Με τα αποτελέσματα του πιο πρόσφατου Ευρωβαρόμετρου έχουμε ασχοληθεί κι άλλη φορά από αυτή εδώ τη γωνιά. Σήμερα αναδημοσιεύω μεγάλο τμήμα από ένα άρθρο του Λ.Βατικιώτη που σχολιάζει τα εν λόγω αποτελέσματα από μια άλλη οπτική γωνία.
Το γεγονός πάντως είναι ότι με την ακολουθούμενη πολιτική από αυτούς που κινούν τα οικονομικά νήματα στην Ευρώπη, ο ευρωσκεπτικισμός θα συνεχίσει να φουντώνει.
Το χαστούκι του Ευρωβαρόμετρου και το αμφιλεγόμενο διατλαντικό εμπόριο
(του Λεωνίδα Βατικιώτη)
.............
Η πολιτική στάση των Ευρωπαίων πολιτών καταγράφηκε πιστά στο Ευρωβαρόμετρο, την έρευνα που πραγματοποιείται σε όλη την ΕΕ δύο φορές τον χρόνο. Η πιο πρόσφατη, του φθινοπώρου του 2013 που διεξήχθη τον Νοέμβριο, περιείχε ευρήματα που θα έπρεπε να ανησυχήσουν πολλούς από τους αργυρώνητους γραφειοκράτες της ΕΕ, καθώς δείχνουν ότι οι λαοί της Ευρώπης απορρίπτουν την πολιτική της λιτότητας, πίσω από την οποία έχουν στοιχηθεί όχι μόνο τα όργανα της ΕΕ, αλλά και τα μεγαλύτερα κόμματα της Δεξιάς και της σοσιαλδημοκρατίας.
Αρκούν ορισμένα στοιχεία. Στο ερώτημα, για παράδειγμα, αν «εμπιστεύεστε την ΕΕ» θετικά απαντάει μόνο το 31%, ενώ το 58% απαντάει πως δεν την εμπιστεύεται. Οι αρνητικές απαντήσεις ξεπερνούν σημαντικά το μέσο όρο στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, που βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης. Έτσι, στην Ελλάδα απαντάει αρνητικά το 77%, στην Κύπρο το 75%, στην Ισπανία το 71%, στην Πορτογαλία το 68%, στην Ιταλία το 62% κ.ο.κ. Ο λόγος της αποστροφής τους στην ΕΕ είναι προφανής: Αυτές οι χώρες βίωσαν το αποκρουστικό πρόσωπο των Βρυξελλών, καθώς η πολιτική του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας και της οικονομικής κατοχής που επέβαλε το Τέταρτο Ράιχ εφαρμόστηκε με πολιορκητικό κριό την ΕΕ.
Στο ερώτημα αν η ΕΕ θα βγει πιο δίκαιη από την κρίση, το 45% όσων ερωτήθηκαν και στις 28 χώρες απαντάει αρνητικά και μόνο το 37% απαντάει θετικά. Στην ευρω-περιφέρεια των Μνημονίων, περιττό να ειπωθεί ότι οι αρνητικές απαντήσεις είναι στα ύψη. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, το 66% απορρίπτει την εκτίμηση ότι η ΕΕ θα βγει πιο δίκαιη από την κρίση, στην Ιταλία το 49%, στην Κύπρο το 57% κ.ο.κ.
Αυτή η απάντηση αποτελεί χαστούκι για την ΕΕ, καθώς σημαίνει ότι οι πολίτες θεωρούν πως μεροληπτεί σε βάρος των μεγάλων συμφερόντων και με τις πολιτικές που επιβάλλει εντείνει τις κοινωνικές ανισότητες. Πιο ξεκάθαρα δεν μπορεί να ειπωθεί...
Στην ίδια έρευνα περιγράφονται και τα συμφέροντα τα οποία εξυπηρετεί η ΕΕ. Στο ερώτημα για το αν η ΕΕ κάνει τον χρηματοπιστωτικό τομέα να πληρώσει το μερίδιο που του αναλογεί, συμφωνεί μόνο το 34% και διαφωνεί το 50%. Το μεγαλύτερο μερίδιο δηλαδή, ή ο 1 στους 2, πιστεύει πως η ΕΕ διευκολύνει τις τράπεζες. Πρόκειται για βαριά κατηγορία, δεδομένου ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας την τελευταία πενταετία απέδειξε ότι λειτουργεί σε βάρος της κοινωνίας και πολύ δικαιολογημένα έχει συγκεντρώσει τη μήνι των πολιτών όλου του πολιτικού φάσματος. Οι Ευρωπαίοι πολίτες ταυτίζουν την ΕΕ με τις τράπεζες και την αδικία, καθώς και με τη λιτότητα και την ανεργία! Στο ερώτημα κατά πόσον η ΕΕ είναι υπεύθυνη για τη λιτότητα στην Ευρώπη συμφωνεί το 63% και διαφωνεί το 27%, ενώ στο ερώτημα για το αν η ΕΕ δημιουργεί τους όρους για περισσότερες θέσεις εργασίας, συμφωνεί το 40% και διαφωνεί το 52%. Κατόπιν όλων αυτών, δεν ξαφνιάζει το γεγονός ότι η πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών (58%) δεν εμπιστεύεται την ΕΕ, έναντι ενός μικρού μόνο ποσοστού (31%) που δηλώνει πως την εμπιστεύεται.
