28 Νοεμβρίου 2016

Γιατί η κυβέρνηση παίζει τα ρέστα της στο χρέος


Μια επίκαιρη πολιτική ανάλυση για τα τεκταινόμενα κάνει ο κ.Σταύρος Λυγερός στο άρθρο του που αναδημοσιεύω στη συνέχεια.
Επιθυμία για ολοκλήρωση της αξιολόγησης
Μπορεί η κυβέρνηση να καλλιεργεί στην κοινή γνώμη -προσεκτικά, είναι η αλήθεια- το δικό της αφήγημα για success story στην οικονομία, αλλά στο Μαξίμου έχουν συνείδηση πως τα πάντα θα κριθούν από την έκβαση της μάχης για την ελάφρυνση του χρέους.
Προϋπόθεση για να συζητηθεί στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 5 Δεκεμβρίου είναι οι διαπραγματεύσεις με το κουαρτέτο να καταλήξουν τις επόμενες ημέρες σε συμφωνία. Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, η εντολή του Μαξίμου προς τους εμπλεκόμενους υπουργούς είναι να εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια για άμβλυνση των υπέρμετρων απαιτήσεων, κυρίως του ΔΝΤ, στον τομέα των Εργασιακών, αλλά να μη διακινδυνεύσουν ναυάγιο αυτού του κύκλου των διαπραγματεύσεων. Η οδηγία του πρωθυπουργού, ότι το κουαρτέτο δεν πρέπει να φύγει από την Ελλάδα χωρίς συμφωνία, πρακτικά σημαίνει ότι η ελληνική πλευρά είναι άοπλη διαπραγματευτικά. Σύμφωνα με υψηλά ιστάμενο κυβερνητικό παράγοντα, «μας πονάει το γεγονός ότι είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε πίσω, αλλά το διακύβευμα είναι πολύ μεγαλύτερο από τα Εργασιακά και τα άλλα θέματα της ατζέντας. Αν δεν έχουμε συμφωνία πριν φύγουν οι θεσμοί, δεν θα μπορέσει το Euroworking Group στις 28 του Νοέμβρη να ανάψει το πράσινο φως και θα χαθεί η δυναμική που υπάρχει για να συζητηθεί η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους στο Eurogroup στις 5 του Δεκέμβρη. Ο Σόιμπλε θα το ήθελε πολύ, αλλά είμαστε αποφασισμένοι να μη χάσουμε το τρένο».

Αναφερόμενη στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση, άλλη κυβερνητική πηγή μάς είπε ότι αυτή τη φορά η κυβέρνηση είναι πολύ πιο καλά προετοιμασμένη. Στο πλαίσιο της εντολής του πρωθυπουργού να μην υπάρξουν καθυστερήσεις έγιναν από το καλοκαίρι συσκέψεις. Σε αυτές αποφασίστηκε κάθε υπουργείο να επεξεργαστεί συγκεκριμένες προτάσεις για τα θέματα της ατζέντας, ώστε να μην περιέλθει στη μειονεκτική θέση να διαπραγματεύεται αποκλειστικά στη βάση των απαιτήσεων του κουαρτέτου.

Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα
Εάν όλα πάνε όπως υπολογίζουν, στις 5 Δεκεμβρίου θα εγκριθεί η ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, αλλά η δόση των 6,1 δισ. θα εκταμιευτεί όταν θα ψηφιστούν τα 12 προαπαιτούμενα που θα έχουν συμφωνηθεί από τις δύο πλευρές. Είναι δεδομένο ότι το Eurogroup θα αποφασίσει και τα λεγόμενα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Αυτό δεν το αμφισβητεί ούτε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών. Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, ωστόσο, εάν περιοριστούν σε κάποιες επιμέρους διευθετήσεις, θα είναι ανεπαρκή για να διαλύσουν το κλίμα αβεβαιότητας, το οποίο αποτρέπει μεγάλες επενδύσεις, οι οποίες με τη σειρά τους είναι προϋπόθεση για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Εάν το ελληνικό χρέος δεν χαρακτηριστεί βιώσιμο, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον Μάριο Ντράγκι να συμπεριλάβει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Πολλά θα κριθούν και από την έκθεση του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους που αναμένεται τον Δεκέμβριο.

