Διαπιστώνουμε κάθε μέρα πόσο απογοητευμένοι είναι οι πολίτες από τους πολιτικούς. Αυτό όμως δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης (και όχι μόνο) οι ψηφοφόροι κατηγορούν τους πολιτικούς ότι ενδιαφέρονται περισσότερο να προωθήσουν τα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας, παρά των πολιτών που τους εξέλεξαν. Λογικό επακόλουθο είναι να εκτοξεύονται εναντίον τους κατηγορίες ότι εξαρτώνται από το οικονομικό κατεστημένο.
Τα κοινοβούλια με τους εκλεγμένους αντιπροσώπους του λαού αποτελούν συστατικό στοιχείο του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η απαξίωση του πολιτικού προσωπικού υπάρχει φόβος να οδηγήσει στον τραυματισμό της δημοκρατίας, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τη στροφή όλο και μεγαλύτερου μέρους των ευρωπαίων πολιτών σε ακροδεξιά κόμματα "μειωμένης" δημοκρατικής ευαισθησίας.
Μάλλον έχει φτάσει η ώρα να επανεξετάσουμε τον τρόπο λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών στα ευρωπαϊκά κράτη (κατ'αρχήν), ώστε να διασώσουμε το πολίτευμα, που έχει αποδειχτεί μέχρι τώρα ότι είναι το καλύτερο που έχει εφαρμοστεί από τις ανθρώπινες κοινωνίες.
Ο Philip Coggan, συγγραφέας του βιβλίου "The Last Vote: The Threats to Western Democracy", παραθέτει τις σχετικές απόψεις και τις διαπιστώσεις του, κάνοντας και κάποιες προτάσεις, στο άρθρο που αναδημοσιεύω παρακάτω από τον Economist.
Εξεγερμένοι ψηφοφόροι
Η δημοκρατία έχει μια
δύσκολη χρονιά μπροστά της: το 2014 σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες χώρες του
αναπτυσσόμενου κόσμου, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας, της Ινδονησίας και της
Βραζιλίας, όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες (ενδιάμεσες εκλογές) και τα 28 κράτη-μέλη
της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκλογή Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), οι ψηφοφόροι θα
προσέλθουν στις κάλπες. Αλλά η προσέλευσή τους στον πλούσιο κόσμο μειώνεται
σταθερά από τη δεκαετία του 1970, από περισσότερο του 80%, σε λιγότερο του 70%
έως το 2011 (βλέπε διάγραμμα). Σε όλον τον κόσμο οι πολίτες είναι βαθιά
απογοητευμένοι από τους πολιτικούς και τις εκλογές. Το επόμενο έτος ένας
ανησυχητικά υψηλός αριθμός ψηφοφόρων θα φλερτάρει με τα πολιτικά άκρα.
Η οικονομική κρίση έχει
διαβρώσει τη συμφωνία που στήριζε τη δημοκρατία: οι ψηφοφόροι υποστηρίζουν τους
πολιτικούς με αντάλλαγμα μεγαλύτερη ευημερία. Δεν είναι βεβαίως η πρώτη φορά. Η
ευρωπαϊκή δημοκρατία κλονίστηκε τη δεκαετία του 1930 ενόψει της Μεγάλης Ύφεσης.
Η Νότιος Αμερική ολίσθησε στην απολυταρχία τις δεκαετίες των 1970 και 1980.
Τα κόμματα που κατείχαν
την εξουσία στην αρχή της κρίσης έχουν ως επί το πλείστον αποδυναμωθεί και
αντικατασταθεί από την επικρατούσα αντιπολίτευση.
Ωστόσο, η πολιτική δεν
έχει αλλάξει καθόλου: οι ψηφοφόροι εξακολουθούν να ζουν σε συνθήκες λιτότητας,
υποφέρουν από την υψηλή ανεργία και δεν βλέπουν κάποια προοπτική δραματικής
βελτίωσης. Οι πολιτικοί δεν έχουν τίποτα να υποσχεθούν στους ψηφοφόρους,
αντιθέτως μειώνουν τις υπηρεσίες και τις παροχές από τις οποίες εξαρτιούνταν.
Έτσι οι ψηφοφόροι απομακρύνονται από την «καθεστηκυία τάξη» - προς τον ΣΥΡΙΖΑ
και τη Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα, τον Beppe Grillo
στην Ιταλία και το Κόμμα Ανεξαρτησίας Ηνωμένου Βασιλείου στη Βρετανία. Ακόμα
και στην Αμερική, όπου ακόμα κυριαρχούν τα δύο μεγάλα κόμματα, έχει σημειωθεί
υποχώρηση του δικομματισμού και η πολιτική αντιπαράθεση γίνεται ολοένα και
θερμότερη, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολες τις συμφωνίες από τις οποίες
εξαρτάται η δημοκρατία. Οι ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου θα αυξήσουν
περισσότερο την οργή.