Επίσης, ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό, της τάξης του 82%, δηλώνει πως δεν εμπιστεύεται τα πολιτικά κόμματα, με το ποσοστό αυτών που εμπιστεύεται τα πολιτικά κόμματα να κινείται στο 14% και, τέλος, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (47%) να απαντάει πως τα πράγματα κινούνται στη λάθος κατεύθυνση. Μόνο το 26%, δηλαδή ο 1 στους 4, δηλώνει πως τα πράγματα εξελίσσονται σε μια θετική κατεύθυνση.
Όλα αυτά τα ευρήματα δηλώνουν ξεκάθαρα ότι στην ΕΕ είναι σε εξέλιξη μια βαθιά πολιτική κρίση, με τους πολίτες να γυρίζουν την πλάτη τους σε κόμματα και θεσμούς, που πριν λίγα χρόνια εμφανίζονταν ως εγγυητές της δημοκρατίας και της ευημερίας. "Μας κάψατε το μέλλον, σας καίμε το παρόν", σαν να δηλώνουν εκατομμύρια Ευρωπαίων, αποσύροντας οριστικά και δια παντός την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό τους από κόμματα και θεσμούς που υπηρετούν τη διάλυση του κοινωνικού κράτους και τη μείωση των μισθών. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η αιτία της χαμηλής συμμετοχής στις ευρωεκλογές και του λεγόμενου ευρωσκεπτικισμού, όπως χαρακτηρίζεται η κριτική στην ΕΕ.
Η ίδια η ΕΕ, πρέπει να αναγνωρίσουμε, κάνει ό,τι περνάει κι από το χέρι της προκειμένου να τροφοδοτεί την οργή των Ευρωπαίων. Σε αυτή την κατεύθυνση δύο είναι οι πιo πρόσφατες εξελίξεις που αλλάζουν σημαντικά τον χαρακτήρα της ΕΕ - και το κάνουν, μάλιστα, προς το χειρότερο. Η πρώτη σχετίζεται με τις διαπραγματεύσεις που έχουν ξεκινήσει από το 2014 με τις ΗΠΑ για την ανάπτυξη του διατλαντικού εμπορίου και η δεύτερη εξέλιξη σχετίζεται με την εφαρμογή από 1ης Ιανουαρίου 2014 ενός πολύ αυστηρού δημοσιονομικού πλαισίου.
Το διατλαντικό εμπόριο μοχλός ανατροπών
Οι αλλαγές που θα προκαλέσουν οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, αντίθετα με ό,τι μπορεί να πιστεύει κανείς, δεν θα αφορούν τον έξω κόσμο, αλλά το εσωτερικό της ΕΕ. Οι Βρυξέλλες, δέκα χρόνια μετά την υπογραφή της μεγαλύτερου κύματος διεύρυνσης που έχει υπάρξει με την είσοδο δέκα νέων μελών, επιχειρούν τώρα μια εξίσου σοβαρή τομή. Το ζητούμενο, μάλιστα, αν πριν δέκα χρόνια αφορούσε την άλωση των αγορών των νέων κρατών-μελών από τα γερμανικά πάντσερ και τη συμπίεση των δυτικο-ευρωπαϊκών μισθών στα πρότυπα των ανατολικο-ευρωπαϊκών από τη στιγμή που η σύγκριση έγινε άμεση, τώρα είναι το σάρωμα των προστατευτικών ρυθμίσεων που υπάρχουν στην ευρωπαϊκή νομοθεσία προς όφελος των καταναλωτών και των εργαζομένων. Μέτρα που όλο και συχνότερα χαρακτηρίζονται ως απαρχαιωμένα ή αντι-αναπτυξιακά, με την ίδια ευκολία που στην Ελλάδα οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή τα μέτρα προστασίας της αρχαιολογικής κληρονομιάς χαρακτηρίζονται ως γραφειοκρατία, ώστε εύκολα να παρακάμπτονται στο πλαίσιο των fast track διαδικασιών.
Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ευόδωση των συνομιλιών θα μπορούσε να αυξήσει τις εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ κατά 28% και να προσθέσει στο ΑΕΠ 120 δισ. ευρώ ή το 0,5% του ετήσιου προϊόντος. Αντικείμενο των εντατικών διαπραγματεύσεων δεν αποτελούν μόνο οι δασμοί, που λόγω τού ότι είναι καταγεγραμμένοι είναι και το πιo εύκολο μέρος της δουλειάς. Με βάση έρευνα της ΕΕ, τροχοπέδη στην περαιτέρω ανάπτυξη του διατλαντικού εμπορίου στέκονται περισσότερα από 600 μη δασμολογικά εμπόδια που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν: καθεστώτα προστασίας στο πλαίσιο δημόσιων προμηθειών (π.χ. για τις αμυντικές βιομηχανίες), κρατικές επιδοτήσεις που μπορεί να ξεκινούν από την ανανεώσιμη ενέργεια, να επεκτείνονται σε αγρότες και να φτάνουν στα κονδύλια έρευνας και ανάπτυξης προστατευμένων κλάδων, ακόμη και στις επιδοτήσεις στην αεροναυπηγική βιομηχανία.