Η συμμετοχή της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση έχει κρίσιμη σημασία. Οχι μόνο επειδή θα προσκομίσει στην ελληνική οικονομία μερικά δισ. ευρώ, αλλά κυρίως θα ανοίξει τον δρόμο για την επιστροφή στις αγορές. Εάν η Ελλάδα δεν επιστρέψει στις αγορές μέχρι την άνοιξη του 2018, το τέταρτο μνημόνιο θα καταστεί αναπόφευκτο, επειδή χωρίς τέταρτη δανειακή σύμβαση δεν θα είναι δυνατή η εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους. Για να αποτρέψει το εφιαλτικό αυτό σενάριο, η κυβέρνηση προσπαθεί με όλους τους τρόπους η συζήτηση στο Eurogroup να διευρυνθεί και τα μέτρα που θα αποφασιστούν, έστω και εάν χαρακτηριστούν βραχυπρόθεσμα, να είναι διευρυμένα, να αφορούν δηλαδή ένα σημαντικό κομμάτι του χρέους, της τάξης των 65 δισ. ευρώ, έτσι ώστε να βελτιώσουν τη συνολική εικόνα. Επιπλέον, επιδιώκει να καταγραφούν με πολιτική απόφαση όσο το δυνατόν πιο δεσμευτικά τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, συμφωνώντας να τεθούν σε εφαρμογή το 2018.

Εάν αποφασιστούν, ο ορίζοντας θα έχει σε μεγάλο βαθμό καθαρίσει. Αυτό θα επηρεάσει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2018 και μετά και βεβαίως τις αποφάσεις των υποψήφιων επενδυτών.

Προς την ίδια κατεύθυνση πιέζει και το ΔΝΤ. Είναι αξιοσημείω­το ότι στην έκθεσή του για το ελληνικό χρέος στις αρχές του καλοκαιριού το Ταμείο είχε ζητήσει η ελάφρυνση να πραγματοποιηθεί μέχρι το 2018. Είχε, μάλιστα, προτείνει η ελάφρυνση να μη συνδεθεί με όρους, επειδή αυτό θα συντηρούσε το κλίμα αβεβαιότητας και θα εμπόδιζε την αποκατάσταση του κλίματος εμπιστοσύνης. Πιεζόμενο να τα βρει με τους Ευρωπαίους, όμως, το ΔΝΤ είχε προσυπογράψει τον περασμένο Μάιο την απόφαση του Eurogroup, η οποία είναι πολύ φειδωλή. Υπό την πίεση των ίδιων σκοπιμοτήτων, ο εκπρόσωπός του Τζέρι Ράις δήλωσε προ ημερών ότι το Ταμείο είναι διατεθειμένο να συμμετάσχει και χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα (μνημόνιο) εάν στο Eurogroup του Δεκεμβρίου αποφασιστούν όχι μόνο τα βραχυπρόθεσμα, αλλά και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης. Για να γεφυρώσει το χάσμα με το Βερολίνο, μάλιστα, έκανε ένα ακόμα βήμα πίσω. Πρότεινε η εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων να συνδεθεί με όρους.

Αν κρίνουμε, όμως, από τις δηλώσεις του Σόιμπλε, ούτε οι δημόσιες παροτρύνσεις του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, ούτε η συμβιβαστική πρόταση του ΔΝΤ, ούτε οι φωνές που ακούγονται και εντός του ευρωιερατείου στάθηκαν ικανές να κάμψουν την αδιαλλαξία του. Απαντώντας στον Ομπάμα, που υπογράμμισε ότι δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας χωρίς ελάφρυνση του χρέους, έφτασε στο σημείο να πει ότι προσφέρει κακή υπηρεσία στους Έλληνες όποιος λέει ότι πρέπει να ελαφρυνθεί το χρέος τους! Την επομένη, δε, πήγε ακόμα παραπέρα, δηλώνοντας ότι η ελάφρυνση εμποδίζει τις μεταρρυθμίσεις!

Οι δηλώσεις Σόιμπλε ήταν και ένα μήνυμα προς την Άνγκελα Μέρκελ να μην υποχωρήσει στην πίεση του Ομπάμα. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, οι δυο τους συζήτησαν για το ελληνικό χρέος στο δείπνο που είχαν την περασμένη Τετάρτη, αλλά η καγκελάριος δεν αποδέχθηκε τη σύσταση του Αμερικανού προέδρου. Το γεγονός, άλλωστε, ότι είναι απερχόμενος μειώνει κατά πολύ την ισχύ των συστάσεών του. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί η αντίφαση των Μέρκελ και Σόιμπλε. Θέλουν τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, αλλά αρνούνται την ελάφρυνση του χρέους, που είναι η προϋπόθεση για τη συμμετοχή. Το τελευταίο χαρτί του Γερμανού υπουργού Οικονομικών προς το κοινοβούλιό του θα είναι το επιχείρημα ότι αυτό που έχει σημασία είναι το γεγονός ότι το Ταμείο ήδη συμμετέχει ως τεχνικός σύμβουλος και ως τέτοιος εγγυάται την απαρέγκλιτη εφαρμογή του μνημονίου.


