Την εποχή αυτή, που η Δημοκρατία μας έχει δεχτεί απανωτά κτυπήματα από τους κυβερνώντες, που εκτελούν τυφλά τις εντολές των δανειστών, οι οποίοι ουδόλως καίγονται για τέτοια θέματα (λογικό, αν σκεφτούμε ότι η αμερικανική "δημοκρατία" χρονολογείται από το τέλος του 18ου αι., ενώ οι γερμανοί - διαιρεμένοι σε πολλά κρατίδια- μέχρι πριν πολύ λίγους αιώνες σκεπάζονταν με προβιές), είναι χρήσιμο να διαβάσουμε τις απόψεις ενός από τους ελάχιστους σύγχρονους Έλληνες φιλοσόφους, του Κορνήλιου Καστοριάδη (1922-1997), για την Δημοκρατία στην αρχαία Ελλάδα σε σύγκριση με τη σύγχρονη πραγματικότητα.
.... Tο ενδιαφέρον μου για την αρχαία ελληνική
δημοκρατία, και, γενικότερα για την αρχαία ελληνική δημιουργία -ενδιαφέρον πάρα
πολύ παλιό- αναζωπυρώθηκε κατά την εξέλιξη της σκέψης μου και, ιδιαίτερα, μετά
την κριτική στην οποία υπέβαλα την παραδοσιακή επαναστατική ιδεολογία, και πιο
συγκεκριμένα το μαρξισμό. Η αναζωπύρωση αυτή είναι συνέπεια της αναγνώρισης
ορισμένων βασικών στοιχείων που δημιουργήθηκαν για πρώτη φορά στην αρχαία Ελλάδα.
Τα στοιχεία αυτά χάθηκαν στη συνέχεια μέσα στην Ιστορία με την παρακμή της
αρχαίας ελληνικής πόλης με την άνοδο και την κυριαρχία της Ρώμης και με την
εμφάνιση και εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού ξαναδημιουργήθηκαν στη Δυτική Ευρώπη
κατά το τέλος του Μεσαίωνα, όταν ξαναδημιουργήθηκαν, όπως στην αρχαία Ελλάδα,
πόλεις, δηλαδή κοινότητες, οι οποίες ξαναπροσπάθησαν -μέσα σε συνθήκες τελείως
διαφορετικές από τις αρχαίες ελληνικές- να αυτοκυβερνηθούν κατά το δυνατόν παλεύοντας
εναντίον της φεουδαρχίας, εναντίον της Εκκλησίας, εναντίον της απόλυτης
μοναρχίας, συνάπτοντας εναλλάξ συμμαχίες με τη μια ή την άλλη απ' αυτές τις
δυνάμεις, για να μπορέσουν να επιβιώσουν σαν αυτοκυβερνούμενες ως ένα βαθμό, πολιτικές
κοινότητες.
Από την άποψη αυτή,
το χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής Αναγέννησης -στις αρχές της- είναι η
αναδημιουργία μιας πραγματικής πολιτικής κοινότητας, πολιτικής όχι με την
τρέχουσα έννοια, συνώνυμη της ψηφοθηρίας, των παρασκηνιακών ελιγμών και των
μεγαλόστομων προεκλογικών υποσχέσεων, αλλά με τη μεγάλη και σημαντική έννοια
που αφορά την αυτοθέσμιση και την πράξη μιας ανθρώπινης κοινότητας, της οποίας
τα μέλη θέλουν πράγματι να επωμισθούν τη ρύθμιση των κοινωνικών τους σχέσεων, θέλουν κατά κάποιον τρόπο να
είναι αυτόνομοι.
Τέτοια πολιτική κοινότητα, για πρώτη φορά, δημιουργείται στην αρχαία Ελλάδα, και αυτή ακριβώς είναι η
σημασία που έχει για μας σήμερα τόσο η αρχαία ελληνική δημοκρατία όσο και η
αρχαία ελληνική δημιουργία γενικότερα.
