Υπάρχουν μερικά αντικειμενικά δεδομένα.
Πρώτον, όσον αφορά το χρέος, οι "εταίροι" μας δεν έχουν καμιά απολύτως πρόθεση να το μειώσουν. Η σχετική κουβέντα έχει ξεκινήσει από το 2012, αλλά με διάφορες προφάσεις αναβάλλουν κάθε σχετική συζήτηση, τακτική που συνεχίζεται και τώρα.
Δεύτερον, το ΔΝΤ δείχνει να θέλει να σταματήσει τη συνέχιση του δανεισμού της χώρας μας, αλλά ταυτόχρονα να έχει λόγο στην επιβολή μέτρων. Οι "εταίροι" όμως το θέλουν μέσα στο πρόγραμμα ισοπέδωσης της οικονομίας μας, όπως ήταν μέχρι τώρα.
Τρίτον, είναι βέβαιο ότι η επιβολή μέτρων και η συνεπακόλουθη καταστροφή κάθε οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας θα συνεχιστεί. Όσον τουλάχιστον δεν βρίσκεται κυβέρνηση που θα σηκώσει ανάστημα απέναντι στο βουνό των παράλογων αλλά στοχοποιημένων απαιτήσεων των δανειστών.
Το κλίμα που δημιουργείται γύρω από όλες αυτές τις διεργασίες αναλύει ο κ.Σταύρος Λυγερός στο κείμενό του που αναδημοσιεύω στη συνέχεια.
Μετά και τη διαρροή της συνομιλίας Τόμσεν - Βελκουλέσκου, οι αντιθέσεις στους κόλπους των δανειστών έχουν τεθεί ανοιχτά πια στο τραπέζι. Η Λαγκάρντ υποχρεώθηκε να δηλώσει δημοσίως ότι το ΔΝΤ επιδιώκει αλλαγή των όρων της συμφωνίας του Ιουλίου 2015 με το επιχείρημα ότι οι αριθμοί δεν βγαίνουν.
Επίσημη αλλαγή των όρων, όμως, μπορεί να προκύψει από αναθεώρηση του 3ου μνημονίου. Απαιτούνται, δηλαδή, νέες διαπραγματεύσεις και νέα συμφωνία, η οποία θα πρέπει να εγκριθεί από τα κοινοβούλια των χωρών-μελών της Ευρωζώνης. Για προφανείς πολιτικούς λόγους, ούτε το ευρωιερατείο ούτε η Αθήνα επιθυμούν να ομολογήσουν ότι εκείνη η συμφωνία είναι ανεφάρμοστη. Πολύ περισσότερο δεν επιθυμούν να εισέλθουν σε μια τέτοια διαδικασία. Γι’ αυτό και στην πράξη το σενάριο αυτό έχει αποκλειστεί.
Το ευρωιερατείο, παρά τις εσωτερικές αντιθέσεις του όσον αφορά τον χειρισμό του ελληνικού ζητήματος, συμφωνεί ότι δεν πρέπει να εξωθήσει τα πράγματα σε σημείο που να προκύψει υποτροπή της ελληνικής κρίσης. Για την ακρίβεια, θέλει το ελληνικό ζήτημα να μην είναι καν στην ευρωπαϊκή ατζέντα, ειδικά εν όψει του βρετανικού δημοψηφίσματος. Γι’ αυτό ναι μεν πιέζει για περισσότερα μέτρα λιτότητας, αλλά δεν θέλει να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση Τσίπρα. Το μήνυμα αυτό έχουν λάβει και τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ισχυρές κοινωνικές οργανώσεις που είχαν σχετικές επαφές. Το ζητούμενο στις διαβουλεύσεις του κλαμπ της Ουάσινγκτον είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ των δανειστών. Λόγω του γεγονότος ότι η διάσταση απόψεων μεταξύ της Ευρωζώνης και του Ταμείου έχει πλέον επισημοποιηθεί, ο συμβιβασμός δεν είναι πολύ εύκολος. Από την άλλη πλευρά, όμως, οι εναλλακτικές επιλογές είναι πολιτικά πολύ δύσκολες. Η πρώτη εναλλακτική επιλογή είναι το ευρωιερατείο να αποδεχθεί τη γενναία μείωση του ελληνικού χρέους για να βγαίνουν τα νούμερα. Οι Ευρωπαίοι, όμως, είναι παντελώς απρόθυμοι να κάνουν αυτό το βήμα και μάλιστα τώρα. Ο Ντάισελμπλουμ δήλωσε ότι εάν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, θα θέσει το ζήτημα της αναδιάρθρωσης στην αμέσως επόμενη σύνοδο του Eurogroup. Το προβλέπει, άλλωστε, το 3ο μνημόνιο. Δεν θέτει, όμως, σαφές χρονοδιάγραμμα. Αυτό σημαίνει ότι οι εταίροι μπορούν με διάφορα προσχήματα να υπεκφεύγουν για πολύ χρόνο. Ετσι είχαν πράξει και με τη δέσμευση που είχαν αναλάβει στο Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012.