Αν αυτό αποτελεί για τη
δημοκρατία ένα πρόβλημα «από κάτω προς τα πάνω», οφείλει να σημειωθεί ότι
υπάρχουν και «από πάνω προς τα κάτω» ζητήματα. Πρώτον, η δημοκρατία έχει
καταστεί απόμακρη. Όταν η Δημοκρατία αναπτύχθηκε στην Αθήνα, βασιζόταν σε όλους
τους (άρρενες) πολίτες, οι οποίοι λάμβαναν αποφάσεις στην αγορά ή στην εκκλησία
του δήμου. Η σύγχρονη δημοκρατία, όπως αναδύθηκε στην Αμερική και τη Βρετανία,
βασίστηκε στην αρχή της αντιπροσώπευσης: οι ψηφοφόροι αναθέτουν τη λήψη
αποφάσεων σε αυτούς που εκλέγουν και μπορούν να αντικαταστήσουν. Ωστόσο, όλο
και πιο συχνά οι αντιπρόσωποί τους αναθέτουν τη λήψη αποφάσεων στους
τεχνοκράτες.
Η νομισματική πολιτική
βρίσκεται στα χέρια των μη εκλεγμένων κεντρικών τραπεζιτών, των οποίων η κάθε
λέξη φαίνεται να κινεί τις αγορές και οι οποίοι είναι πιο βαρύνουσες
οικονομικές προσωπικότητες από πολλούς πρωθυπουργούς. Στην Ευρωζώνη, η
δημοσιονομική πολιτική, για να μπορέσει να εφαρμοστεί σε εθνικό επίπεδο, πρέπει
να εγκριθεί από τις Βρυξέλλες. Οι εθνικοί νόμοι υποτάσσονται στα διεθνή
δικαστήρια, είτε πρόκειται για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Το ΔΝΤ και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου μπορούν να καθορίζουν την
οικονομική πολιτική. Πολλοί ψηφοφόροι σκέφτονται ότι η φωνή τους μετράει
ελάχιστα μπροστά σε όλον αυτόν τον εξωτερικό έλεγχο, κάτι που εξηγεί την άνοδο
του αντιευρωπαϊκού αισθήματος σε όλη την Ευρώπη και θα αντικατοπτριστεί στην
αύξηση της στήριξης ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων στις Ευρωεκλογές του Μαΐου.
Δεύτερον, πολλά σύγχρονα
προβλήματα, όπως η φοροδιαφυγή ή η κλιματική αλλαγή, είναι παγκόσμια και έχει
αποδειχτεί ότι είναι δύσκολο η δημοκρατία να συμφιλιωθεί με τις διεθνείς
αποφάσεις. Η ΕΕ προσπαθεί να συνδυάσει την αποτελεσματικότητα με τα δικαιώματα
των μεμονωμένων χωρών. Ο OHE, από την ίδρυσή του το
1945, προβλέπει το δικαίωμα της αρνησικυρίας στην έκδοση αποφάσεων για τα πέντε
μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Τρίτον, το δικαίωμα του
εκλέγειν αποτελεί ένα μόνο κομμάτι της φιλελεύθερης δημοκρατίας: οι πολίτες
απολαμβάνουν επίσης το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, της δίκαιης δίκης και
της ελάχιστης κυβερνητικής παρέμβασης στις ζωές τους. Ωστόσο, ο «πόλεμος κατά
της τρομοκρατίας» έχει περιορίσει αυτά τα δικαιώματα, καθώς οι κυβερνήσεις
έχουν φυλακίσει ανθρώπους χωρίς δίκη, έχουν παρακολουθήσει τηλεφωνικές
συνομιλίες και την ηλεκτρονική αλληλογραφία πολιτών και κατέφυγαν ακόμα και σε
βασανισμούς.
Θεωρούμε αυτές τις
αλήθειες αυταπόδεικτες
Τι θα μπορούσε να
αποκαταστήσει την πίστη στη δημοκρατία; Η μεταρρύθμιση της χρηματοδότησης των
κομμάτων, ώστε να δηλώνονται τα ονόματα όλων των δωρητών, θα μπορούσε να
μειώσει την ισχύ των ειδικών συμφερόντων. Στην Αμερική το ρεύμα προς τον
εξτρεμισμό θα μπορούσε ίσως να αντιμετωπιστεί βάζοντας τέλος στα εκλογικά
μαγειρέματα των περιφερειών, έτσι ώστε οι πολιτικοί να στραφούν προς το κέντρο
και όχι μόνο προς τον πυρήνα των υποστηρικτών τους. Δεύτερα κοινοβουλευτικά
σώματα, όπως η Βουλή των Λόρδων της Βρετανίας, θα μπορούσαν να έχουν το
δικαίωμα να θέτουν ζητήματα στους πολίτες μέσω δημοψηφίσματος, όταν θεωρούν ότι
η Κάτω Βουλή ή μη εκλεγμένα σώματα, υπερβαίνουν τις αρμοδιότητές τους.
Δυστυχώς τίποτα από αυτά
δεν θα συμβεί το 2014. Η καλύτερη γρήγορη θεραπεία για τις πληγές της
δημοκρατίας θα ήταν μια ισχυρή ανάπτυξη, ώστε να μειωθεί η ανεργία και να
ενισχυθούν τα πραγματικά εισοδήματα, κάνοντας τους ψηφοφόρους περισσότερο
ευτυχισμένους. Κρατήστε μικρό καλάθι...