Θα ήθελα, στο
σημείο αυτό, να ξεκαθαρίσω ευθύς εξαρχής τη θέση μου, ώστε να αρθεί κάθε
ενδεχόμενο παρεξήγησης. Δεν βλέπω, όπως νομίζω ότι και κανείς δεν μπορεί να δει,
εκτός αν είναι τελείως φαντασιόπληκτος ή προγονόπληκτος, την αρχαία Ελλάδα ως
πρότυπο το οποίο θα αρκούσε να το αντιγράψουμε για να βρούμε την ελευθερία, τη δικαιοσύνη,
την ισότητα και παν το αγαθόν.
Η αρχαία Ελλάδα
δεν είναι πρότυπο, ούτε μοντέλο προς μίμηση, όπως άλλωστε δεν μπορεί να είναι
κανένα ιστορικό έργο σε οποιονδήποτε τομέα. Θεωρώ, όμως, ότι μπορεί να
λειτουργήσει για μας σαν γονιμοποιό σπέρμα, δεδομένου ότι μας επιτρέπει να
δούμε εν τη γενέσει τους πληθώρα στοιχείων πάντοτε επίκαιρων -μπορεί και πρέπει
να είναι για μας κέντρισμα, έμπνευση και πηγή ιδεών.
Εσωτερική Σχέση δημοκρατίας και φιλοσοφίας
Η πόλη δημιουργείται κατά τον 8ο αιώνα. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, από τη
στιγμή αυτή παρατηρείται μια καταπληκτική δημιουργία που καλύπτει όλους τους
τομείς της πολιτικής ζωής. Στο διάστημα αυτό τοποθετείται και η τελική
διαμόρφωση των ομηρικών επών, καθώς και ο Ησίοδος.
Από πολύ νωρίς,
από την αρχή της ασφαλώς, αυτή η πολιτική κοινότητα έχει την πεποίθηση ότι δεν μπορεί
να διατηρηθεί σαν κοινότητα αν οι πολίτες που την αποτελούν δεν την υπερασπίζονται.
Συνεπώς, τιμά ιδιαίτερα το θάρρος και την ανδρεία. Το καταπληκτικό, όμως, είναι
ότι, ταυτόχρονα δίνει στον ποιητή τη δυνατότητα να λέει ελεύθερα: «Τι κι αν
παράτησα την ασπίδα μου, έσωσα τη ζωή μου
καλύτερη θε να βρω άλλη».
Η αμφισβήτηση, της οποίας βλέπουμε εδώ τις πρώτες καταβολές, είναι η
κοινή ρίζα και της δημοκρατίας και της φιλοσοφίας. Όπως τόνισα ήδη αρχίζοντας,
η αμφισβήτηση των νόμων, με την τρέχουσα σημασία του όρου, εκφράζεται με την
ερώτηση: Ποιος είναι ο κύριος; Ποιος άρχει της πόλεως; Οδηγεί στην κοινωνική
πάλη εναντίον της αριστοκρατίας και έχει ως αποτέλεσμα τη δημοκρατία. Η
αμφισβήτηση της θεσμισμένης κοινωνικής παράστασης για τον κόσμο παίρνει τη
μορφή της φιλοσοφικής ερώτησης. Θέτει το ερώτημα: Τι είναι κόσμος; Τι σημαίνει
όταν λέμε ότι κάτι είναι; Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο είναι και το
φαίνεσθαι; Τι είναι αλήθεια και τι απλώς γνώμη;
Όλα αυτά, βέβαια, δεν σημαίνουν ότι στην άμεση δημοκρατία δεν υπάρχουν
αρχές, ακόμα, παρόλο ότι η λέξη μπορεί να πειράζει, άρχοντες, πολίτες, δηλαδή,
οι οποίοι έχουν μια συγκεκριμένη επίσημη αποστολή ορισμένης χρονικής διάρκειας
με συγκεκριμένα καθήκοντα και με αντίστοιχα δικαιώματα. Αν η Εκκλησία βρει
βάσιμη μια κατηγορία εναντίον κάποιου άρχοντα, τότε αυτός μπορεί να καθαιρεθεί
από το αξίωμά του.
Σύγκριση
με τη Νεότερη αντίληψη
ΕΧΟΥΜΕ εδώ τρεις τουλάχιστον βασικές διαφορές από τη νεότερη ή τη
σύγχρονη αντίληψη.
