Πολύς λόγος έγινε πρόσφατα για το μέγεθος του τραπεζικού τομέα της Κύπρου σε σύγκριση με το ΑΕΠ. Προσπάθησαν να μας πείσουν (παραπληροφορώντας μας, όπως πάντα) ότι αυτό αποτελούσε μοναδικό, ή έστω ένα από τα λίγα παραδείγματα παγκοσμίως. Η αλήθεια φυσικά είναι πολύ διαφορετική.
Στο κεφάλαιο που παραθέτω παρακάτω από το βιβλίο του Πάνου Παναγιώτου "Το ταγκό των αγορών & ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΛΠΟ" αποδεικνύεται ότι υπάρχει μια ελίτ, σχετιζόμενη με το τραπεζικό σύστημα, που ελέγχει την παγκόσμια οικονομία.
Στο κεφάλαιο που παραθέτω παρακάτω από το βιβλίο του Πάνου Παναγιώτου "Το ταγκό των αγορών & ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΛΠΟ" αποδεικνύεται ότι υπάρχει μια ελίτ, σχετιζόμενη με το τραπεζικό σύστημα, που ελέγχει την παγκόσμια οικονομία.
Το ελίτ τραπεζικό δίκτυο
Αν και θεωρητικά οι τράπεζες έχουν ως πρωταρχικό στόχο τη
συνδρομή τους στην οικονομική ανάπτυξη των κρατών, στην πράξη εμφανίζονται πολύ πιο «ανεπτυγμένες» από αυτά. Το αθροιστικό ύψος των περιουσιακών
στοιχείων των τραπεζών σε όλα σχεδόν τα ανεπτυγμένη κράτη του κόσμου είναι
πολλαπλάσιο τόσο του συνολικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), όσο και
του κρατικού χρέους τους. Με το μέγεθος των
τραπεζών δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με τις οικονομίες των κρατών και με τη θέση
τους στο σύγχρονο χρηματοοικονομικό σύστημα να είναι ζωτική και καίρια,
δημιουργείται μια κατάσταση που μοιάζει με ωρολογιακή βόμβα τοποθετημένη στην
καρδιά της παγκόσμιας οικονομίας. Κάθε φορά που η βόμβα αυτή ενεργοποιείται
εξαιτίας μιας οξείας κρίσης του τραπεζικού κλάδου, το ωστικό κύμα της αφήνει θύματά του τα κράτη, τα οποία στην προσπάθειά
τους να «σώσουν» τις τράπεζες οδηγούνται σε κρίσεις ελλειμμάτων, χρέους, σε
οικονομική ύφεση και, τελικά, σε κρίση
πτωχεύσεων.
Ο πιο μεγάλος φόβος των κρατών κατά την εκδήλωση μιας
τραπεζικής κρίσης είναι πως οι συνέπειές της θα αποδειχτούν καταστροφικές για
το σύνολο της οικονομίας, αν δε χρησιμοποιηθούν κρατικοί πόροι προκειμένου να
προστατευτούν οι τράπεζες και αν, αντί αυτού, αφεθούν να καταρρεύσουν. Στο
δίλημμα «επιτρέπουμε στις τράπεζες να πτωχεύσουν και αποτρέπουμε να επιβαρυνθούν με το κόστος της κρίσης οι πολίτες ή σώζουμε τις τράπεζες
επιβαρύνοντας με το κόστος διάσωσης τους πολίτες», υπερτερεί πάντοτε η επιλογή
της δεύτερης «λύσης».
Αν και η τρέχουσα κρίση φαντάζει «μοναδική», στην πραγματικότητα
οι οικονομίες παράγουν παρόμοιες κρίσεις εδώ και τετρακόσια πενήντα χρόνια. Και
παρόλο που κάθε κρίση έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, υπάρχουν
κάποια συστατικά χωρίς τα οποία η «συνταγή» της δεν πετυχαίνει. Το
σημαντικότερο από αυτά είναι μάλλον ο ρόλος και η λειτουργία μιας ελίτ
τραπεζικών ιδρυμάτων, που με την ανοχή και τη συνεργασία των κυβερνήσεων
κατορθώνουν να αποκτήσουν πρωτεύοντα ρόλο στην οικονομία, έτσι ώστε η ανάπτυξη
να περνά υποχρεωτικά μέσα από αυτά. Ταυτόχρονα, γίνονται τόσο ισχυρά και
σημαντικά για το σύστημα ώστε, κατά μία έννοια, φτάνουν να ταυτίζονται με αυτό
με τρόπο που η ύπαρξη του ενός να εξαρτάται από την ύπαρξη του άλλου.