Η δεύτερη εναλλακτική λύση είναι η έξοδος του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα. Σύσσωμο το ευρωιερατείο, όμως, δηλώνει ότι η παρουσία του Ταμείου είναι απαραίτητη. Η Μέρκελ, μάλιστα, έχει δεσμευτεί προσωπικά γι’ αυτό. Στην πραγματικότητα, η στάση της Ευρωζώνης είναι κραυγαλέα αντιφατική. Από τη μία θέλει το ΔΝΤ για να παίζει τον ρόλο του «κακού μπάτσου» όσον αφορά την επιβολή μέτρων λιτότητας. Από την άλλη, όμως, αρνείται ουσιαστικά να προχωρήσει άμεσα σε μείωση του ελληνικού χρέους, παρότι αυτό υπαγορεύεται από τον κανόνα του Ταμείου ότι αυτό πρέπει να είναι βιώσιμο. Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, και τα δύο αυτά εναλλακτικά σενάρια είναι -τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση- από πολιτικής απόψεως απαγορευτικά. Αν και τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί, με την έννοια ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, το πιθανότερο είναι ότι στο τέλος της ημέρας οι δανειστές θα βρουν μεταξύ τους έναν συμβιβασμό. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ωστόσο, ο Τόμσεν έθεσε ως όρο για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα και τη μείωση του χρέους και τη λήψη πρόσθετων μέτρων λιτότητας. Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε, μόνο τότε θα εισηγηθεί στο διοικητικό συμβούλιο τη συμμετοχή.
Μερικές ώρες πριν η Λαγκάρντ είχε προεξοφλήσει ότι το ΔΝΤ θα παραμείνει με κάποιον τρόπο στο ελληνικό πρόγραμμα. Για την ακρίβεια είχε υπονοήσει ότι ενδεχομένως να συμμετάσχει ως τεχνικός σύμβουλος και επόπτης της εφαρμογής, αλλά όχι ως συγχρηματοδότης. Το παζάρι είναι σκληρό και συνεχίζεται. Στο παιχνίδι μπαίνει πιο αποφασιστικά και ο αμερικανικός παράγοντας. Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, η Κομισιόν έχει ζητήσει διακριτικά από την Ουάσινγκτον να ασκήσει πίεση στη Λαγκάρντ για να βάλει νερό στο κρασί της. Οι Αμερικανοί, όμως, κινούνται πιο κοντά στην επίσημη θέση του Ταμείου. Ναι μεν ζητούν από την Αθήνα να προχωρήσει τις προβλεπόμενες μεταρρυθμίσεις, αλλά ταυτοχρόνως ζητούν επίμονα από την Ευρωζώνη να προχωρήσει σε γενναία μείωση του χρέους. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι στη συνάντηση που ο Ομπάμα θα έχει με τη Μέρκελ στο Ανόβερο στις 23 Απριλίου θα συζητήσει μαζί της το ελληνικό ζήτημα. Και για να μην αφήσει αμφιβολία για τις προθέσεις του, πρόσθεσε ότι η Ελλάδα επωμίζεται μεγάλο βάρος λόγω του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος. Εάν οι δανειστές καταλήξουν μεταξύ τους σε κάποιον συμβιβασμό, το επόμενο κρίσιμο ερώτημα είναι αν η ελληνική κυβέρνηση θα μπορέσει να ανταποκριθεί στους όρους που θα της θέσουν. Ο Τσίπρας και το στενό επιτελείο του θέλουν πολύ να παραμείνουν στην εξουσία. Εχουν ήδη προβεί σε επώδυνες υποχωρήσεις και είναι διατεθειμένοι να κάνουν και κάποια πρόσθετα βήματα πίσω προκειμένου να ολοκληρωθεί εγκαίρως η αξιολόγηση. Πιστεύουν ότι με τον τρόπο αυτό θα κερδίσουν πολιτικό χρόνο και θα έχουν τη δυνατότητα να ανακτήσουν εκλογικό έδαφος. Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχουν όρια στο τι μπορούν να δεχθούν. Και τα όρια αυτά καθορίζονται όχι μόνο από τις όποιες δικές τους πολιτικές αντιστάσεις, αλλά κυρίως από το τι αντέχει να ψηφίσει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153. Λόγω της υποχώρησης των κοινωνικών αντιδράσεων, το πολύ βαρύ κλίμα που επικρατούσε στις γραμμές των συμπολιτευόμενων βουλευτών έχει τον τελευταίο καιρό κάπως μετριαστεί. Αυτό, ωστόσο, δεν εγγυάται πως θα υπερψηφιστεί ό,τι φέρει η κυβέρνηση. Έχοντας πειστεί ότι το κύριο εμπόδιο για να κλείσει η αξιολόγηση είναι το ΔΝΤ, ο πρωθυπουργός και κορυφαίοι υπουργοί έχουν επιλέξει να βάλλουν δημοσίως εναντίον του, προσπαθώντας να το διαχωρίσουν από τους Ευρωπαίους. Η τακτική αυτή είναι πολύ χοντροκομμένη και η Ελλάδα πολύ μικρή για να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Παρ’ όλα αυτά η δημόσια κριτική ασκεί μια πίεση στο Ταμείο, το οποίο υποχρεώθηκε να υψώσει τους τόνους όσον αφορά στην απαίτησή του για μείωση του ελληνικού χρέους. Εάν τελικώς οι δανειστές βάλουν πολύ ψηλά τον πήχη, κυβερνητικοί κύκλοι διαβεβαιώνουν σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ότι το σενάριο των εκλογών θα μπει στο τραπέζι. Στο Μαξίμου δεν ελπίζουν πλέον πως μπορεί να βάλει πλάτη στη Βουλή η αντιπολίτευση. Ο Μητσοτάκης το έχει αποκλείσει και η στάση της Ν.Δ. εκ των πραγμάτων συμπαρασύρει στην ίδια γραμμή και τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων). Δεν φαίνεται ρεαλιστικό ούτε το σενάριο σχηματισμού κυβέρνησης του λεγόμενου «ευρωπαϊκού τόξου» με πρωθυπουργό τον Τσίπρα. Κάποιες πιθανότητες έχει το σενάριο να διευρυνθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία με τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στο κυβερνητικό σχήμα. Το ευρωιερατείο το επιθυμεί πολύ. Είναι αμφίβολο, όμως, εάν η Γεννηματά θα το τολμήσει, όταν μάλιστα η ομάδα του Βενιζέλου είναι κατηγορηματικά αντίθετη. Εάν, λοιπόν, οι δανειστές ζητήσουν από τον Τσίπρα μέτρα που του είναι αδύνατον να δεχτεί και να περάσει από τη Βουλή, ο μόνος δρόμος που θα του έχει απομείνει είναι να στήσει κάλπες, έχοντας επίγνωση ότι πιθανότατα θα τις χάσει. Αυτό δείχνουν και οι δικές τους μυστικές δημοσκοπήσεις.
Η απώλεια της εξουσίας είναι πικρή για όλους και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί εξαίρεση. Ενας ολόκληρος μικρόκοσμος, άλλωστε, καλόμαθε πλέον στα μεγαλύτερα ή μικρότερα προνόμια που παρέχει μια θέση στην πυραμίδα της εξουσίας. Υπάρχουν ωστόσο και στελέχη που βλέπουν με μεγάλη ανησυχία το μέλλον. Όχι αδικαιολόγητα, θεωρούν ότι με την εφαρμογή του 3ου μνημονίου, και μάλιστα μιας δυσμενούς εκδοχής του, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιθανόν να έχει την τύχη του ΠΑΣΟΚ. Αντιθέτως, εάν οι δανειστές βάλουν το μαχαίρι στον λαιμό της κυβέρνησης, μια ηρωική έξοδος προοπτικά θα αποδειχτεί σωτήριος. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει μεγάλο κόμμα, ο δε Τσίπρας, και λόγω ηλικίας, θα έχει μια δεύτερη ευκαιρία στο μέλλον. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, το σενάριο αυτό έχει συζητηθεί στο Μαξίμου και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να το απορρίπτει εξ υπαρχής. Εύκολο, όμως, να το συζητάει, δύσκολο να το κάνει πράξη....