Τι φοβάται το Βερολίνο

Το Βερολίνο είναι αρνητικό ως προς την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους επειδή, εκτός των άλλων, φοβάται μήπως λειτουργήσει ως προηγούμενο και για άλλες χώρες-μέλη που αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπερχρέωσης. Όπως ομολογεί, όμως, και η έγκυρη «Frankfurter Allgemeine Zeitung», οι πιέσεις προς τον Σόιμπλε εντείνονται. Εξ ου και η έκδηλη νευρικότητά του. Αυτός είναι ο λόγος που η συνεδρίαση του Eurogroup στις 5 Δεκεμβρίου δεν αναμένεται να είναι περίπατος για τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών. Το κλίμα στην Ευρώπη αλλάζει. Σε αυτό δεν έχουν συμβάλει μόνο ο Ομπάμα και το ΔΝΤ. Εχουν μεσολαβήσει το Brexit και η εκλογή Τραμπ. Το ενδεχόμενο να είναι αρνητικό το δημοψήφισμα στην Ιταλία και να οδηγήσει σε παραίτηση του Ματέο Ρέντσι, σε συνδυασμό με την άνοδο του Κινήματος του Μπέπε Γκρίλο, προσθέτει έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα.

Το ίδιο και η πιθανή εκλογή του ακροδεξιού στην προεδρία της Αυστρίας και βεβαίως η αναμενόμενη άνοδος της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία.

Ολοένα περισσότεροι συγκλίνουν στη θέση ότι η γερμανική ακαμψία καθηλώνει την Ευρωζώνη στην οικονομική στασιμότητα, με αποτέλεσμα να ενισχύονται αντισυστημικές πολιτικές δυνάμεις. Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με δημοσκόπηση, η πλειοψηφία των Ευρωπαίων θεωρεί ότι η Ε.Ε. βαδίζει προς τη λάθος κατεύθυνση. Ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς, μάλιστα, δήλωσε ότι η Ένωση κινδυνεύει με διάλυση. Αντίστοιχες δηλώσεις έχει κάνει επανειλημμένως και ο Ιταλός ομόλογός του, Ρέντσι. Η γερμανική ακαμψία επιβεβαιώθηκε και με το κατηγορηματικό «όχι» του Σόιμπλε στην τοποθέτηση του Πιερ Μοσκοβισί. Υπενθυμίζουμε ότι μιλώντας εκ μέρους της Κομισιόν, ο αρμόδιος επίτροπος ζήτησε επισήμως να υιοθετηθεί επεκτατική δημοσιονομική πολιτική από τις χώρες-μέλη που έχουν τα περιθώρια. Ήταν ένα σαφές μήνυμα προς το Βερολίνο να μειώσει τα πλεονάσματά του, αυξάνοντας τις δαπάνες του με σκοπό να προκληθεί ανάπτυξη.

Το γεγονός ότι αμφισβητείται η πολιτική του Σόιμπλε αποτυπώθηκε και στις δηλώσεις Ντάισελμπλουμ. Ο πρόεδρος του Eurogroup όχι μόνο επαίνεσε την κυβέρνηση Τσίπρα για την καλύτερη εφαρμογή του μνημονίου από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά άφησε και ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο να συζητηθούν στις 5 Δεκεμβρίου και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Επίσης, άφησε ανοιχτό και το ενδεχόμενο να μειωθεί ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 και μετά. Υπενθυμίζουμε ότι, για να μην επιβληθούν πρόσθετα μέτρα λιτότητας, το ΔΝΤ ζητάει το 3,5% να μειωθεί στο 1,5%. Για την Ελλάδα η μείωση του 3,5% είναι ζωτικής σημασίας και γι’ αυτό η κυβέρνηση καθυστερεί να συμφωνήσει και να ψηφίσει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα για την επόμενη τριετία. Αν το κάνει τώρα, θα πρέπει να αποδεχθεί το 3,5% που προβλέπει το τρίτο μνημόνιο και ως εκ τούτου να εξουδετερώσει πολιτικά τη διεκδίκησή της.