Γεννιέται ωστόσο το ερώτημα πώς καταλήγουν κάποιες τράπεζες
να γίνουν τόσο σημαντικές για το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα, ώστε το
ενδεχόμενο κατάρρευσης έστω και μίας από αυτές να εκλαμβάνεται από τα κράτη ως
συστημική απειλή. Για ποιο λόγο συγκεκριμένες τράπεζες συνδέονται τόσο με την
ομαλή πορεία, αν όχι με την επιβίωση, της παγκόσμιας οικονομίας, έτσι που αν
βρεθούν σε κρίση η «διάσωσή» τους με κρατικά κεφάλαια να μοιάζει επιβεβλημένη;
Μια πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Ζυρίχης, η οποία δημοσιεύτηκε στο
επιστημονικό περιοδικό New Scientist, επιχείρησε να
προσεγγίσει το πρόβλημα με καθαρά επιστημονικό τρόπο, μελετώντας με τη βοήθεια
της τεχνολογίας το πολύπλοκο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, για να
καταλήξει στο συμπέρασμα πως ένας μικρός αριθμός τραπεζών ελέγχουν ένα μεγάλο τμήμα της παγκόσμιας
οικονομίας.
Η συγκεκριμένη μελέτη, η οποία πραγματοποιήθηκε από τρεις
θεωρητικούς πολύπλοκων συστημάτων του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Ζυρίχης στην Ελβετία, προχώρησε πέρα από ιδεολογίες
και, συνδυάζοντας έναν κλάδο των μαθηματικών που χρησιμοποιείται για την
προσομοίωση συστημάτων τα οποία συναντώνται
στη φύση με δεδομένα για τριάντα εφτά
εκατομμύρια εταιρείες απ’ όλο τον κόσμο, δημιούργησε έναν επιστημονικό χάρτη
του παγκόσμιου κεφαλαιακού συστήματος.
Η έρευνα ανέδειξε μια ομάδα χιλίων τριακοσίων δεκαοχτώ εταιρειών, οι οποίες μέσω των
μετοχικών δομών τους συνδέονται μεταξύ τους ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς.
Η πιο ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι πως, ενώ αυτές οι εταιρείες εμφανίζονται να
αντιπροσωπεύουν το 20% των παγκόσμιων λειτουργικών εσόδων, στην πραγματικότητα
μέσω της κατοχής μετοχών στις μεγαλύτερες εταιρείες και βιομηχανίες του κόσμου
καταλήγουν να αντιπροσωπεύουν το 60% των παγκόσμιων εσόδων της πραγματικής
οικονομίας.
Η πιο ενδελεχής και σε βάθος μελέτη των στοιχείων στοιχειοθέτησε
την ύπαρξη ενός ακόμα μικρότερου και πιο ισχυρού
δικτύου ιδιοκτησίας, που καταλήγει σε μια ομάδα εκατόν σαράντα εφτά πολύ στενά συνδεδεμένων εταιρειών, οι οποίες ελέγχουν το 40%
του συνολικού πλούτου του δικτύου.
«Στην πραγματικότητα, λιγότερο από το 1% των εταιρειών του δικτύου καταφέρνει να ελέγξει το 40% ολόκληρου του δικτύου», αναφέρει στο New Scientist ο Τζέιμς
Γκλάτφελντερ (James Glattfelder), ένας από τους τρεις επιστήμονες που διεξήγαγαν την έρευνα, σημειώνοντας ότι η πλειονότητα των εταιρειών
αυτών ανήκει στο χρηματοοικονομικό κλάδο. Στη λίστα των πενήντα μεγαλύτερων
από αυτές βρίσκουμε εταιρείες όπως τις Barclays Bank, JP Morgan Chase & Co, Goldman Sachs, UBS κ.λπ., με τον κατάλογο να περιλαμβάνει μερικές από τις
γνωστότερες και μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου.