Η αλήθεια είναι ότι, όσο περισσότερο μελετάει κανείς το θέμα, εξετάζει δηλαδή το αντικείμενο των συνομιλιών, τόσο καταλαβαίνει ότι, πίσω από τα μεγάλα λόγια και τις υποσχέσεις, κρύβεται η προώθηση μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης ατζέντας που στην προμετωπίδα της γράφει «λιγότερο κράτος, εμπορευματοποίηση των πάντων». ................................................
Επιπλέον τίθεται κι ένα ακόμη ερώτημα: ποιος θα γευτεί αυτά τα επιπλέον έσοδα και κέρδη που θα δημιουργηθούν, όταν αυξηθεί ο κύκλος εργασιών των εξαγωγικών επιχειρήσεων; Γιατί δεν μιλάμε για οποιεσδήποτε επιχειρήσεις, οπότε θα συμπεριλαμβάνονταν και μικρομεσαίες ή τον μέσο όρο. Μιλάμε για την αφρόκρεμα, που τυχαίνει τις περισσότερες φορές να είναι και πολυεθνικές, στο πλαίσιο των οποίων ανθούν φαινόμενα θεσμοθετημένης φοροαποφυγής, μέσω π.χ. υπεράκτιων εταιρειών. Η εμπειρία, επίσης, που υπάρχει σε έναν άλλον τομέα, των πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων στο σύνολο της Οικονομίας, εξαιρουμένων ακόμη και των δημοσίων εσόδων, είναι σοβαρή και εξόχως αρνητική. Ποιος ξεχνάει, για παράδειγμα, τον σημερινό Υπουργό Οικονομικών από τη θέση του επικεφαλής του ΙΟΒΕ να υπόσχεται προ τριετίας, ούτε λίγο ούτε πολύ, την εκτίναξη του ΑΕΠ όταν απελευθερωθεί το επάγγελμα του φορτηγατζή; Ισχυρισμοί που αποδείχθηκαν αστείοι κι επίσης παραπλανητικοί. Γιατί τα οφέλη που δημιουργήθηκαν αξιοποιήθηκαν εξ ολοκλήρου από τις μεγάλες επιχειρήσεις που είδαν το κόστος οδικών μεταφορών να μειώνεται. Δεν είδαμε, όμως, ως καταναλωτές να μειώνεται ανάλογα και η τιμή π.χ. των προϊόντων διατροφής.
Επομένως, εκ του ασφαλούς μπορούμε να συνάγουμε ότι το μειωμένο κόστος μεταφορών έγινε αυξημένο κέρδος των μεγάλων επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν οδικές μεταφορές για τη διακίνηση των προϊόντων τους. Γιατί, επομένως, και σε ό,τι αφορά το διατλαντικό εμπόριο, τα οφέλη από την αύξησή του να μην τα καρπωθούν οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές και, από την άλλη, οι Ευρωπαίοι πολίτες τελικά να επωμιστούν μόνο το κόστος από τη διάλυση των υπηρεσιών υγείας, που στο όνομα της ανάπτυξης του εμπορίου θα ιδιωτικοποιηθούν; Το ενδεχόμενο δεν είναι καθόλου θεωρητικό...
Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για τις ευρωπαϊκές κατακτήσεις (από το εργατικό δίκαιο που αφορά την προστασία από εργοδοτικές καταχρήσεις, μέχρι την προστασία του καταναλωτή που αφορά εμπόδια στην εισαγωγή γενετικά τροποποιημένων τροφίμων), αν λάβουμε υπ’ όψιν μας το καθεστώς αδιαφάνειας που θα δημιουργηθεί όσο θα προχωρούν οι συζητήσεις μεταξύ των επιτροπών εργασίας. Η διάσημη γραφειοκρατία των Βρυξελλών είναι πολύ πιθανό να επιχειρήσει να εκτονώσει τις αντιδράσεις που θα προκαλέσουν οι αποφάσεις στο πλαίσιο της διατλαντικής συμφωνίας, παραπέμποντας κρίσιμες αλλαγές στους γραφειοκρατικούς λαβυρίνθους. Έτσι να μην μαθαίνουμε ποτέ έγκαιρα τι αποφασίζεται και ποιοι νόμοι καταργούνται. Το επιχείρημα των ιθυνόντων της ΕΕ είναι πως όλες οι αποφάσεις θα τεθούν σε ψηφοφορία στο Ευρωκοινοβούλιο, το οποίο σύμφωνα με πολλούς είναι το δημοκρατικό αντίβαρο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία δεν υπόκειται σε καμιά δημοκρατική λογοδοσία.
