12 Σεπτεμβρίου 2016

Η γερμανική διαστροφή οδηγεί στη διάλυση της ευρωζώνης;

Πριν λίγες μέρες ανέβασα ένα post με τίτλο "Η Αυτοκτονία της Ελλάδας". Επρόκειτο για το πρώτο μέρος ενός άρθρου, του οποίου το δεύτερο και τελευταίο μέρος αναδημοσιεύω σήμερα και που αφορά τον τρόπο που η Γερμανία δημιουργεί πλεονάσματα σε βάρος των άλλων χωρών και ιδιαίτερα των εταίρων.
Οι ανισσοροπίες που δημιουργούνται καθιστούν αναπόφευκτη τη διάλυση της ευρωζώνης για λόγους που αναλύονται επαρκώς στο άρθρο που ακολουθεί.
Η γερμανική διαστροφή

Το δεύτερο τρίμηνο του 2016 το ΑΕΠ της Γερμανίας αυξήθηκε με μεγαλύτερο ρυθμό, από αυτόν που αναμενόταν – σε πραγματικό και εποχιακά εκκαθαρισμένο ποσοστό της τάξης του 0,4% από 0,7% το πρώτο τρίμηνο, αυξημένο όμως κατά 1,8% σε σχέση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του προηγουμένου έτους. Το συγκεκριμένο ποσοστό δεν είναι βέβαια εντυπωσιακό, αλλά πολύ ισχυρό, συγκρινόμενο ακόμη και με αυτό των Η.Π.Α. – όπου ήταν 0,3% και 0,2% αντιστοίχως.

Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι, ο αριθμός των νέων θέσεων εργασίας, παρά το ότι αυξανόταν συνεχώς κατά 1% την προηγούμενη περίοδο, είχε μία ακόμη πιο ανοδική πορεία – με τις τιμές καταναλωτή να κλιμακώνονται κατά 1,7%, κάτι που αποτελεί έναν σχεδόν ιδανικό συνδυασμό. Όσον αφορά δε όλους τους υπόλοιπους οικονομικούς δείκτες, εξελίσσονται επίσης πολύ θετικά – ενώ το μοναδικό μειονέκτημα της χώρας είναι το ότι, η ανάπτυξη της στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις εξαγωγές (μερκαντιλισμός).

Με δεδομένο τώρα το ότι, στις εξαγωγές οφείλεται το 0,8% της αύξησης του ΑΕΠ κατά 0,4%, η εσωτερική κατανάλωση της χώρας θα πρέπει να μειώθηκε κατά 0,4% – οπότε τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία (γράφημα στα δεξιά), εις βάρος φυσικά των ελλειμμάτων των άλλων κρατών, συμπεριλαμβανομένων των εταίρων της στην Ευρωζώνη.
Περαιτέρω, το πλεόνασμα της Γερμανίας πλησιάζει στο ασύλληπτο ποσόν των 300 δις € ή στο 10% του ΑΕΠ της – κάτι που συμβαίνει σε μερικές μόνο οικονομίες μικρών σχετικά κρατών, όπως η Ολλανδία και η Ελβετία στην Ευρώπη. Προφανώς η επιτυχία αυτή οφείλεται στη χαμηλή συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, η οποία καθιστά τη γερμανική οικονομία εξαιρετικά ανταγωνιστική – εις βάρος φυσικά των υπολοίπων βιομηχανικών χωρών, όπως η Ιταλία, η Μ. Βρετανία και η Γαλλία στην Ευρώπη.

Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνεται απέναντι σε ποια κράτη έχει η Γερμανία πλεονάσματα – εξάγοντας τους φυσικά ανεργία και ύφεση, καθώς επίσης αυξάνοντας τα ελλείμματα και τα δημόσια χρέη τους.
Συνεχίζοντας, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, λόγω του οποίου η Γερμανία απομυζεί τις υπόλοιπες χώρες, είναι το υποτιμημένο ευρώ – η υποτίμηση του οποίου οφείλεται στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης, η οποία ξέσπασε το 2010, με αφετηρία την Ελλάδα.

