Το άρθρο του κ. Σταύρου Λυγερού που αναδημοσιεύω σήμερα, το είδα σαν αντίδοτο σε όσα στρεβλά μας πασάρουν από τους τηλεοπτικούς δέκτες τα όργανα αυτών που έχουν συμφέρον από την εφαρμογή των μνημονίων. Γιατί δεν μπορώ να πιστέψω ότι κάποιος βλέπει θετικές πλευρές στα μνημόνια εξαθλίωσης των ελλήνων (πλην αλλαγών που όλοι μας θεωρούσαμε απαραίτητες, από πολλά χρόνια, αλλά που και πάλι δεν προχωράνε) χωρίς να έχει κάτι να κερδίσει, όταν μάλιστα παραδέχονται ότι η συνταγή είναι λάθος, ακόμα και αυτοί που μας την επιβάλλουν.
Και διαβάζοντας το σημείο για την επίθεση εναντίον των εργαζομένων, δεν μπόρεσα να μην αναρωτηθώ για μια ακόμα φορά: Η ΓΣΕΕ έχει ηγεσία, έχει πρόεδρο;
Νομίζω ότι αυτό το άρθρο θα έπρεπε να το διαβάσουν όσοι περισσότεροι είναι δυνατόν (γι'αυτό θα φροντίσετε εσείς που θα το εκτιμήσετε), προκειμένου να καλυφθούν από τη ρεαλιστική εικόνα που περιγράφει ο κ.Στ.Λυγερός, όλες αυτές οι ανοησίες που μας ρίχνουν κατάμουτρα νυχθημερόν οι διάφοροι γνωστοί τηλεπαπαγάλοι.
Οι πύρρειες νίκες προετοιμάζουν τη μεγάλη ήττα
Μέχρι πρότινος η κυβέρνηση επιστράτευε τους πιο δραματικούς τόνους μόνο για να τρομοκρατήσει την κοινή γνώμη, με όπλο τις παραλλαγές του εκβιαστικού διλήμματος «Μνημόνιο ή χρεοκοπία». Και, μάλιστα, χωρίς οι διαδοχικές κυβερνήσεις του Μνημονίου να προβούν στην οποιαδήποτε αυτοκριτική ή έστω να εξηγήσουν την εξόφθαλμη πια αποτυχία της ασκούμενης πολιτικής.Το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση Σαμαρά έχει εμπλουτίσει τη συνταγή. Πρώτον, καθορίζοντας με τη βοήθεια των ΜΜΕ μια ατζέντα που μετατοπίζει την προσοχή της κοινής γνώμης από τα κρίσιμα προβλήματα επιβίωσης της οικονομίας και της κοινωνίας στις υπαρκτές και ανύπαρκτες ιδεοληψίες του ΣΥΡΙΖΑ. Δεύτερον, με την επίδειξη πυγμής εναντίον των αντιστεκόμενων κοινωνικών ομάδων.
Η απότομη και ανώμαλη προσγείωση των πολιτών στο χείλος της χρεοκοπίας τούς προκάλεσε σοκ, λόγω της βαθιάς ψυχολογικής επίδρασης που είχε ασκήσει τότε στην κοινωνία. Το γεγονός αυτό έδωσε μία μοναδική δυνατότητα στην κυβέρνηση να επιβάλει σχετικά εύκολα πρωτοφανή μέτρα. Στις μάχες, της επίθεσης προηγείται πάντα μαζικός βομβαρδισμός, ώστε να συρρικνωθεί η δύναμη αντίστασης του αμυνόμενου. Στις διαδοχικές συγκρούσεις της εξουσίας με τις διάφορες κοινωνικές ομάδες το ρόλο των πυραύλων παίζουν τα ΜΜΕ, που αποδομούν τον εκάστοτε στόχο και στρέφουν την κοινή γνώμη εναντίον του. Το γεγονός ότι αρκετοί συνδικαλιστές κουβαλάνε «αμαρτίες» χρησιμοποιείται για να καταστεί αποτελεσματικότερη η αποδόμηση των συνδικάτων.
