Τη βδομάδα που πέρασε, μια ασθένεια με κράτησε 3-4 μέρες στο
σπίτι. Είναι κρίμα που δεν μπορεί κάποιος να εκμεταλλευτεί αυτές τις περιπτώσεις
για να ολοκληρώσει την ανάγνωση κάποιου βιβλίου που έχει ξεκινήσει ή κάποιου
κειμένου που έχει κατά νου, αφού ο πυρετός, έστω και χαμηλός, αποτελεί τροχοπέδη.
Θλιβερό αποτέλεσμα είναι ότι η μόνη κατάλληλη παρέα είναι η
τηλεόραση (και το ραδιόφωνο βέβαια, που έχει γίνει κι αυτό μια απ'τα ίδια).
Το θέμα της εβδομάδας ήταν οπωσδήποτε η τρομοκρατική επίθεση
στα γραφεία του Charlie Hebdo.
Σήμερα, δεν θα γράψω για θέματα τρομοκρατίας με αφορμή αυτό το γεγονός. Ίσως σε
κάποιο προσεχές post. Θα
ανατρέξω στις μνήμες των φοιτητικών μου χρόνων, τότε που γνώρισα για πρώτη φορά
το εν λόγω περιοδικό. Ήταν τη δεκαετία του 70, κατά την πρώτη περίοδο
κυκλοφορίας του. Δεν θυμάμαι αν κυκλοφορούσε στα αθηναϊκά περίπτερα. Στην παρέα
μας όμως είχαμε μια συμφοιτήτρια που ο φίλος της σπούδαζε στη Γαλλία κι εκείνος
ήταν που έφερνε μαζί του όταν ερχόταν στην Ελλάδα τεύχη του Charlie Hebdo.
Τεύχη του έφερνε και η φίλη μας όταν γυρνούσε από το Παρίσι, όπου πήγαινε να
τον επισκεφτεί. Μας είχε τραβήξει το ενδιαφέρον το γεγονός ότι ένα περιοδικό μπορούσε
να είναι τόσο επιθετικά κριτικό σε θέματα που τότε μας φαινόταν αδιανόητα. Μην
ξεχνάμε ότι είχαμε μπει στη σχολή επί χούντας, οπότε η λογοκρισία ήταν σημείο
αναφοράς και η μόνη κριτική που ακουγόταν ήταν κατά «του κομμουνιστικού
κινδύνου». Για να έχετε σημείο σύγκρισης, όπως ακούμε σήμερα τους πολιτικούς της
συγκυβέρνησης (αλλά και –όλως παραδόξως- του στοχοποιημένου τότε ΚΚΕ) κατά του
κινδύνου του ΣΥΡΙΖΑ. Το μόνο καλό τότε ήταν ότι είχαμε μόνο μια ΥΕΝΕΔ, ενώ τώρα
έχουμε πολλές. Όμως ξέφυγα από το θέμα της γνωριμίας μου με το Charlie Hebdo. Δεν πειράζει, θα
περάσω σε κάτι άλλο.
Το Βενιζέλο, εδώ και καιρό, δεν κάθομαι να τον ακούσω όταν μιλάει στην τηλεόραση. Δεν
έχει νόημα, γιατί παρουσιάζει τον κόσμο όπως τον βλέπει αυτός, ή όπως θα τον
συνέφερε να είναι, προκειμένου να γλυτώσει τις διώξεις για τα «κατορθώματά»
του. Προχθές όμως, πάνω στο zapping και με εναλλακτικές επιλογές μαγειρέματα (κυριολεκτικά, όχι
πολιτικά), αλλά και με μειωμένη αντίσταση λόγω -έστω και χαμηλού εκείνη την
ώρα- πυρετού, έμεινα στο τετ-α-τετ που είχε με την κ.Τσαπανίδου. Ένας επί πλέον
λόγος ήταν ότι η έμπειρη δημοσιογράφος δεν έδειχνε διατεθειμένη να του «στρώσει
το χαλί για να περάσει». Βέβαια, ο Βενιζέλος, γνωστή σουπιά, απαντούσε σε ό,τι
ήθελε όποτε ήθελε. Όταν ήθελε να αποφύγει μια απάντηση άρχιζε το γλείψιμο στην
παρουσιάστρια («εσείς τόσο καλή και έμπειρη πως με ρωτάτε κάτι τέτοιο;» και τα
παρεμφερή). Ένα πολύ καλό σε αυτή την εκπομπή είναι η άμεση επαφή που έχει
αναπτύξει η δημοσιογράφος με τους τηλεθεατές της μέσω twitter κυρίως,
αλλά και με τα άλλα social media.
