα ερωτήματα εκείνα επί των οποίων εξακολουθεί να εκκρεμεί μια οριστική απάντηση.

Τα παραπάνω όμως εξηγούν μόνο εν μέρει την αβεβαιότητα της φιλοσοφίας. Γιατί εξακολουθούν να υπάρχουν ερωτήματα, μεταξύ των οποίων μάλιστα περιλαμβάνονται και τα σημαντικότερα από τα πνευματικά μας ερωτήματα, τα οποία θα παραμείνουν άλυτα για την ανθρώπινη διάνοια, εκτός κι αν η τελευταία αποκτήσει δυνατότητες πολύ διαφορετικές από αυτές που μέχρι σήμερα διαθέτει. Υπάρχει κάποια ενότητα ή σκοπός στο σύμπαν μας ή πρόκειται απλώς για μια τυχαία συνύπαρξη ατόμων; Αποτελεί η συνείδηση ένα μόνιμο συστατικό του σύμπαντος, παρέχοντάς μας έτσι την ελπίδα της ατέρμονης νοητικής εξέλιξης, ή πρόκειται για ένα πρόσκαιρο συμβάν σε ένα μικρό πλανήτη, πάνω στον οποίο αργά ή γρήγορα η ζωή θα καταστεί αδύνατη; Το καλό και το κακό έχουν καμιά σημασία για το σύμπαν ή αφορούν μόνο στον άνθρωπο; Αυτά είναι τα ερωτήματα που θέτει η φιλοσοφία και στα οποία οι διάφοροι φιλόσοφοι δίνουν διαφορετικές απαντήσεις. Φαίνεται, όμως, ότι οι απαντήσεις που προτείνονται από τη φιλοσοφία δεν είναι τελικά δυνατό να επαληθευτούν. Παρ' όλα αυτά, όσο μικρή κι αν είναι η πιθανότητα να βρεθεί μια οριστική απάντηση, αποτελεί υποχρέωση της φιλοσοφίας να συνεχίσουμε να ασχολούμαστε με τέτοιου είδους ερωτήματα, προκειμένου να υπογραμμιστεί η σημασία τους, να εξεταστούν όλες οι προτεινόμενες προσεγγίσεις επ’ αυτών, αλλά και να διατηρηθεί το θεωρητικό ενδιαφέρον μας σχετικά με το σύμπαν, το οποίο ειδάλλως κινδυνεύει όλο και περισσότερο μέσω του εγκλωβισμού μας στην αναζήτηση της απόλυτα επαληθεύσιμης γνώσης.

Είναι αλήθεια ότι πολλοί φιλόσοφοι υποστήριξαν πως η φιλοσοφία θα μπορούσε να τεκμηριώσει την αλήθεια των απαντήσεών της επί θεμελιωδών ερωτημάτων, όπως αυτά που αναφέραμε λίγο νωρίτερα. Πίστεψαν ότι μπορούσαν να αποδείξουν ως αληθές αυτό που παραμένει ως το πλέον σημαντικό σε κάθε θρησκευτική πεποίθηση. Προκειμένου να κρίνουμε αυτές τις προσπάθειες, είναι απαραίτητο να επανεξετάσουμε την ανθρώπινη γνώση και να αποφανθούμε σχετικά με τις μεθόδους και τα όριά της. Δεν θα ήταν σωστό να μιλήσουμε δογματικά σχετικά με αυτά τα θέματα- αν όμως κάνουμε σκέψεις εντός ενός ορθού δρόμου, είμαστε πλέον υποχρεωμένοι να απορρίψουμε την ελπίδα εύρεσης κάποιων φιλοσοφικών αποδείξεων των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Δεν μπορούμε συνεπώς να συνυπολογίσουμε στην αξία της φιλοσοφίας την οποιαδήποτε απάντηση αυτών των μεταφυσικών θεμάτων. Για μία ακόμη φορά, λοιπόν, διαπιστώνουμε ότι η αξία της φιλοσοφίας δεν πρέπει να ορίζεται με βάση την απόλυτα επαληθεύσιμη γνώση που είναι πιθανό να αποκτήσουν εκείνοι που τη μελετούν.