Η αλήθεια είναι πως, όσο αδιαμφισβήτητη είναι η αυθαιρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, άλλο τόσο αμφισβητούμενος είναι ο υποτιθέμενος δημοκρατικός χαρακτήρας του Ευρωκοινοβουλίου. Πολλώ δε μάλλον, η δυνατότητά του να αποτελέσει όργανο των λαών της Ευρώπης, αποκρούοντας τα σχέδια μετατροπής της ΕΕ σε γερμανική αποικία, όπως συμβαίνει με ολοένα και ταχύτερο ρυθμό. Μάρτυρας, μεταξύ άλλων, είναι η θετική ψήφος που έδωσε το Ευρωκοινοβούλιο στο πακέτο των έξι και των δύο μεταρρυθμίσεων (six pack και two pack), χάρη στις οποίες εγκρίθηκε το δρακόντειο πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας, που ισχύει από φέτος.
Εν ολίγοις περιλαμβάνει: απαγόρευση της δημιουργίας ελλειμμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό, όχι απλά διά νόμου (ο οποίος μάλιστα έχει και συνταγματική ισχύ), αλλά και διά της απειλής προστίμου το οποίο θα επιβάλλεται αυτόματα. Αντίθετα, δε, με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν όταν απαιτούνταν αυξημένη πλειοψηφία στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής για να επιβληθεί τέτοια ποινή, πλέον, θα απαιτείται αυξημένη για να αναιρεθεί μια τέτοια απόφαση, δηλαδή η ποινή που είναι απαραίτητο να τονισθεί ότι ισοδυναμεί με την κατάργηση και των τελευταίων βαθμών αυτονομίας από τη μεριά των κρατών και των εθνικών κοινοβουλίων. Σε αυτό το πλαίσιο, η ψήφος των πολιτών ακυρώνεται! Καμία σημασία δεν θα έχει αν στις προσεχείς εκλογές στην Ελλάδα ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα το εκλογικό σώμα δώσει την εξουσία, με καθ’ όλα δημοκρατικές διαδικασίες, σε κόμματα ή συνασπισμούς που προκρίνουν την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική! Αυτή η εξέλιξη, που επισημάνθηκε με τη δέουσα σοβαρότητα και από το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής στην ενδιάμεση έκθεση του Ιανουαρίου, είναι η δεύτερη σε σημασία εξέλιξη που οδηγεί τους λαούς της Ευρώπης σε μια εχθρική στάση απέναντι στην ΕΕ και τους θεσμούς της, ανεξάρτητα από το αν είναι εκλεγμένοι ή όχι. Το αποτέλεσμα μετράει. Κι εδώ το αποτέλεσμα είναι πως το Ευρωκοινοβούλιο, όπως η Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, συνιστούν βαθιά αντιδημοκρατικά μορφώματα, με κύριο έργο τη θωράκιση της λιτότητας και της φτώχειας.
Στην Ελλάδα, όμως, υπάρχει κι ένα επιπλέον γεγονός που επιβαρύνει την ΕΕ στη συνείδηση της κοινωνίας. Μαζί με όσα πρόκειται να γίνουν με αφορμή το διατλαντικό εμπόριο και τη δημοσιονομική πειθαρχία, προστίθεται και η προοπτική του νέου, τρίτου δανείου, ύψους γύρω στα 20 δισ. ευρώ, που σχεδιάζει η Γερμανία να δοθεί στην Ελλάδα τον Μάιο, πριν δηλαδή τις ευρωεκλογές. Το σκεπτικό του Τέταρτου Ράιχ είναι απλό: ξέροντας ότι οι ευρωεκλογές θα επιταχύνουν τις πολιτικές εξελίξεις συντομεύοντας τη ζωή της κυβέρνησης, αυτό που επιδιώκουν είναι να δεσμεύσουν τον ελληνικό λαό και την επόμενη κυβέρνηση με μια συμφωνία εξόχως καταστρεπτική, καθώς: Πρώτο, θα συνοδεύεται από νέο Μνημόνιο, που σημαίνει νέα μέτρα λιτότητας. Δεύτερο, θα αυξάνει το δημόσιο χρέος, καθώς, όσο κι αν μειωθούν τα επιτόκια στα δάνεια που έχουν ήδη δοθεί (κατά 0,5% με βάση τις τελευταίες πληροφορίες) κι όσο κι αν επιμηκυνθεί η αποπληρωμή (μεταξύ 30 και 50 ετών), το ύψος του δημόσιου χρέους δεν θα μειωθεί. Τα βάρη στον ελληνικό λαό θα αυξηθούν! Τέλος, θα συρρικνωθούν σε βαθμό εξαφάνισης και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, από τη στιγμή που η κρίση χρέους τη μετατρέπει σε αποικία χρέους, με την Τασκ Φορς στο εξής (από τη στιγμή που η Τρόικα θα πάψει να υφίσταται λόγω της μη συμμετοχής του ΔΝΤ στο νέο δάνειο) να μετατρέπεται σε κατοχική διοίκηση!