Α. Η
αντιπροσώπευση
ΟΙ αρχαίοι δεν γνωρίζουν την υποκριτική και απατηλή έννοια της
αντιπροσωπίας του λαού, όπως δεν τη γνωρίζουν και οι μεγάλοι νεότεροι πολιτικοί
φιλόσοφοι συμπεριλαμβανομένου και του Ρουσό. Για τους αρχαίους το ζήτημα δεν
έμπαινε καν, ο δε λόγος είναι εμφανής. Από τη στιγμή κατά την οποία, αμετάκλητα
και για ορισμένο χρονικό διάστημα (π.χ. πέντε χρόνια), αναθέτει κανείς την
εξουσία σε ορισμένους ανθρώπους, έχει μόνος του αλλοτριωθεί πολιτικά.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΟ σημείο αυτό μια βασική πολιτική αλλοτρίωση, που οι αρχαίοι
δεν είχαν καν αντιμετωπίσει ως πολιτική δυνατότητα, δεδομένου ότι θεωρούσαν πως
κανείς δεν μπορεί να αντιπροσωπεύσει τον πολίτη στην Εκκλησία του Δήμου. Μ'
άλλα λόγια, δεν υπήρχε αυτή η θεολογική ιδέα σύμφωνα με την οποία η κυρίαρχη
υπόσταση του λαού, μετά από μια μυστηριώδη χημική διαδικασία, συμπυκνώνεται μια
Κυριακή και, μέσω επιφοιτήσεως, βρίσκει σκήνωμα σε 300 ανθρώπους, οι οποίοι τη
διατηρούν και τη μεταφέρουν ενσαρκώνοντάς την για τέσσερα χρόνια μέχρι, ξαφνικά,
στα πέντε χρόνια επάνω, να ξαναδιαλυθεί μέσα στο λαό που την ξανασυμπυκνώνει
και τη μεταφέρει στους 300 κ.ο.κ.
Β. Οι
εκλογές
Το δεύτερο χαρακτηριστικό μπορεί να φανεί παραδοξολογία και ίσως
ερεθίσει μερικούς -τόσο το καλύτερο άλλωστε. Για τους αρχαίους η αρχή και η
ιδέα της δημοκρατίας δεν είναι καθόλου αυτό που νομίζουμε εμείς σήμερα, δηλαδή
οι εκλογές.
Είναι η ψήφος, βεβαίως, (ψήφιζαν ναι ή όχι για τα διάφορα θέματα). Δεν
θεωρούσαν όμως ότι οι άρχοντες εκλέγονται, εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις στις οποίες
ήδη αναφέρθηκα, οι άρχοντες αναδεικνύονται με κλήρο. Από τον Ηρόδοτο μέχρι και
τον Αριστοτέλη θεωρούσαν (και εφιστώ την προσοχή στο σημείο αυτό) ότι οι
εκλογές είναι θεσμός αριστοκρατικός. Κι αν το καλοσκεφθεί κανείς, το πράγμα
είναι προφανές. Εκλέγει κανείς αυτούς που θεωρεί άριστους, ενώ, ταυτόχρονα,
κάθε υποψήφιος προσπαθεί να πείσει τους εκλογείς ότι είναι άριστος. Βέβαια η
λέξη άριστος έχει διπλή σημασία (τη σημασία της καταγωγής και τη σημασία της
εγγενούς αξίας του ατόμου).
Γ. Το
κράτος
Το τρίτο σημείο που πρέπει να θιγεί είναι η περίφημη έννοια του κράτους.
Η αρχαία ελληνική πόλις δεν μπορεί να ονομασθεί κράτος με την έννοια που έχει ο
όρος αυτός σήμερα, δηλαδή την έννοια ενός μηχανισμού ανεξάρτητου και ξέχωρου από
την κοινωνία. Η αρχαία ελληνική κοινότητα είναι πόλις, πολιτεία και όχι κράτος.
Όταν οι Νεοέλληνες, με τη βοήθεια των προστάτιδων δυνάμεων και των Βαυαρών, έφτιαξαν
το σύγχρονο ελληνικό κράτος, πήρανε τη λέξη αυτή από τα αρχαία ελληνικά όπου
δηλώνει, απλώς και ορθότατα, την ωμή βία.