Εάν υπολογίσει δε κανείς πως μόνο το τελευταίο έτος η Γερμανία κέρδισε 263 δις €, θα κατανοήσει πως τα δάνεια που ενέκρινε στη χώρα μας, χωρίς να δώσει φυσικά χρήματα αλλά μόνο εγγυήσεις, ενώ είναι κάτω από το 30% των συνολικών (κάτω από 100 δις €), την ωφέλησαν στο πολλαπλάσιο – πόσο μάλλον όταν, λόγω της οικονομικής της ισχύος, έχει εξελιχτεί πλέον στο μεγαλύτερο πιστωτή της Ευρώπης.
Ένας τέτοιος κυρίαρχος πιστωτής όμως εξελίσσεται σταδιακά σε μία δύναμη οικονομικής κατοχής – ειδικά εάν απαιτεί, όπως στην περίπτωση της Πορτογαλίας και της Ελλάδας, εμπράγματες εγγυήσεις για τα δάνεια του, εξαγοράζοντας παράλληλα σε εξευτελιστικές τιμές τα υλικά περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών του.
Ως εκ τούτου, δεν είναι παράδοξο που αυξάνονται οι αντιδράσεις εναντίον του ευρώ, από εκείνα τα μέλη της Ευρωζώνης που πολύ σωστά το θεωρούν ως το βασικό όπλο της Γερμανίας εναντίον των χωρών τους – ενώ ακόμη και οι Η.Π.Α., επειδή είναι ελλειμματικές απέναντι στη Γερμανία λόγω του συνδυασμού της υψηλής ισοτιμίας του δολαρίου με τη χαμηλή του ευρώ, αρχίζουν πλέον να βλέπουν θετικά τη διάλυση της Ευρωζώνης.

Η ενδεχόμενη αποχώρηση της Βρετανίας πάντως, η οποία έχει το δεύτερο υψηλότερο έλλειμμα απέναντι στη Γερμανία (54 δις €) μετά τις Η.Π.Α., οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πρόθεση της να βλάψει την Ευρωζώνη μέσω της ΕΕ – εναλλακτικά να επιδιώξει τη μείωση του ελλείμματος της, μέσω της υποτίμησης της στερλίνας.

Περαιτέρω, η Γερμανία θα μπορούσε να ανατιμήσει το δικό της ευρώ, οπότε να πάψει να απομυζεί τους εταίρους της, καθώς επίσης τον υπόλοιπο πλανήτη, αυξάνοντας την εσωτερική της κατανάλωση – μέσω της αύξησης των μισθών, της διενέργειας δημοσίων επενδύσεων, της μείωσης της φορολογίας κοκ. (εσωτερική ανατίμηση, σε αντιστοιχία με την εσωτερική υποτίμηση που η ίδια απαιτεί από τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου).

Εν τούτοις, όπως διαπιστώθηκε παραπάνω (μείωση της εσωτερικής ζήτησης στο δεύτερο τρίμηνο κατά 0,4%), η κυβέρνηση της κάνει ακριβώς το αντίθετο – θέλοντας προφανώς να κερδίσει ακόμη περισσότερα, εις βάρος όλων των άλλων και αδιαφορώντας εντελώς για τη βιωσιμότητα της Ευρωζώνης. Από την άλλη πλευρά τα εξής:

Σε μία χώρα με ομοσπονδιακά κρατίδια που είναι δημοσιονομικά ενωμένα, όπως συμβαίνει σήμερα με την ίδια τη Γερμανία, τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Βαυαρίας, για παράδειγμα, απέναντι στο Βερολίνο, δεν ενδιαφέρουν κανέναν. Στην πραγματικότητα, τα ελλείμματα του Βερολίνου φαίνονται στην υπερχρέωση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων του, απέναντι στη Βαυαρία – λόγω της οποίας μεταφέρονται τα κάθε είδους περιουσιακά τους στοιχεία στη Βαυαρία.

