19 Οκτωβρίου 2015

Πού οφείλονται οι λανθασμένες εκτιμήσεις των αγορών;

Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες (και θύματα) των μεγαλύτερων λαθών σε υπολογισμούς και προβλέψεις που έκαναν οι διεθνείς αγορές (και το ΔΝΤ, φυσικά) όσον αφορά τα οικονομικά μεγέθη της χώρας μας. Πολλοί λοιπόν αναρωτιούνται που οφείλεται αυτή η ανικανότητα των αγορών να κρίνουν σωστά τη φερεγγυότητα των κρατών, καθώς και ποιος είναι ο ρόλος που παίζουν οι οίκοι αξιολόγησης στον επηρεασμό των επενδυτών. Σύμφωνα με όσους πιστεύουν στην αποτελεσματικότητα των χρηματοοικονομικών αγορών, οι παράγοντες της αγοράς λαμβάνουν υπόψη την αντικειμενική δημοσιονομική κατάσταση για να υπολογίσουν τους κινδύνους που
συνεπάγεται η εγγραφή τους σε ένα κρατικό δάνειο. Ας πάρουμε την περίπτωση του ελληνικού χρέους: οι παράγοντες της αγοράς και όσοι παίρνουν τις σχετικές αποφάσεις κρίνουν την κατάσταση με μόνο κριτήριο τις χρηματοοικονομικές εκτιμήσεις. Έτσι, μιας και το επιτόκιο που απαιτείται από την Ελλάδα αυξήθηκε παραπάνω από 10%, όλοι συμπεραίνουν ότι ο κίνδυνος χρεοκοπίας επίκειται: εφόσον οι επενδυτές απαιτούν ένα τόσο μεγάλο ασφάλιστρο κινδύνου, τότε ο κίνδυνος πρέπει να είναι ιδιαίτερα υψηλός.
Αυτό όμως είναι χοντρό λάθος, που δεν οφείλεται μόνο στη χρήση πεπαλαιομένων και όχι εξειδικευμένων υπολογιστικών μεθόδων. Πρέπει να κατανοήσουμε την αληθινή φύση της χρηματοοικονομικής αγοράς που δεν είναι καθόλου αποτελεσματική και που παράγει συχνότατα τιμές εντελώς αποσυνδεδεμένες από τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη. Σ’ αυτές τις συνθήκες είναι παράλογο να στηριζόμαστε αποκλειστικά και μόνο στις χρηματοοικονομικές εκτιμήσεις για να κρίνουμε μια κατάσταση. Η εκτίμηση της αξίας ενός χρηματοοικονομικού τίτλου δεν μετράται με αντικειμενικούς, ακριβείς και αδιαφιλονίκητους όρους, όπως π.χ. μετράται το βάρος ενός πράγματος. Ο χρηματοοικονομικός τίτλος είναι ένα δικαίωμα επί μελλοντικών εισοδημάτων: για να αποτιμηθεί, πρέπει να προβλεφθεί τι θα συμβεί στο μέλλον. Πρόκειται δηλαδή για υπόθεση, όχι για αντικειμενική μέτρηση, εφόσον σε μια δεδομένη χρονική στιγμή το μέλλον δεν είναι προκαθορισμένο. Ούτε στα dealing rooms μπορεί κανείς να είναι βέβαιος για το πώς θα διαμορφωθεί. Μια χρηματοοικονομική τιμή απορρέει από μια υπόθεση, μια πεποίθηση, ένα στοίχημα για το μέλλον: τίποτα όμως δεν εξασφαλίζει ότι η υπόθεση των αγορών είναι ανώτερη και πιο σίγουρη από άλλες υποθέσεις.

Προπάντων, η χρηματοοικονομική αποτίμηση δεν είναι καθόλου ουδέτερη: επηρεάζει το αντικείμενο που μετράται, δεσμεύει και χτίζει το μέλλον που φαντάζεται και «προβλέπει». Έτσι, οι οίκοι αξιολόγησης συμβάλλουν κατά πολύ στον καθορισμό των επιτοκίων στις αγορές ομολογιακών δανείων μέσω μιας βαθμολογίας η οποία είναι πέρα για πέρα υποκειμενική, ακόμη και ιδιοτελής, επιδιώκοντας την αστάθεια. Η αστάθεια προσφέρει γόνιμο έδαφος στην κερδοσκοπία. Όταν λοιπόν οι οίκοι αξιολόγησης υποβαθμίζουν μια χώρα, οι αγορές απαιτούν υψηλότερα επιτόκια για να δεχτούν να αποκτήσουν τίτλους του δημοσίου χρέους αυτής της χώρας, και παράλληλα αυξάνουν τον κίνδυνο χρεοκοπίας τον οποίο οι ίδιες έχουν προαναγγείλει.

Υπάρχει τρόπος να μειωθεί η επίδραση των αγορών στη χρηματοδότηση των κρατών; Από έγκυρους οικονομολόγους έχουν προταθεί κάποια μέτρα, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουμε τα παρακάτω δυο:

- 1) Να μην επιτρέπεται στους οίκους αξιολόγησης να επηρεάζουν αυθαιρέτως τα επιτόκια των αγορών ομολόγων μέσω του υποβιβασμού μιας χώρας: πρέπει να ρυθμίζεται η δραστηριότητά τους και να απαιτείται απόλυτη διαφάνεια των διαδικασιών αξιολόγησης.

- 2) Να απαλλαγούν τα κράτη από την απειλή των χρηματοοικονομικών αγορών: η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να εγγυάται την επαναγορά των κρατικών τίτλων.
GreekBloggers.com