Επομένως, αυτοί που απεργάζονται τέτοια σενάρια ας μην απορούν όταν οι ψηφοφόροι γυρίσουν πς πλάτες τους στις κάλπες των ευρωεκλογών ή ολοένα και περισσότεροι ψηφίσουν κόμματα κριτικά ή και απορριπτικά απέναντι στην ΕΕ.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Νexus Μαρτίου 2014
Το γεγονός πάντως είναι ότι με την ακολουθούμενη πολιτική από αυτούς που κινούν τα οικονομικά νήματα στην Ευρώπη, ο ευρωσκεπτικισμός θα συνεχίσει να φουντώνει.
Το χαστούκι του Ευρωβαρόμετρου και το αμφιλεγόμενο διατλαντικό εμπόριο
(του Λεωνίδα Βατικιώτη)
.............
Η πολιτική στάση των Ευρωπαίων πολιτών καταγράφηκε πιστά στο Ευρωβαρόμετρο, την έρευνα που πραγματοποιείται σε όλη την ΕΕ δύο φορές τον χρόνο. Η πιο πρόσφατη, του φθινοπώρου του 2013 που διεξήχθη τον Νοέμβριο, περιείχε ευρήματα που θα έπρεπε να ανησυχήσουν πολλούς από τους αργυρώνητους γραφειοκράτες της ΕΕ, καθώς δείχνουν ότι οι λαοί της Ευρώπης απορρίπτουν την πολιτική της λιτότητας, πίσω από την οποία έχουν στοιχηθεί όχι μόνο τα όργανα της ΕΕ, αλλά και τα μεγαλύτερα κόμματα της Δεξιάς και της σοσιαλδημοκρατίας.
Αρκούν ορισμένα στοιχεία. Στο ερώτημα, για παράδειγμα, αν «εμπιστεύεστε την ΕΕ» θετικά απαντάει μόνο το 31%, ενώ το 58% απαντάει πως δεν την εμπιστεύεται. Οι αρνητικές απαντήσεις ξεπερνούν σημαντικά το μέσο όρο στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, που βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης. Έτσι, στην Ελλάδα απαντάει αρνητικά το 77%, στην Κύπρο το 75%, στην Ισπανία το 71%, στην Πορτογαλία το 68%, στην Ιταλία το 62% κ.ο.κ. Ο λόγος της αποστροφής τους στην ΕΕ είναι προφανής: Αυτές οι χώρες βίωσαν το αποκρουστικό πρόσωπο των Βρυξελλών, καθώς η πολιτική του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας και της οικονομικής κατοχής που επέβαλε το Τέταρτο Ράιχ εφαρμόστηκε με πολιορκητικό κριό την ΕΕ.
Στο ερώτημα αν η ΕΕ θα βγει πιο δίκαιη από την κρίση, το 45% όσων ερωτήθηκαν και στις 28 χώρες απαντάει αρνητικά και μόνο το 37% απαντάει θετικά. Στην ευρω-περιφέρεια των Μνημονίων, περιττό να ειπωθεί ότι οι αρνητικές απαντήσεις είναι στα ύψη. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, το 66% απορρίπτει την εκτίμηση ότι η ΕΕ θα βγει πιο δίκαιη από την κρίση, στην Ιταλία το 49%, στην Κύπρο το 57% κ.ο.κ.
Αυτή η απάντηση αποτελεί χαστούκι για την ΕΕ, καθώς σημαίνει ότι οι πολίτες θεωρούν πως μεροληπτεί σε βάρος των μεγάλων συμφερόντων και με τις πολιτικές που επιβάλλει εντείνει τις κοινωνικές ανισότητες. Πιο ξεκάθαρα δεν μπορεί να ειπωθεί...
Στην ίδια έρευνα περιγράφονται και τα συμφέροντα τα οποία εξυπηρετεί η ΕΕ. Στο ερώτημα για το αν η ΕΕ κάνει τον χρηματοπιστωτικό τομέα να πληρώσει το μερίδιο που του αναλογεί, συμφωνεί μόνο το 34% και διαφωνεί το 50%. Το μεγαλύτερο μερίδιο δηλαδή, ή ο 1 στους 2, πιστεύει πως η ΕΕ διευκολύνει τις τράπεζες. Πρόκειται για βαριά κατηγορία, δεδομένου ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας την τελευταία πενταετία απέδειξε ότι λειτουργεί σε βάρος της κοινωνίας και πολύ δικαιολογημένα έχει συγκεντρώσει τη μήνι των πολιτών όλου του πολιτικού φάσματος. Οι Ευρωπαίοι πολίτες ταυτίζουν την ΕΕ με τις τράπεζες και την αδικία, καθώς και με τη λιτότητα και την ανεργία! Στο ερώτημα κατά πόσον η ΕΕ είναι υπεύθυνη για τη λιτότητα στην Ευρώπη συμφωνεί το 63% και διαφωνεί το 27%, ενώ στο ερώτημα για το αν η ΕΕ δημιουργεί τους όρους για περισσότερες θέσεις εργασίας, συμφωνεί το 40% και διαφωνεί το 52%. Κατόπιν όλων αυτών, δεν ξαφνιάζει το γεγονός ότι η πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών (58%) δεν εμπιστεύεται την ΕΕ, έναντι ενός μικρού μόνο ποσοστού (31%) που δηλώνει πως την εμπιστεύεται.