Αντιθέτως, η αξία της φιλοσοφίας πρέπει να αναζητηθεί στην αβεβαιότητά της. Όποιος δεν έχει την παραμικρή υποψία φιλοσοφίας, παραμένει εγκλωβισμένος στις προκαταλήψεις που διαμορφώνουν η κοινή λογική και οι κοινωνικές συνθήκες της εποχής του, και στις πεποιθήσεις που αναπτύσσονται αναίτια εντός του νου του, χωρίς καν να μετέχει σε αυτή τη διαδικασία η ίδια η βούλησή του. Στα μάτια ενός τέτοιου ανθρώπου, ο κόσμος φαίνεται οριστικός, πεπερασμένος, προφανής· τα φυσικά αντικείμενα δεν προκαλούν καμιά απορία, ενώ οι δυνατότητες απορρίπτονται περιφρονητικά. Από τη στιγμή που θα αρχίσουμε να φιλοσοφούμε, όμως, διαπιστώνουμε ότι ακόμα και τα πιο συνηθισμένα αντικείμενα της καθημερινότητας μάς οδηγούν σε ερωτήματα των οποίων δεν είμαστε σε θέση να δώσουμε παρά μόνο ημιτελείς απαντήσεις. Παρά το γεγονός ότι η φιλοσοφία δεν είναι σε θέση να μας δώσει μια βέβαιη απάντηση στα ερωτήματα που η ίδια θέτει, μας παρέχει ένα πλήθος από προτεινόμενες δυνατότητες, διευρύνοντας έτσι και απελευθερώνοντας τη σκέψη μας από την τυραννία της συνήθειας. Κατά συνέπεια, αν και καταστρέφει το αίσθημα βεβαιότητας που είχαμε σχετικά με τη φύση των πραγμάτων, η φιλοσοφία καταφέρνει τελικά να αυξήσει τη γνώση μας σχετικά με το ποια πραγματικά μπορεί να είναι η φύση του κόσμου μας· αποκαθηλώνει τον, κατά κάποιο τρόπο, αλαζονικό δογματισμό εκείνων που δεν έχουν δοκιμάσει ποτέ να απελευθερώσουν τη σκέψη τους και διατηρεί ζωντανή μέσα μας την αίσθηση του θαυμαστού, περιγράφοντας τα οικεία σε μας αντικείμενα μέσα από μια ανοίκεια οπτική.

Πέρα από τη δυνατότητά της να μας υποδεικνύει απρόβλεπτες δυνατότητες, η αξία της φιλοσοφίας έγκειται επίσης - και σε αυτό το σημείο περιγράφεται μάλλον η σημαντικότερη αξία της - στο μεγαλείο των αντικειμένων που την απασχολούν, στη δυνατότητα δηλαδή που μας δίνει να ξεφύγουμε από τα στενά και προσωπικά μας όρια, ασχολούμενοι με κάτι πολύ μεγαλύτερο από τους εαυτούς μας. Η ζωή ενός μη σκεπτόμενου ανθρώπου περιορίζεται στο στενό πλαίσιο των προσωπικών του ενδιαφερόντων: εντός αυτού του πλαισίου είναι πιθανό να περιλαμβάνονται η οικογένεια και οι φίλοι του, ο υπόλοιπος κόσμος όμως δεν τον απασχολεί εκτός από τα σημεία στα οποία ο κόσμος αυτός αλληλοεπιδρά με τις προσωπικές του επιθυμίες. Μια τέτοια ζωή ακούγεται αγχώδης και περιοριστική, σε αντιδιαστολή με τη ζωή ενός φιλοσόφου η οποία χαρακτηρίζεται από την ηρεμία και την ελευθερία. Ο προσωπικός κόσμος του καθενός, ο κόσμος των επιθυμιών και των ενστίκτων μας, είναι ένας μικρός κόσμος τοποθετημένος στη σκιά ενός μεγαλύτερου και ισχυρότερου κόσμου, ο οποίος τελικά θα καταστρέψει το δικό μας μικρόκοσμο. Όσο δεν επεκτείνουμε τα ενδιαφέροντα