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, παρότι το παζάρι είναι σκληρό και τα εμπόδια ακόμα εκεί, οι πιθανότητες είναι οι δανειστές να βρουν έναν συμβιβασμό. Το μεν ΔΝΤ θα βολευτεί με μια γενική δήλωση της Ευρωζώνης ότι εγγυάται τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και ότι η αναδιάρθρωσή του θα τεθεί στο τραπέζι. Η δε Ευρωζώνη θα υιοθετήσει εμμέσως πλην σαφώς ορισμένες απαιτήσεις του ΔΝΤ για τα μέτρα-όρους που από κοινού θα θέσουν στην Αθήνα για να κλείσει η αξιολόγηση. Ο κοινός τόπος που -σύμφωνα με κοινοτική πηγή- αναμένεται να καταλήξουν οι δανειστές είναι η σταδιακή εφαρμογή των όποιων μέτρων. Αν και αυτό παραπέμπει σε σπάσιμο της αξιολόγησης και κατ’ επέκταση της δόσης σε δύο φάσεις, δεν πρόκειται να σερβιριστεί έτσι. Η σταδιακή εφαρμογή των μέτρων είναι και ο τρόπος για να αποτραπεί το ναυάγιο στις διαπραγματεύσεις με την Αθήνα. Προσφέρει διέξοδο στον Τσίπρα και ταυτοχρόνως μια δικαιολογία στο Ταμείο να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. Με άλλα λόγια, για μία ακόμη φορά θα κάνει το θαύμα της η πρακτική των Ευρωπαίων να βρίσκουν φόρμουλες που συμβιβάζουν τα ασυμβίβαστα, αλλά κατά κανόνα αφήνουν άλυτα τα προβλήματα.
Πρώτον, όσον αφορά το χρέος, οι "εταίροι" μας δεν έχουν καμιά απολύτως πρόθεση να το μειώσουν. Η σχετική κουβέντα έχει ξεκινήσει από το 2012, αλλά με διάφορες προφάσεις αναβάλλουν κάθε σχετική συζήτηση, τακτική που συνεχίζεται και τώρα.
Δεύτερον, το ΔΝΤ δείχνει να θέλει να σταματήσει τη συνέχιση του δανεισμού της χώρας μας, αλλά ταυτόχρονα να έχει λόγο στην επιβολή μέτρων. Οι "εταίροι" όμως το θέλουν μέσα στο πρόγραμμα ισοπέδωσης της οικονομίας μας, όπως ήταν μέχρι τώρα.
Τρίτον, είναι βέβαιο ότι η επιβολή μέτρων και η συνεπακόλουθη καταστροφή κάθε οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας θα συνεχιστεί. Όσον τουλάχιστον δεν βρίσκεται κυβέρνηση που θα σηκώσει ανάστημα απέναντι στο βουνό των παράλογων αλλά στοχοποιημένων απαιτήσεων των δανειστών.
Το κλίμα που δημιουργείται γύρω από όλες αυτές τις διεργασίες αναλύει ο κ.Σταύρος Λυγερός στο κείμενό του που αναδημοσιεύω στη συνέχεια.
Μετά και τη διαρροή της συνομιλίας Τόμσεν - Βελκουλέσκου, οι αντιθέσεις στους κόλπους των δανειστών έχουν τεθεί ανοιχτά πια στο τραπέζι. Η Λαγκάρντ υποχρεώθηκε να δηλώσει δημοσίως ότι το ΔΝΤ επιδιώκει αλλαγή των όρων της συμφωνίας του Ιουλίου 2015 με το επιχείρημα ότι οι αριθμοί δεν βγαίνουν.