Επίσης, ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό, της τάξης του 82%, δηλώνει πως δεν εμπιστεύεται τα πολιτικά κόμματα, με το ποσοστό αυτών που εμπιστεύεται τα πολιτικά κόμματα να κινείται στο 14% και, τέλος, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (47%) να απαντάει πως τα πράγματα κινούνται στη λάθος κατεύθυνση. Μόνο το 26%, δηλαδή ο 1 στους 4, δηλώνει πως τα πράγματα εξελίσσονται σε μια θετική κατεύθυνση.
Όλα αυτά τα ευρήματα δηλώνουν ξεκάθαρα ότι στην ΕΕ είναι σε εξέλιξη μια βαθιά πολιτική κρίση, με τους πολίτες να γυρίζουν την πλάτη τους σε κόμματα και θεσμούς, που πριν λίγα χρόνια εμφανίζονταν ως εγγυητές της δημοκρατίας και της ευημερίας. "Μας κάψατε το μέλλον, σας καίμε το παρόν", σαν να δηλώνουν εκατομμύρια Ευρωπαίων, αποσύροντας οριστικά και δια παντός την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό τους από κόμματα και θεσμούς που υπηρετούν τη διάλυση του κοινωνικού κράτους και τη μείωση των μισθών. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η αιτία της χαμηλής συμμετοχής στις ευρωεκλογές και του λεγόμενου ευρωσκεπτικισμού, όπως χαρακτηρίζεται η κριτική στην ΕΕ.
Η ίδια η ΕΕ, πρέπει να αναγνωρίσουμε, κάνει ό,τι περνάει κι από το χέρι της προκειμένου να τροφοδοτεί την οργή των Ευρωπαίων. Σε αυτή την κατεύθυνση δύο είναι οι πιo πρόσφατες εξελίξεις που αλλάζουν σημαντικά τον χαρακτήρα της ΕΕ - και το κάνουν, μάλιστα, προς το χειρότερο. Η πρώτη σχετίζεται με τις διαπραγματεύσεις που έχουν ξεκινήσει από το 2014 με τις ΗΠΑ για την ανάπτυξη του διατλαντικού εμπορίου και η δεύτερη εξέλιξη σχετίζεται με την εφαρμογή από 1ης Ιανουαρίου 2014 ενός πολύ αυστηρού δημοσιονομικού πλαισίου.
Το διατλαντικό εμπόριο μοχλός ανατροπών
Οι αλλαγές που θα προκαλέσουν οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, αντίθετα με ό,τι μπορεί να πιστεύει κανείς, δεν θα αφορούν τον έξω κόσμο, αλλά το εσωτερικό της ΕΕ. Οι Βρυξέλλες, δέκα χρόνια μετά την υπογραφή της μεγαλύτερου κύματος διεύρυνσης που έχει υπάρξει με την είσοδο δέκα νέων μελών, επιχειρούν τώρα μια εξίσου σοβαρή τομή. Το ζητούμενο, μάλιστα, αν πριν δέκα χρόνια αφορούσε την άλωση των αγορών των νέων κρατών-μελών από τα γερμανικά πάντσερ και τη συμπίεση των δυτικο-ευρωπαϊκών μισθών στα πρότυπα των ανατολικο-ευρωπαϊκών από τη στιγμή που η σύγκριση έγινε άμεση, τώρα είναι το σάρωμα των προστατευτικών ρυθμίσεων που υπάρχουν στην ευρωπαϊκή νομοθεσία προς όφελος των καταναλωτών και των εργαζομένων. Μέτρα που όλο και συχνότερα χαρακτηρίζονται ως απαρχαιωμένα ή αντι-αναπτυξιακά, με την ίδια ευκολία που στην Ελλάδα οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή τα μέτρα προστασίας της αρχαιολογικής κληρονομιάς χαρακτηρίζονται ως γραφειοκρατία, ώστε εύκολα να παρακάμπτονται στο πλαίσιο των fast track διαδικασιών.
Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ευόδωση των συνομιλιών θα μπορούσε να αυξήσει τις εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ κατά 28% και να προσθέσει στο ΑΕΠ 120 δισ. ευρώ ή το 0,5% του ετήσιου προϊόντος. Αντικείμενο των εντατικών διαπραγματεύσεων δεν αποτελούν μόνο οι δασμοί, που λόγω τού ότι είναι καταγεγραμμένοι είναι και το πιo εύκολο μέρος της δουλειάς. Με βάση έρευνα της ΕΕ, τροχοπέδη στην περαιτέρω ανάπτυξη του διατλαντικού εμπορίου στέκονται περισσότερα από 600 μη δασμολογικά εμπόδια που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν: καθεστώτα προστασίας στο πλαίσιο δημόσιων προμηθειών (π.χ. για τις αμυντικές βιομηχανίες), κρατικές επιδοτήσεις που μπορεί να ξεκινούν από την ανανεώσιμη ενέργεια, να επεκτείνονται σε αγρότες και να φτάνουν στα κονδύλια έρευνας και ανάπτυξης προστατευμένων κλάδων, ακόμη και στις επιδοτήσεις στην αεροναυπηγική βιομηχανία.