μας με τρόπο ώστε να συμπεριλάβουμε και το σύνολο του εξωτερικού κόσμου, θα μοιάζουμε με τους φρουρούς ενός περικυκλωμένου κάστρου, οι οποίοι γνωρίζουν ότι ο εχθρός τούς έχει ήδη αποκλείσει κάθε διέξοδο και άρα η τελική τους παράδοση είναι μόνο ζήτημα χρόνου. Σε μια τέτοια ζωή δεν υπάρχει ηρεμία, παρά μόνο μια συνεχής διαπάλη ανάμεσα στην επιμονή της επιθυμίας και στην αδυναμία της θέλησης. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η ζωή μας θα αποκτήσει μεγαλείο και ελευθερία μόνο αν καταφέρουμε να αποδράσουμε από αυτή τη φυλακή και απαλλαχτούμε από αυτή τη διαπάλη.

Η ενασχόληση με τη φιλοσοφία αποτελεί έναν από τους τρόπους διαφυγής. Η φιλοσοφική σκέψη δεν διαχωρίζει επί της αρχής το σύμπαν σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα - φίλους και εχθρούς χρήσιμους και επικίνδυνους, καλούς και κακούς - αλλά μελετάει την ολότητα αμερόληπτα. Η αγνή φιλοσοφική σκέψη δεν στοχεύει να αποδείξει ότι το υπόλοιπο σύμπαν είναι συγγενές με τον άνθρωπο. Το σύνολο της γνώσης που κατακτούμε είναι μια διεύρυνση του Εγώ μας, η οποία όμως επιτυγχάνεται καλύτερα όταν δεν επιδιώκεται άμεσα· και κατακτάται τελικά όταν η επιθυμία για γνώση αποτελεί την κινητήρια δύναμη, όταν η μελέτη δεν επιθυμεί εκ των προτέρων να αποδείξει ότι τα αντικείμενά της έχουν κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, αλλά προσαρμόζει το Εγώ στα χαρακτηριστικά που διαπιστώνει ότι διαθέτουν τα αντικείμενά της. Η διεύρυνση αυτή του Εγώ δεν θα επιτευχθεί αν επιμένουμε να θεωρούμε το Εγώ αναλλοίωτο, προσπαθώντας να δείξουμε ότι ο υπόλοιπος κόσμος συγγενεύει τόσο πολύ με αυτό το Εγώ, ώστε η γνώση μας του κόσμου να μην απαιτεί την παραδοχή οποιουδήποτε πράγματος δεν μας είναι οικείο. Η επιθυμία να αποδείξουμε κάτι τέτοιο αποτελεί φιλαυτία, και άρα ένα εμπόδιο στο ίδιο μας το Εγώ να αναπτυχθεί, όπως επιθυμεί και γνωρίζει ότι είναι ικανό να κάνει. Η οποιαδήποτε φιλαυτία είτε στο φιλοσοφικό πεδίο είτε οπουδήποτε αλλού, θεωρεί τον κόσμο ως μέσο εκπλήρωσης των προσωπικών στόχων του Εγώ· δίνει έτσι μικρότερη αξία στον κόσμο απ' ότι στο Εγώ, το οποίο όμως τελικά είναι αυτό που περιορίζεται στο εσωτερικό του υποτιθέμενο μεγαλείο. Αντιθέτως, κατά τη φιλοσοφική ενασχόληση, εκκινούμε από το μη-Εγώ, η μεγαλοσύνη του οποίου διευρύνει τελικά και τα όρια του Εγώ· η διάνοια που μελετάει την απειρότητα του σύμπαντος, μετέχει έως ένα βαθμό και η ίδια σε αυτήν.