Οι ξένοι φιλόλογοι, και ιδίως οι Γερμανοί, μεταφράζοντας την Πολιτεία
του Πλάτωνα με τον τίτλο Der Staat, δημιουργούν τεράστια παρεξήγηση. Τον Σεπτέμβριο
του ’39 οι Waffen-SS δημοσίευσαν μια γερμανική μετάφραση του Επιταφίου του Περικλή,
του υψηλότερου δημοκρατικού κειμένου που έχει ποτέ γραφεί. Στην μετάφραση αυτή,
η αντικατάσταση της λέξεως «πόλις» από την λέξη «Κράτος» αρκεί για να κάνει το
κείμενο περίπου ναζιστικό. Λέει ό Περικλής: «οι άνθρωποι αυτοί θυσίασαν τον
εαυτό τους για την πόλη». Τι είναι η πόλις; Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη: «άνδρες
γάρ πόλις», πόλις είναι οι Αθηναίοι. Επομένως, η φράση του Περικλή σημαίνει ότι
οι άνθρωποι αυτοί θυσίασαν τον εαυτό τους για τους άλλους, για τα υπόλοιπα μέλη
της κοινότητας. Αυτό στα γερμανικά αποδίδεται με το: «θυσίασαν τον εαυτό τους
για το κράτος».
Το ίδιο και με το περίφημο βιβλίο του Αριστοτέλη που ανακαλύφθηκε τον
XIX αι., την Αθηναίων Πολιτεία. Καθηγητές πανεπιστημίου, ελληνιστές που ξέρουν ελληνικά
εκατό φορές καλύτερα από μένα, μεταφράζουν: Η Πολιτεία των Αθηνών, λάθος
στοιχειώδες, για το όποιο θα έπρεπε να απορρίπτεται πρωτοετής φοιτητής και το οποίο
οφείλεται, φυσικά, σε προβολή σχημάτων της εποχής των μεταφραστών. Για τους αρχαίους
Έλληνες δεν υπάρχει Πολιτεία των ’Αθηνών. Αθήναι είναι γεωγραφική έκφραση. Η
πόλη είναι οι Αθηναίοι. Άνδρες γάρ πόλις. Ο Θουκυδίδης δεν μιλάει ποτέ για Αθήνα
ή και για οποιαδήποτε άλλη πόλη. Όταν πρόκειται για την πόλη λέει: οι
’Αθηναίοι, οι Κορίνθιοι, οι Μυτιληναίοι. Λέει: Αθήνα, Κόρινθος κλπ. όταν πρόκειται
για τον τόπο. Η πόλις δεν είναι γεωγραφικός προσδιορισμός. Πριν από την
ναυμαχία της Σαλαμίνας, απελπισμένος ο Θεμιστοκλής γιατί οι υπόλοιποι Έλληνες δεν
δέχονται τα επιχειρήματα του να δοθεί η μάχη στο μέρος αυτό απειλεί λέγοντας: εμείς
(που έχουμε τα περισσότερα καράβια) θα φύγουμε και θα φτιάξουμε μια άλλη πόλη αλλού,
στην Ιταλία. Με αυτό εννοεί ότι η Αθήνα θα είναι εκεί πέρα, ότι η Αθήνα είναι εκεί
που είναι οι Αθηναίοι και όχι οι ’Αθηναίοι εκεί που είναι η Αθήνα. Κι όμως, ένας
Θεός ξέρει αν οι Αθηναίοι ήταν συνδεδεμένοι με την γη τους. θεωρούσαν τους εαυτούς
τους ως τους μόνους αυτόχθονες Έλληνες. Θεωρούσαν ότι είχανε φυτρώσει μέσα από την
γη. Η εδαφική αντίληψη της πολιτικής κοινότητας είναι σύγχρονη αντίληψη.
’Αρχίζει στους ρωμαϊκούς χρόνους και κορυφώνεται με την φεουδαρχία.
Σημείωση: Τo κείμενο αποτελεί απόσπασμα από τα βιβλίο «Η αρχαία ελληνική
δημοκρατία και η σημασία της για μας σήμερα»