Η αλήθεια είναι ότι, όσο περισσότερο μελετάει κανείς το θέμα, εξετάζει δηλαδή το αντικείμενο των συνομιλιών, τόσο καταλαβαίνει ότι, πίσω από τα μεγάλα λόγια και τις υποσχέσεις, κρύβεται η προώθηση μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης ατζέντας που στην προμετωπίδα της γράφει «λιγότερο κράτος, εμπορευματοποίηση των πάντων». ................................................
Επιπλέον τίθεται κι ένα ακόμη ερώτημα: ποιος θα γευτεί αυτά τα επιπλέον έσοδα και κέρδη που θα δημιουργηθούν, όταν αυξηθεί ο κύκλος εργασιών των εξαγωγικών επιχειρήσεων; Γιατί δεν μιλάμε για οποιεσδήποτε επιχειρήσεις, οπότε θα συμπεριλαμβάνονταν και μικρομεσαίες ή τον μέσο όρο. Μιλάμε για την αφρόκρεμα, που τυχαίνει τις περισσότερες φορές να είναι και πολυεθνικές, στο πλαίσιο των οποίων ανθούν φαινόμενα θεσμοθετημένης φοροαποφυγής, μέσω π.χ. υπεράκτιων εταιρειών. Η εμπειρία, επίσης, που υπάρχει σε έναν άλλον τομέα, των πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων στο σύνολο της Οικονομίας, εξαιρουμένων ακόμη και των δημοσίων εσόδων, είναι σοβαρή και εξόχως αρνητική. Ποιος ξεχνάει, για παράδειγμα, τον σημερινό Υπουργό Οικονομικών από τη θέση του επικεφαλής του ΙΟΒΕ να υπόσχεται προ τριετίας, ούτε λίγο ούτε πολύ, την εκτίναξη του ΑΕΠ όταν απελευθερωθεί το επάγγελμα του φορτηγατζή; Ισχυρισμοί που αποδείχθηκαν αστείοι κι επίσης παραπλανητικοί. Γιατί τα οφέλη που δημιουργήθηκαν αξιοποιήθηκαν εξ ολοκλήρου από τις μεγάλες επιχειρήσεις που είδαν το κόστος οδικών μεταφορών να μειώνεται. Δεν είδαμε, όμως, ως καταναλωτές να μειώνεται ανάλογα και η τιμή π.χ. των προϊόντων διατροφής.
Επομένως, εκ του ασφαλούς μπορούμε να συνάγουμε ότι το μειωμένο κόστος μεταφορών έγινε αυξημένο κέρδος των μεγάλων επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν οδικές μεταφορές για τη διακίνηση των προϊόντων τους. Γιατί, επομένως, και σε ό,τι αφορά το διατλαντικό εμπόριο, τα οφέλη από την αύξησή του να μην τα καρπωθούν οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές και, από την άλλη, οι Ευρωπαίοι πολίτες τελικά να επωμιστούν μόνο το κόστος από τη διάλυση των υπηρεσιών υγείας, που στο όνομα της ανάπτυξης του εμπορίου θα ιδιωτικοποιηθούν; Το ενδεχόμενο δεν είναι καθόλου θεωρητικό...
Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για τις ευρωπαϊκές κατακτήσεις (από το εργατικό δίκαιο που αφορά την προστασία από εργοδοτικές καταχρήσεις, μέχρι την προστασία του καταναλωτή που αφορά εμπόδια στην εισαγωγή γενετικά τροποποιημένων τροφίμων), αν λάβουμε υπ’ όψιν μας το καθεστώς αδιαφάνειας που θα δημιουργηθεί όσο θα προχωρούν οι συζητήσεις μεταξύ των επιτροπών εργασίας. Η διάσημη γραφειοκρατία των Βρυξελλών είναι πολύ πιθανό να επιχειρήσει να εκτονώσει τις αντιδράσεις που θα προκαλέσουν οι αποφάσεις στο πλαίσιο της διατλαντικής συμφωνίας, παραπέμποντας κρίσιμες αλλαγές στους γραφειοκρατικούς λαβυρίνθους. Έτσι να μην μαθαίνουμε ποτέ έγκαιρα τι αποφασίζεται και ποιοι νόμοι καταργούνται. Το επιχείρημα των ιθυνόντων της ΕΕ είναι πως όλες οι αποφάσεις θα τεθούν σε ψηφοφορία στο Ευρωκοινοβούλιο, το οποίο σύμφωνα με πολλούς είναι το δημοκρατικό αντίβαρο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία δεν υπόκειται σε καμιά δημοκρατική λογοδοσία.