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, οι φιλοσοφικές θεωρίες που ταυτίζουν το σύμπαν με τον Άνθρωπο, δεν αποδέχονται το μεγαλείο της ψυχής. Η γνώση είναι μια μορφή ένωσης του Εγώ με το μη-Εγώ· κι όπως συμβαίνει σε κάθε ένωση, η οποιαδήποτε τάση κυριαρχίας, όπως η απαίτηση να συμμορφώνεται το σύμπαν στα δικά μας κριτήρια, θέτει σε κίνδυνο αυτή καθεαυτή τη σχέση της ένωσης. Υπάρχει σήμερα μια ευρέως διαδεδομένη φιλοσοφική τάση, σύμφωνα με την οποία ο Άνθρωπος αποτελεί το μέτρο όλων των πραγμάτων, η αλήθεια είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, ο χώρος, ο χρόνος και ο κόσμος των καθολικών αποτελούν ιδιότητες της ανθρώπινης διάνοιας, ενώ αν κάτι δεν έχει δημιουργηθεί από αυτήν, τότε αυτό θα παραμείνει για πάντα άγνωστο και ακατανόητο για εμάς. Η θέση αυτή δεν ισχύει, στην περίπτωση ασφαλώς που οι προηγούμενες συζητήσεις μας ήταν ορθές· εκτός από εσφαλμένη, όμως, μια τέτοια θέση συνεπάγεται δυστυχώς και την απογύμνωση της φιλοσοφικής προσπάθειας από κάθε αξία, καθώς την καθιστά δέσμια στο Εγώ. Αυτό που αποκαλεί γνώση του δεν είναι μια ένωση με το μη-Εγώ, αλλά ένα σύνολο προκαταλήψεων, συνηθειών και επιθυμιών, το οποίο θέτει ένα αδιαπέραστο πέπλο ανάμεσα σε εμάς και στον υπόλοιπο κόσμο. Αυτός που ικανοποιείται από μια τέτοια γνωσιολογική θεωρία, είναι ο άνθρωπος που δεν βγαίνει ποτέ έξω από τον οικείο του κύκλο, από το φόβο ότι ο λόγος του θα πάψει να είναι νόμος.
Αντιθέτως, η αληθινή φιλοσοφική σκέψη νιώθει απόλαυση κάθε φορά που συναντά μια διεύρυνση του μη-Εγώ, κάθε μεγέθυνση του αντικειμένου της, που τελικά οδηγεί και σε αντίστοιχη μεγέθυνση του ίδιου του στοχαστή. Οτιδήποτε προσωπικό ή ιδιωτικό τυχόν παρεμβληθεί σε αυτή τη φιλοσοφική διαδικασία, οτιδήποτε σχετικό με τη συνήθεια, την ιδιοτέλεια ή την επιθυμία, προκαλεί ζημιά στο αντικείμενο του στοχασμού και συνεπώς επηρεάζει αρνητικά την ένωση που κάθε στοχαστής επιδιώκει. Τέτοιου είδους προσωπικές ή ιδιωτικές παράμετροι υψώνουν ένα τείχος ανάμεσα στο υποκείμενο και στο αντικείμενο του στοχασμού, δημιουργώντας τελικά μια φυλακή για τον στοχαστή. Το ελεύθερο πνεύμα βλέπει τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο που τον βλέπει και ο Θεός, χωρίς να χρειάζεται το εδώ και το τώρα, χωρίς να έχει προσδοκίες ή φόβους, χωρίς τους περιορισμούς των υφιστάμενων πεποιθήσεων και των παραδοσιακών προκαταλήψεων, με ηρεμία, χωρίς πάθος, με αποκλειστική επιθυμία αυτήν καθεαυτήν τη γνώση, μια γνώση όσο το δυνατόν πιο απρόσωπη και εποπτική. 'Eνας τέτοιος στοχαστής προτιμάει την αφηρημένη και καθολική γνώση, στην οποία δεν παρεμβάλλονται οι τυχαιότητες της προσωπικής μας πορείας, από τη γνώση που μας προσφέρουν οι αισθήσεις, καθώς είναι δεδομένο ότι η δεύτερη εξαρτάται εκ φύσεως τόσο από την εκάστοτε οπτική γωνία μας, όσο και από ένα φυσικό οργανισμό, του οποίου τα αισθητήρια όργανα λειτουργούν ταυτόχρονα ως μέσα αποκάλυψης αλλά και παραπλάνησης.