Οι πενήντα πρώτες από τις εκατόν σαράντα εφτά
συνδεδεμένες εταιρείες του δικτύου που, σύμφωνα με τη
συγκεκριμένη έρευνα, ελέγχουν ένα μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου πλούτου είναι οι ακόλουθες:
1. Barclays plc,
2. Capital Group Companies
Inc,
3. FMR Corporation,
4. AXA,
5. State Street
Corporation,
6. JP Morgan Chase &
Co,
7. Legal & General Group plc,
8. Vanguard Group Inc,
9. UBS AG,
10. Merrill Lynch & Co
Inc,
11. Wellington Management Co
LLP,
12. Deutsche Bank AG,
13. Franklin Resources Inc,
14. Credit Suisse Group,
15. Walton Enterprises LLC,
16. Bank of New York Mellon
Corp,
17. Natixis,
18. Goldman Sachs Group Inc,
19. T. Rowe Price Group Inc,
20. Legg Mason Inc,
21. Morgan Stanley,
22. Mitsubishi UFJ Financial
Group Inc,
23. Northern Trust
Corporation,
24. Société Générale,
25. Bank of America
Corporation,
26. Lloyds TSB Group plc,
27. Invesco plc,
28. Allianz SE 29. TIAA,
30. Old Mutual Public
Limited Company,
31. Aviva plc,
32. Schroders plc,
33. Dodge &
Cox,
34. Lehman Brothers Holdings
Inc *,
35. Sun Life Financial Inc,
36. Standard Life plc,
37. CNCE,
38. Nomura Holdings Inc,
39. The Depository Trust
Company,
40. Massachusetts Mutual
Life Insurance,
41. ING Groep NV,
42. Brandes Investment
Partners LP,
43. Unicredito Italiano SPA,
44. Deposit Insurance
Corporation of Japan,
45. Vereniging Aegon,
46. BNP Paribas,
47. Affiliated Managers
Group Inc,
48. Resona Holdings Inc,
49. Capital Group
International Inc,
50. China Petrochemical
Group Company.
* H Lehman Brothers συμπεριλαμβανόταν στα στοιχεία της έρευνας, καθώς χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από το 2007, πριν δηλαδή από την πτώχευσή της.
* H Lehman Brothers συμπεριλαμβανόταν στα στοιχεία της έρευνας, καθώς χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από το 2007, πριν δηλαδή από την πτώχευσή της.
Η ερευνητική ομάδα αποτύπωσε
με τη βοήθεια της τεχνολογίας το χρηματοοικονομικό δίκτυο που αναδείχτηκε από
τη μελέτη της σε μια εικόνα η οποία θυμίζει ένα νευρωνικό δίκτυο. Πιο
συγκεκριμένα, παρουσιάζει τις διασυνδέσεις που αναγνωρίστηκαν μεταξύ των
χιλίων τριακοσίων δεκαοχτώ εταιρειών, αλλά και τη θέση των πενήντα πιο
συνδεδεμένων με τις υπόλοιπες στο κέντρο του δικτύου. Δεδομένου ότι η πλειονότητα των πενήντα εταιρειών στην
καρδιά του συγκεκριμένου συστήματος είναι τράπεζες και καθώς από αυτές ξεκινά
ο μεγαλύτερος και ισχυρότερος αριθμός διασυνδέσεων με τις εταιρείες του
υπόλοιπου συστήματος, είναι εύλογο πως, αν κάποια από τις συγκεκριμένες
τράπεζες καταρρεύσει, θα προκαλέσει συστημική
βλάβη, αφού μέσω των διαδρομών σύνδεσής της με
τις υπόλοιπες θα επηρεάσει ένα μεγάλο αριθμό από αυτές και, τελικά, μέσω των
συνδέσμων των υπόλοιπων εταιρειών το σύνολο του συστήματος.
Με το δίκτυο αυτό να αντιπροσωπεύει το 60% των παγκόσμιων
εσόδων, γίνεται αντιληπτό ότι η ενδεχόμενη κατάρρευση μιας από τις τράπεζες στο κέντρο του θα απειλούσε πράγματι με
δραματικές συνέπειες όχι μόνο το τραπεζικό σύστημα αλλά και την παγκόσμια
οικονομία.