Για να απαξιωθεί η εκάστοτε απεργία η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ την εμφανίζουν συστηματικά σαν αντικοινωνική ενέργεια, ανεξαρτήτως του εάν είναι δικαιολογημένη ή όχι. Πράγματι, οι απεργίες προκαλούν παρενέργειες στην αγορά και παρεμποδίζουν την καθημερινή ζωή, αλλά ο συνταγματικός νομοθέτης το γνώριζε όταν κατοχύρωσε αυτό το δικαίωμα. Έτσι όπως έχουν έρθει τα πράγματα, οι επαγγελματικοί κλάδοι και τα θίγόμενα στρώματα δεν διαθέτουν πια καμία δυνατότητα άμυνας έναντι μιας πολιτικής που συρρικνώνει δραστικά τα εισοδήματα, διαλύει το όποιο κοινωνικό κράτος και καταργεί τις διατάξεις που προστατεύουν την εργασία.
Χωρίς τη βοήθεια των ΜΜΕ, η κυβέρνηση δεν θα είχε επιτύχει τη «σαλαμοποίηση» όχι μόνο των αντιδράσεων, αλλά και της ίδιας της κοινωνίας. Δεν θα είχε καταφέρει οι εκάστοτε αντιστεκόμενοι κλάδοι να αντιμετωπίζονται από τους άλλους κλάδους μέχρι και εχθρικά. Το αποτέλεσμα είναι να ασκείται στους εκάστοτε απεργούς η ασφυκτική πίεση όχι μόνο της εξουσίας, αλλά και των ΜΜΕ και της κοινής γνώμης.
Ο προπαγανδιστικός διασυρμός είναι πτυχή του ψυχολογικού πολέμου που συνοδεύει τη θεραπεία-σοκ. Η «παράταξη του Μνημονίου» προσπαθεί να πείσει την κοινή γνώμη ότι οι κάθε φορά αντιστεκόμενοι δεν είναι τίποτα περισσότερο από προνομιούχοι που χάνουν τα προνόμιά τους. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι τα μεγάλα θύματα της κυβερνητικής πολιτικής είναι τα μικρομεσαία στρώματα, που περισσότερο ή λιγότερο βιώνουν ένα πρωτοφανές κραχ.
Τρόικα και κυβέρνηση λειτουργούν σαν οδοστρωτήρας. Το Μνημόνιο, όμως, δεν είναι απλά και μόνο δημοσιονομικά μέτρα για να εξασφαλίσουν οι δανειστές την επιστροφή των χρημάτων τους. Είναι ένα πρόγραμμα βίαιου μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας/κοινωνίας στη βάση των κυρίαρχων νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων.
To γεγονός ότι περιέχει και επιβεβλημένες αλλαγές, οι οποίες έπρεπε να έχουν προ πολλού εφαρμοστεί, δεν αλλάζει το χαρακτήρα του. Στην πραγματικότητα, αυτό που συντελείται την περίοδο αυτή είναι η βίαιη αποδόμηση του εκτεταμένου και ανθεκτικού στην Ελλάδα «μικροϊδιοκτητικού τρόπου παραγωγής».
Το πρόβλημα με τις αλλεπάλληλες νίκες της κυβέρνησης εναντίον των κοινωνικών ομάδων που αντιστέκονται είναι ότι είναι πύρρειες. Κι αυτό επειδή είναι η δυναμική της ύφεσης που καταστρέφει υγιή παραγωγικό ιστό, διογκώνει την ανεργία και ρίχνει στον γκρεμό ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά, συσσωρεύει κοινωνική οργή, εξωθεί σε αντίσταση και παράγει αντιπάλους της κυβερνητικής πολιτικής. Μετά τους εργαζόμενους στο μετρό έρχονται οι αγρότες και μετά απ' αυτούς κάποιοι άλλοι. Το μόνο που πραγματικά κερδίζει η κυβέρνηση Σαμαρά είναι χρόνος.