 
Η διάνοια εκείνη που έχει συνηθίσει να σκέφτεται ελεύθερα και αδέσμευτα, εμφανίζει αντίστοιχα χαρακτηριστικά ελευθερίας και αλτρουισμού τόσο στις ενέργειες όσο και στα συναισθήματα της. Αισθάνεται ότι οι στόχοι και οι επιθυμίες της εντάσσονται σε ένα σύνολο, στο οποίο δεν κυριαρχεί η επίμονη διεκδίκηση που συναντούσε όταν θεωρούσε τους στόχους του καθενός ως ένα μικροσκοπικό αυτόνομο τμήμα του κόσμου, το οποίο δεν βρισκόταν σε καμιά αλληλεπίδραση με τις αντίστοιχες πράξεις των υπολοίπων ανθρώπων. Η καθολική αξία της φιλοσοφικής σκέψης είναι η αγνή επιθυμία για αλήθεια, ακριβώς όπως στην καθημερινή μας δράση αποζητούμε τη δικαιοσύνη, και στα αισθήματα μας την καθολική αγάπη προς όλους τους συνανθρώπους μας και όχι μόνο προς όσους κρίνουμε ως χρήσιμους ή αξιοθαύμαστους. Με τον τρόπο αυτό, η φιλοσοφική ενασχόληση διευρύνει όχι μόνο τη σκέψη μας, αλλά επίσης και τις ενέργειες και τα συναισθήματά μας: μας καθιστά πολίτες του σύμπαντος και όχι μιας περιχαρακωμένης πόλης που βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο με τους γείτονές της. Η αληθινή ελευθερία του ανθρώπου, η απελευθέρωσή του από τα δεσμά των προσδοκιών και των φόβων, συνίσταται ακριβώς σε αυτό το αίσθημα συμμετοχής σε μια παγκόσμια κοινότητα.

Για να συνοψίσουμε λοιπόν τη συζήτησή μας σχετικά με την αξία της φιλοσοφίας: η ενασχόληση με τη φιλοσοφία αξίζει, όχι για τις οριστικές απαντήσεις, αλλά για τα ερωτήματα που θέτει, καθώς έχουμε πλέον αποδεχτεί ότι δεν μπορούμε να αποφανθούμε με απόλυτη βεβαιότητα σχετικά με την αλήθεια της οποιασδήποτε οριστικής απάντησης· τα ερωτήματα που τίθενται από τη φιλοσοφική σκέψη διευρύνουν την αντίληψή μας σχετικά με το τι είναι δυνατό, εμπλουτίζουν τη φαντασία μας και εξαλείφουν τη δογματική βεβαιότητα που εμποδίζει το νου να προχωρήσει σε νέες υποθέσεις· πάνω απ' όλα όμως, η διάνοια, μέσω του μεγαλείου του σύμπαντος το οποίο η φιλοσοφία εξετάζει, καθίσταται τελικά η ίδια μεγαλειώδης και ικανή να ενωθεί με το σύμπαν, πράγμα που αποτελεί και τον υψηλότερο στόχο μας. 

*Από το βιβλίο "Τα Προβλήματα της Φιλοσοφίας", Εκδόσεις Αρσενίδη σε μετάφραση Αντώνη Πέρη.
GreekBloggers.com