Αίνιγμα η στάση του ΔΝΤ

Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, η μάχη στο Eurogroup θα είναι σκληρή, αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα ληφθούν αποφάσεις και για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. «Μπορεί αυτό να μη συμβεί τον Δεκέμβριο», μας είπε χαρακτηριστικά, «αλλά θα συμβεί το πρώτο εξάμηνο του 2017 και θα συνδεθεί με οδικό χάρτη». Η ίδια πηγή μάς είπε ότι η πρόσφατη μετατόπιση του ΔΝΤ έγινε στο πλαίσιο διαβουλεύσεων με ανώτατους Ευρωπαίους αξιωματούχους και με σκοπό να διευκολυνθεί ο συμβιβασμός με το Βερολίνο. Δεδομένου ότι η Ουάσινγκτον έπαιξε ρόλο μεσολαβητή σε αυτές τις διαβουλεύσεις, η εκλογή Τραμπ δημιουργεί μια ασάφεια για το πώς τελικώς θα διαμορφωθεί η στάση του αμερικανικού παράγοντα. Τόσο οι Ευρωπαίοι όσο και η ηγεσία του ΔΝΤ τηρούν στάση αναμονής. Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, η Κριστίν Λαγκάρντ έχει ζητήσει συνάντηση με τον νέο Αμερικανό πρόεδρο, προκειμένου να διευκρινίσει τις προθέσεις του όχι μόνο για το ελληνικό ζήτημα, αλλά ευρύτερα για τη στάση έναντι της Ευρωζώνης. Η ασάφεια σχετικά με τις προθέσεις του Τραμπ αφορά και τη γεωπολιτική πτυχή, η οποία εκ των πραγμάτων αγγίζει την Ελλάδα. Με ανοιχτά τα μέτωπα στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, με τη Λιβύη «μαύρη τρύπα» και με την Τουρκία του Ερντογάν να αυτονομείται από τη Δύση, η κυβέρνηση Ομπάμα αξιολογούσε ότι η Ελλάδα έχει μετατραπεί από χώρα δεύτερης σε χώρα πρώτης γραμμής. Γι’ αυτό και το τελευταίο που επιθυμούσε ήταν να προκύψει οικονομική κατάρρευση.

Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η διάσταση αυτή εθίγη και κατά τη διάρκεια της συνάντησης του Ομπάμα με τους ηγέτες των πέντε μεγαλύτερων χωρών της Ε.Ε. (Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία και Ισπανία). Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν η κυβέρνηση Τραμπ θα συμμεριστεί αυτή την ανάγνωση των γεωπολιτικών δεδομένων ή θα προχωρήσει σε αναθεώρηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που θα υποβαθμίζει το ενδιαφέρον τους για τη σταθερότητα της Ελλάδας. Εάν οι εξελίξεις δεν πάρουν την τροπή που επιδιώκει η Αθήνα, εκτός από τις οικονομικές θα προκύψουν και ισχυρές πολιτικές παρενέργειες. Χάνοντας συνεχώς έδαφος στις δημοσκοπήσεις και με ολοένα μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού να μην μπορούν να τα βγάλουν πέρα, η κυβέρνηση θα αποσταθεροποιηθεί. Στην πραγματικότητα, ο Τσίπρας παίζει τα ρέστα του στο αισιόδοξο σενάριο. Εάν, όμως, τα πράγματα στραβώσουν, οι ελπίδες του ΣΥΡΙΖΑ για πολιτικοεκλογική ανάκαμψη ή τουλάχιστον για συγκράτηση δυνάμεων θα καταρρεύσουν. Όπως ομολόγησε ανώτατη κυβερνητική πηγή, σε αυτή την περίπτωση θα εγγραφεί στην ημερήσια διάταξη το ενδεχόμενο προκήρυξης πρόωρων εκλογών. Το πολιτικό δίλημμα για τον ΣΥΡΙΖΑ θα προσλάβει πιεστικό χαρακτήρα: Θα προτιμήσει να παραμείνει στην εξουσία με κόστος τον ορατό κίνδυνο να δει το εκλογικό ποσοστό του να συρρικνώνεται δραματικά ή θα στήσει κάλπες για να φύγει πριν από τη βύθιση και κατ’ αυτό τον τρόπο να παραμείνει ο άλλος πόλος του πολιτικού συστήματος;

Η ίδια κυβερνητική πηγή ήταν σαφής: «Σήμερα και όσο δεν έχει ξεκαθαρίσει ο πολιτικός ορίζοντας οι κάλπες είναι εκτός συζήτησης. Εάν, όμως, την άνοιξη δεν έχουμε αποφάσεις για την ελάφρυνση του χρέους και δεν έχουμε μπει στην ποσοτική χαλάρωση, θα πάμε υποχρεωτικά σε εκλογές. Θα ήταν πολιτικά αυτοκτονικό να συνεχίσουμε. Θα είναι ο ίδιος ο Τσίπρας που θα διαλέξει την ηρωική έξοδο. Ελπίζουμε, όμως, ότι δεν θα χρειαστεί να φτάσουμε εκεί».

Πρωτοδημοσιεύτηκε στο Πρώτο Θέμα της 20-11-2016 
GreekBloggers.com