Το γεγονός ότι μέχρι τώρα οι κοινωνικές αντιδράσεις ήταν -με ελάχιστες εξαιρέσεις- συγκριτικά υποτονικές είναι μάλλον ανησυχητικό παρά καθησυχαστικό σημάδι. Οι κινητοποιήσεις ήταν παραδοσιακά ένα είδος άτυπης διαπραγμάτευσης των συνδικάτων με την κυβέρνηση. Λειτουργούσαν σαν μηχανισμός εκτόνωσης των κοινωνικών πιέσεων και καθιστούσαν ευσταθή την κοινωνική ισορροπία. Τώρα, όμως, οι ενδιάμεσες λύσεις έχουν φύγει από το τραπέζι. Πλησιάζουμε στο σημείο όπου μία αφορμή, ένα τυχαίο γεγονός, μπορεί να προκαλέσει κοινωνική ανάφλεξη.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στα ΕΠΙΚΑΙΡΑ της 31/1/2013
Και διαβάζοντας το σημείο για την επίθεση εναντίον των εργαζομένων, δεν μπόρεσα να μην αναρωτηθώ για μια ακόμα φορά: Η ΓΣΕΕ έχει ηγεσία, έχει πρόεδρο;
Νομίζω ότι αυτό το άρθρο θα έπρεπε να το διαβάσουν όσοι περισσότεροι είναι δυνατόν (γι'αυτό θα φροντίσετε εσείς που θα το εκτιμήσετε), προκειμένου να καλυφθούν από τη ρεαλιστική εικόνα που περιγράφει ο κ.Στ.Λυγερός, όλες αυτές οι ανοησίες που μας ρίχνουν κατάμουτρα νυχθημερόν οι διάφοροι γνωστοί τηλεπαπαγάλοι.
Οι πύρρειες νίκες προετοιμάζουν τη μεγάλη ήττα
Μέχρι πρότινος η κυβέρνηση επιστράτευε τους πιο δραματικούς τόνους μόνο για να τρομοκρατήσει την κοινή γνώμη, με όπλο τις παραλλαγές του εκβιαστικού διλήμματος «Μνημόνιο ή χρεοκοπία». Και, μάλιστα, χωρίς οι διαδοχικές κυβερνήσεις του Μνημονίου να προβούν στην οποιαδήποτε αυτοκριτική ή έστω να εξηγήσουν την εξόφθαλμη πια αποτυχία της ασκούμενης πολιτικής.Το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση Σαμαρά έχει εμπλουτίσει τη συνταγή. Πρώτον, καθορίζοντας με τη βοήθεια των ΜΜΕ μια ατζέντα που μετατοπίζει την προσοχή της κοινής γνώμης από τα κρίσιμα προβλήματα επιβίωσης της οικονομίας και της κοινωνίας στις υπαρκτές και ανύπαρκτες ιδεοληψίες του ΣΥΡΙΖΑ. Δεύτερον, με την επίδειξη πυγμής εναντίον των αντιστεκόμενων κοινωνικών ομάδων.
Η απότομη και ανώμαλη προσγείωση των πολιτών στο χείλος της χρεοκοπίας τούς προκάλεσε σοκ, λόγω της βαθιάς ψυχολογικής επίδρασης που είχε ασκήσει τότε στην κοινωνία. Το γεγονός αυτό έδωσε μία μοναδική δυνατότητα στην κυβέρνηση να επιβάλει σχετικά εύκολα πρωτοφανή μέτρα. Στις μάχες, της επίθεσης προηγείται πάντα μαζικός βομβαρδισμός, ώστε να συρρικνωθεί η δύναμη αντίστασης του αμυνόμενου. Στις διαδοχικές συγκρούσεις της εξουσίας με τις διάφορες κοινωνικές ομάδες το ρόλο των πυραύλων παίζουν τα ΜΜΕ, που αποδομούν τον εκάστοτε στόχο και στρέφουν την κοινή γνώμη εναντίον του. Το γεγονός ότι αρκετοί συνδικαλιστές κουβαλάνε «αμαρτίες» χρησιμοποιείται για να καταστεί αποτελεσματικότερη η αποδόμηση των συνδικάτων.
Για να απαξιωθεί η εκάστοτε απεργία η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ την εμφανίζουν συστηματικά σαν αντικοινωνική ενέργεια, ανεξαρτήτως του εάν είναι δικαιολογημένη ή όχι. Πράγματι, οι απεργίες προκαλούν παρενέργειες στην αγορά και παρεμποδίζουν την καθημερινή ζωή, αλλά ο συνταγματικός νομοθέτης το γνώριζε όταν κατοχύρωσε αυτό το δικαίωμα. Έτσι όπως έχουν έρθει τα πράγματα, οι επαγγελματικοί κλάδοι και τα θίγόμενα στρώματα δεν διαθέτουν πια καμία δυνατότητα άμυνας έναντι μιας πολιτικής που συρρικνώνει δραστικά τα εισοδήματα, διαλύει το όποιο κοινωνικό κράτος και καταργεί τις διατάξεις που προστατεύουν την εργασία.