Όταν τώρα ως αποτέλεσμα της μεταφοράς αυτής αυξάνεται η ανεργία στο Βερολίνο, τότε οι εργαζόμενοι εγκαθίστανται στη Βαυαρία – ενώ οι μισθοί αυτών που μένουν στο Βερολίνο μειώνονται και οι τιμές των ακινήτων τους επίσης. Επειδή όμως τα κοινωνικά συστήματα αφορούν ολόκληρη τη χώρα, μεταφέρονται μέσω αυτών πλεονάσματα της Βαυαρίας στο Βερολίνο – οπότε τελικά εξισορροπεί το σύστημα και δεν διαλύεται.
Σε μία νομισματική ένωση όμως όπως η Ευρωζώνη, η οποία δεν είναι ενωμένη πολιτικά, δημοσιονομικά και τραπεζικά όπως η ομοσπονδιακή Γερμανία, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Αν και οι εργαζόμενοι μπορούν βέβαια να εγκαταλείψουν τις ελλειμματικές χώρες εγκαθιστάμενοι στις πλεονασματικές, για παράδειγμα οι Έλληνες στη Γερμανία, δεν είναι τόσο εύκολο – αφού υπάρχουν οι δυσκολίες της γλώσσας, οι θεσμικές διαφορές, τα πατριωτικά συναισθήματα, ο ρατσισμός των χωρών υποδοχής, η μειωμένη προθυμία κινητικότητας κοκ., λόγω των οποίων δεν ισορροπεί εύκολα η αγορά εργασίας.

Εκτός αυτού η Ευρωζώνη δεν έχει ένα ομοσπονδιακό κοινωνικό σύστημα, οπότε δεν μπορούν να μεταφερθούν τα πλεονάσματα του ενός κράτους στο άλλο – γεγονός που σημαίνει ότι, έχει ημερομηνία λήξης, αφού δεν μπορεί να δέχονται επ’ αόριστον κράτη όπως η Ιταλία, η Γαλλία και η Ελλάδα πολιτικές που αυξάνουν την ανεργία και μειώνουν τους μισθούς, καταστρέφοντας παράλληλα το βιομηχανικό τους ιστό. Τέτοιου είδους πολιτικές μοιάζουν με τη συλλογική τους αυτοκτονία – οπότε είναι αδύνατον να μην οδηγήσουν στη διάλυση της Ευρωζώνης.

Επίλογος

Λογικά όλα όσα ελληνικά πολιτικά κόμματα τάσσονται υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, θα πρέπει να πιστεύουν ακόμη ότι, θα ακολουθήσει σύντομα η πολιτική, δημοσιονομική και τραπεζική ένωση της – διαφορετικά δεν θα είχε απολύτως κανένα νόημα η επιμονή τους αυτή.
Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, θα έπρεπε τόσο η Γερμανία, όσο και τα υπόλοιπα κράτη, να συμφωνούν με αυτήν τη διαδικασία – ενώ η αλλαγή πορείας της Γερμανίας, με την έννοια πως θα προωθούσε την «εσωτερική ανατίμηση» για να ισορροπήσει η νομισματική ένωση, αφενός μεν δεν διακρίνεται καθόλου στον ορίζοντα, αφετέρου δεν υπάρχει πλέον χρόνος για να έχει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Ως εκ τούτου, η Ελλάδα απλά αυτοκτονεί παραμένοντας μέλος της Ευρωζώνης – όπως επίσης πολλές άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία. Αυτό δεν σημαίνει πως είμαστε εναντίον του κοινού νομίσματος, πόσο μάλλον της ΕΕ – αλλά, αντίθετα, ότι δεν βλέπουμε καμία απολύτως δυνατότητα επιβίωσης του σημαντικότερου οικονομικού εγχειρήματος στην παγκόσμια ιστορία, με ένοχο του εγκλήματος τη Γερμανία.

Πηγή: analyst.gr
GreekBloggers.com