Η αλήθεια είναι πως, όσο αδιαμφισβήτητη είναι η αυθαιρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, άλλο τόσο αμφισβητούμενος είναι ο υποτιθέμενος δημοκρατικός χαρακτήρας του Ευρωκοινοβουλίου. Πολλώ δε μάλλον, η δυνατότητά του να αποτελέσει όργανο των λαών της Ευρώπης, αποκρούοντας τα σχέδια μετατροπής της ΕΕ σε γερμανική αποικία, όπως συμβαίνει με ολοένα και ταχύτερο ρυθμό. Μάρτυρας, μεταξύ άλλων, είναι η θετική ψήφος που έδωσε το Ευρωκοινοβούλιο στο πακέτο των έξι και των δύο μεταρρυθμίσεων (six pack και two pack), χάρη στις οποίες εγκρίθηκε το δρακόντειο πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας, που ισχύει από φέτος.
Εν ολίγοις περιλαμβάνει: απαγόρευση της δημιουργίας ελλειμμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό, όχι απλά διά νόμου (ο οποίος μάλιστα έχει και συνταγματική ισχύ), αλλά και διά της απειλής προστίμου το οποίο θα επιβάλλεται αυτόματα. Αντίθετα, δε, με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν όταν απαιτούνταν αυξημένη πλειοψηφία στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής για να επιβληθεί τέτοια ποινή, πλέον, θα απαιτείται αυξημένη για να αναιρεθεί μια τέτοια απόφαση, δηλαδή η ποινή που είναι απαραίτητο να τονισθεί ότι ισοδυναμεί με την κατάργηση και των τελευταίων βαθμών αυτονομίας από τη μεριά των κρατών και των εθνικών κοινοβουλίων. Σε αυτό το πλαίσιο, η ψήφος των πολιτών ακυρώνεται! Καμία σημασία δεν θα έχει αν στις προσεχείς εκλογές στην Ελλάδα ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα το εκλογικό σώμα δώσει την εξουσία, με καθ’ όλα δημοκρατικές διαδικασίες, σε κόμματα ή συνασπισμούς που προκρίνουν την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική! Αυτή η εξέλιξη, που επισημάνθηκε με τη δέουσα σοβαρότητα και από το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής στην ενδιάμεση έκθεση του Ιανουαρίου, είναι η δεύτερη σε σημασία εξέλιξη που οδηγεί τους λαούς της Ευρώπης σε μια εχθρική στάση απέναντι στην ΕΕ και τους θεσμούς της, ανεξάρτητα από το αν είναι εκλεγμένοι ή όχι. Το αποτέλεσμα μετράει. Κι εδώ το αποτέλεσμα είναι πως το Ευρωκοινοβούλιο, όπως η Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, συνιστούν βαθιά αντιδημοκρατικά μορφώματα, με κύριο έργο τη θωράκιση της λιτότητας και της φτώχειας.
Στην Ελλάδα, όμως, υπάρχει κι ένα επιπλέον γεγονός που επιβαρύνει την ΕΕ στη συνείδηση της κοινωνίας. Μαζί με όσα πρόκειται να γίνουν με αφορμή το διατλαντικό εμπόριο και τη δημοσιονομική πειθαρχία, προστίθεται και η προοπτική του νέου, τρίτου δανείου, ύψους γύρω στα 20 δισ. ευρώ, που σχεδιάζει η Γερμανία να δοθεί στην Ελλάδα τον Μάιο, πριν δηλαδή τις ευρωεκλογές. Το σκεπτικό του Τέταρτου Ράιχ είναι απλό: ξέροντας ότι οι ευρωεκλογές θα επιταχύνουν τις πολιτικές εξελίξεις συντομεύοντας τη ζωή της κυβέρνησης, αυτό που επιδιώκουν είναι να δεσμεύσουν τον ελληνικό λαό και την επόμενη κυβέρνηση με μια συμφωνία εξόχως καταστρεπτική, καθώς: Πρώτο, θα συνοδεύεται από νέο Μνημόνιο, που σημαίνει νέα μέτρα λιτότητας. Δεύτερο, θα αυξάνει το δημόσιο χρέος, καθώς, όσο κι αν μειωθούν τα επιτόκια στα δάνεια που έχουν ήδη δοθεί (κατά 0,5% με βάση τις τελευταίες πληροφορίες) κι όσο κι αν επιμηκυνθεί η αποπληρωμή (μεταξύ 30 και 50 ετών), το ύψος του δημόσιου χρέους δεν θα μειωθεί. Τα βάρη στον ελληνικό λαό θα αυξηθούν! Τέλος, θα συρρικνωθούν σε βαθμό εξαφάνισης και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, από τη στιγμή που η κρίση χρέους τη μετατρέπει σε αποικία χρέους, με την Τασκ Φορς στο εξής (από τη στιγμή που η Τρόικα θα πάψει να υφίσταται λόγω της μη συμμετοχής του ΔΝΤ στο νέο δάνειο) να μετατρέπεται σε κατοχική διοίκηση!
Επομένως, αυτοί που απεργάζονται τέτοια σενάρια ας μην απορούν όταν οι ψηφοφόροι γυρίσουν πς πλάτες τους στις κάλπες των ευρωεκλογών ή ολοένα και περισσότεροι ψηφίσουν κόμματα κριτικά ή και απορριπτικά απέναντι στην ΕΕ.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Νexus Μαρτίου 2014