Χωρίς τη βοήθεια των ΜΜΕ, η κυβέρνηση δεν θα είχε επιτύχει τη «σαλαμοποίηση» όχι μόνο των αντιδράσεων, αλλά και της ίδιας της κοινωνίας. Δεν θα είχε καταφέρει οι εκάστοτε αντιστεκόμενοι κλάδοι να αντιμετωπίζονται από τους άλλους κλάδους μέχρι και εχθρικά. Το αποτέλεσμα είναι να ασκείται στους εκάστοτε απεργούς η ασφυκτική πίεση όχι μόνο της εξουσίας, αλλά και των ΜΜΕ και της κοινής γνώμης.
Ο προπαγανδιστικός διασυρμός είναι πτυχή του ψυχολογικού πολέμου που συνοδεύει τη θεραπεία-σοκ. Η «παράταξη του Μνημονίου» προσπαθεί να πείσει την κοινή γνώμη ότι οι κάθε φορά αντιστεκόμενοι δεν είναι τίποτα περισσότερο από προνομιούχοι που χάνουν τα προνόμιά τους. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι τα μεγάλα θύματα της κυβερνητικής πολιτικής είναι τα μικρομεσαία στρώματα, που περισσότερο ή λιγότερο βιώνουν ένα πρωτοφανές κραχ.
Τρόικα και κυβέρνηση λειτουργούν σαν οδοστρωτήρας. Το Μνημόνιο, όμως, δεν είναι απλά και μόνο δημοσιονομικά μέτρα για να εξασφαλίσουν οι δανειστές την επιστροφή των χρημάτων τους. Είναι ένα πρόγραμμα βίαιου μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας/κοινωνίας στη βάση των κυρίαρχων νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων.
To γεγονός ότι περιέχει και επιβεβλημένες αλλαγές, οι οποίες έπρεπε να έχουν προ πολλού εφαρμοστεί, δεν αλλάζει το χαρακτήρα του. Στην πραγματικότητα, αυτό που συντελείται την περίοδο αυτή είναι η βίαιη αποδόμηση του εκτεταμένου και ανθεκτικού στην Ελλάδα «μικροϊδιοκτητικού τρόπου παραγωγής».
Το πρόβλημα με τις αλλεπάλληλες νίκες της κυβέρνησης εναντίον των κοινωνικών ομάδων που αντιστέκονται είναι ότι είναι πύρρειες. Κι αυτό επειδή είναι η δυναμική της ύφεσης που καταστρέφει υγιή παραγωγικό ιστό, διογκώνει την ανεργία και ρίχνει στον γκρεμό ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά, συσσωρεύει κοινωνική οργή, εξωθεί σε αντίσταση και παράγει αντιπάλους της κυβερνητικής πολιτικής. Μετά τους εργαζόμενους στο μετρό έρχονται οι αγρότες και μετά απ' αυτούς κάποιοι άλλοι. Το μόνο που πραγματικά κερδίζει η κυβέρνηση Σαμαρά είναι χρόνος.
Το γεγονός ότι μέχρι τώρα οι κοινωνικές αντιδράσεις ήταν -με ελάχιστες εξαιρέσεις- συγκριτικά υποτονικές είναι μάλλον ανησυχητικό παρά καθησυχαστικό σημάδι. Οι κινητοποιήσεις ήταν παραδοσιακά ένα είδος άτυπης διαπραγμάτευσης των συνδικάτων με την κυβέρνηση. Λειτουργούσαν σαν μηχανισμός εκτόνωσης των κοινωνικών πιέσεων και καθιστούσαν ευσταθή την κοινωνική ισορροπία. Τώρα, όμως, οι ενδιάμεσες λύσεις έχουν φύγει από το τραπέζι. Πλησιάζουμε στο σημείο όπου μία αφορμή, ένα τυχαίο γεγονός, μπορεί να προκαλέσει κοινωνική ανάφλεξη.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στα ΕΠΙΚΑΙΡΑ της 31/1/2013