Δεν έχει πέσει στην αντίληψή μου άλλη τηλεοπτική εκπομπή με τόση αμεσότητα. Μάλιστα, αν έχουμε το site της εκπομπής ανοιχτό, μπορούμε όλοι να βλέπουμε in real time τα σχόλια και τις ερωτήσεις
που γίνονται απο τους τηλεθεατές. Έτσι πάνω στην κουβέντα μπορεί να μεταφέρει άμεσα ερωτήσεις τους,
που θεωρεί ενδιαφέρουσες. Ευνόητο είναι ότι δεν είναι δυνατόν κατά τη διάρκεια
της γρήγορης ροής μιας συζήτησης να μεταφερθούν όλες οι παρατηρήσεις τους. Για να επανέλθω στο Βενιζέλο,
σε ερώτηση τηλεθεατή που του μεταφέρθηκε για την καταστροφή που
προκάλεσε το PSI στα
ασφαλιστικά ταμεία (εκτός φυσικά από τους μικροομολογιούχους), εκείνος δεν
απάντησε άμεσα, είπε μερικές αερολογίες πρώτα και όταν υποτίθεται ότι απάντησε,
μόνο ξεκάθαρος δεν ήταν. Έμπειρος σε τηλεοπτικές εμφανίσεις ξέρει ότι αν δεν απαντήσει με σαφήνεια σε ερώτηση, ακόμα και να επανέλθει ο δημοσιογράφος θα το κάνει μια φορά, δεν θα επιμένει, δεδομένου ότι έχει ετοιμάσει κι άλλες ερωτήσεις και ο τηλεοπτικός χρόνος είναι περιορισμένος.
Τέλος πάντων, η δόση Βενιζέλου που πήρα ήταν υπεραρκετή
και νομίζω ότι θα αργήσω να ξαναπάρω. (περισσότερα για τα κατορθώματά του στο
πεδίο των νόμων που έχει υπογράψει μπορείτε να βρείτε σε παλαιότερα posts).
Κι ένα τελευταίο θέμα που έπεσε στην αντίληψή μου και
πιστεύω ότι δεν του δόθηκε η σημασία που έπρεπε από το ΣΥΡΙΖΑ, αφού μπορεί
εξαιτίας του να χαθεί η δυνατότητα αυτοδυναμίας του, είναι η αντίθεση του
εκλεγμένου με τη στήριξή του κόμματος δημάρχου της Ν.Φιλαδέλφειας στην ανέγερση
του γηπέδου της ιστορικής ομάδας της περιοχής. Η αντίθεση του ΣΥΡΙΖΑ με το
Δ.Μελισσανίδη, βασικό χρηματοδότη της ποδοσφαιρικής ομάδας της ΑΕΚ, είναι
γνωστή. Το πεδίο διαμάχης μαζί του που επέλεξαν στελέχη του κόμματος (με πλέον
επιθετικό τον Φίλη) αποτελεί τεράστιο στρατηγικό λάθος. Μπορούσαν να βρουν κάτι
στις επιχειρήσεις του για να τον πολεμήσουν, αλλά να αντιδρούν στην κατασκευή
ενός γηπέδου που περιμένουν χιλιάδες φιλάθλων της ομάδας; Κι ένα ακόμα
στρατηγικό λάθος ήταν η πρόσκληση του Τσίπρα σε παλαίμαχους της ομάδας, όταν
δεν είχε κάτι συγκεκριμένο να τους δώσει. 'Ηττα! Το παραλίγο πάθημα της Δούρου στις περιφερειακές
δεν τους έγινε μάθημα! Ίσως υποτιμούν τους οπαδούς που κοιμούνται-ξυπνάνε,
ασχολούνται μόνο με το ποδόσφαιρο. Ξεχνάνε όμως πως και αυτοί ψηφίζουν και η
ψήφος τους έχει την ίδια βαρύτητα με του καθηγητή Πανεπιστημίου, του
αστροφυσικού κ.λπ. Να θυμίσω ότι η ομάδα αυτή, επειδή έχει προσφυγικές ρίζες,
είναι αριστερόστροφη. Αν λοιπόν μερικές χιλιάδες από τους φιλάθλους της (οι
οποίοι είναι τρίτοι σε αριθμό στην Ελλάδα και διάφοροι τους μετράνε ανάμεσα στο
ένα με δυο εκατομμύρια) που θα ψήφιζαν ΣΥΡΙΖΑ, δεν τον ψηφίσουν (όπως έκαναν,
άλλωστε, για τον ίδιο λόγο και στις περιφερειακές), μπορούν να του στερήσουν
μια αυτοδυναμία που ίσως κριθεί σε λίγες ψήφους. Το παράδειγμα των
αποτελεσμάτων των εκλογών του 2000 δεν είναι και πολύ μακρινό. Τέτοια λάθη σε εύκολα θέματα μας κάνουν και αμφιβάλλουμε πως θα διαπραγματευτούν με τη Μέρκελ (αυτό το είπε στον Τσίπρα κι ένας παλαίμαχος).