Η επιτυχία της συγκεκριμένης ομάδας τραπεζών δεν έγκειται
μόνο στο ότι μπόρεσαν να αναλάβουν σε σημαντικό βαθμό τον έλεγχο ενός μεγάλου
ποσοστού του παγκόσμιου κεφαλαίου, αλλά και στο ότι συνέδεσαν τη μοίρα της
παγκόσμιας οικονομίας με την ύπαρξή τους. Έτσι όπως σχεδιάστηκε το
χρηματοοικονομικό/χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι
συγκεκριμένες τράπεζες βρίσκονται στο κέντρο του και αποτελούν την καρδιά και
τον εγκέφαλό του. Χωρίς αυτές, η σύγχρονη οικονομία δεν υφίσταται στη σημερινή
μορφή της.
Πέρα από τα συμπεράσματα της εν λόγω έρευνας, είναι ανησυχητικό
και το γεγονός πως, εκτός από τους «χρηματοοικονομικούς συνδέσμους» που συναντώνται
εντός του παραπάνω δικτύου, εντοπίζονται και
συγγενικοί δεσμοί μεταξύ των μεγαλομετόχων ή των προέδρων των ελίτ εταιρειών
που το αποτελούν.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της κορυφαίας στη λίστα
εταιρείας, της Barclays plc, της οποίας ο γενικός διευθυντής Μάρκους Άγκιους (Marcus Agius) είναι
σύζυγος της Κάθριν Ρότσιλντ (Katherine Rothschild), κόρης του Έντμουντ
Λέοπολντ ντε Ρότσιλντ (Edmund Leopold de Rothschild), της μεγαλύτερης τραπεζικής δυναστείας στον κόσμο, με
θέσεις και σε άλλες εταιρείες του δικτύου. Ο
Μάρκους Άγκιους είναι, μεταξύ άλλων, διοικητικό
στέλεχος στο BBC, ενώ η οικογένεια Ρότσιλντ συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο του βρετανικού Sky News.
Δεν είναι όμως μόνο η παραπάνω επιστημονική έρευνα που
ανέδειξε ένα παγκόσμιας ισχύος
τραπεζικό/χρηματοοικονομικό δίκτυο, αλλά και μια ακόμα πιο πρόσφατη, η οποία
δημοσιεύτηκε τον Αύγουστο του 2011 και πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία
καθηγητών από μερικά από τα πιο γνωστά πανεπιστήμια στον κόσμο και τη βοήθεια
του Αμερικανικού Χρηματιστηρίου Αξιών (MIT Sloan School of Management, Isenberg School of Management, University of Massachusetts, University of Venice, SSAV, Department of Economics, Columbia University, New York University, Wharton School, University of Chicago, Brandeis University, US Securities and Exchange Commission, Toulouse School of Economics, Cambridge University).
Η νέα αυτή μελέτη κατέληξε στην ανάδειξη ενός παρόμοιου δικτύου με αυτό που είδαμε παραπάνω, με τη συμμετοχή και πάλι των
ίδιων τραπεζών και χρηματοοικονομικών εταιρειών (hedge funds, επενδυτικές κ.λπ.). Στο δίκτυο αυτό βρίσκουμε
ξανά τις Goldman Sachs, Merrill Lynch, Deutsche Bank, Morgan Stanley, JP Morgan, Lazard κ.λπ.
Δε χρειάζεται να χρησιμοποιήσει κανείς τη φαντασία του για
να διαπιστώσει τι θα συνέβαινε σε περίπτωση που κατέρρεε μια ελίτ τράπεζα του δικτύου, καθώς υπάρχει η πρόσφατη εμπειρία από την πτώχευση της Lehman Brothers, η οποία
μέσα σε λίγες ημέρες προκάλεσε παγκόσμιο χρηματοοικονομικό και χρηματοπιστωτικό
κραχ.
Οι ελίτ αυτές τράπεζες του δικτύου, που ελέγχει ένα τόσο μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου πλούτου, είναι οι σύγχρονοι χρηματοπιστωτικοί θεοί, οι οποίοι
ασκούν τη μεγαλύτερη ίσως επιρροή στη χρηματιστηριακή και την πραγματική
οικονομία, κατέχοντας τη δύναμη ενός πανίσχυρου ολιγοπωλίου του πλούτου.