Επίσημη αλλαγή των όρων, όμως, μπορεί να προκύψει από αναθεώρηση του 3ου μνημονίου. Απαιτούνται, δηλαδή, νέες διαπραγματεύσεις και νέα συμφωνία, η οποία θα πρέπει να εγκριθεί από τα κοινοβούλια των χωρών-μελών της Ευρωζώνης. Για προφανείς πολιτικούς λόγους, ούτε το ευρωιερατείο ούτε η Αθήνα επιθυμούν να ομολογήσουν ότι εκείνη η συμφωνία είναι ανεφάρμοστη. Πολύ περισσότερο δεν επιθυμούν να εισέλθουν σε μια τέτοια διαδικασία. Γι’ αυτό και στην πράξη το σενάριο αυτό έχει αποκλειστεί.
Το ευρωιερατείο, παρά τις εσωτερικές αντιθέσεις του όσον αφορά τον χειρισμό του ελληνικού ζητήματος, συμφωνεί ότι δεν πρέπει να εξωθήσει τα πράγματα σε σημείο που να προκύψει υποτροπή της ελληνικής κρίσης. Για την ακρίβεια, θέλει το ελληνικό ζήτημα να μην είναι καν στην ευρωπαϊκή ατζέντα, ειδικά εν όψει του βρετανικού δημοψηφίσματος. Γι’ αυτό ναι μεν πιέζει για περισσότερα μέτρα λιτότητας, αλλά δεν θέλει να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση Τσίπρα. Το μήνυμα αυτό έχουν λάβει και τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ισχυρές κοινωνικές οργανώσεις που είχαν σχετικές επαφές. Το ζητούμενο στις διαβουλεύσεις του κλαμπ της Ουάσινγκτον είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ των δανειστών. Λόγω του γεγονότος ότι η διάσταση απόψεων μεταξύ της Ευρωζώνης και του Ταμείου έχει πλέον επισημοποιηθεί, ο συμβιβασμός δεν είναι πολύ εύκολος. Από την άλλη πλευρά, όμως, οι εναλλακτικές επιλογές είναι πολιτικά πολύ δύσκολες. Η πρώτη εναλλακτική επιλογή είναι το ευρωιερατείο να αποδεχθεί τη γενναία μείωση του ελληνικού χρέους για να βγαίνουν τα νούμερα. Οι Ευρωπαίοι, όμως, είναι παντελώς απρόθυμοι να κάνουν αυτό το βήμα και μάλιστα τώρα. Ο Ντάισελμπλουμ δήλωσε ότι εάν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, θα θέσει το ζήτημα της αναδιάρθρωσης στην αμέσως επόμενη σύνοδο του Eurogroup. Το προβλέπει, άλλωστε, το 3ο μνημόνιο. Δεν θέτει, όμως, σαφές χρονοδιάγραμμα. Αυτό σημαίνει ότι οι εταίροι μπορούν με διάφορα προσχήματα να υπεκφεύγουν για πολύ χρόνο. Ετσι είχαν πράξει και με τη δέσμευση που είχαν αναλάβει στο Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012.
Η δεύτερη εναλλακτική λύση είναι η έξοδος του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα. Σύσσωμο το ευρωιερατείο, όμως, δηλώνει ότι η παρουσία του Ταμείου είναι απαραίτητη. Η Μέρκελ, μάλιστα, έχει δεσμευτεί προσωπικά γι’ αυτό. Στην πραγματικότητα, η στάση της Ευρωζώνης είναι κραυγαλέα αντιφατική. Από τη μία θέλει το ΔΝΤ για να παίζει τον ρόλο του «κακού μπάτσου» όσον αφορά την επιβολή μέτρων λιτότητας. Από την άλλη, όμως, αρνείται ουσιαστικά να προχωρήσει άμεσα σε μείωση του ελληνικού χρέους, παρότι αυτό υπαγορεύεται από τον κανόνα του Ταμείου ότι αυτό πρέπει να είναι βιώσιμο. Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, και τα δύο αυτά εναλλακτικά σενάρια είναι -τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση- από πολιτικής απόψεως απαγορευτικά. Αν και τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί, με την έννοια ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, το πιθανότερο είναι ότι στο τέλος της ημέρας οι δανειστές θα βρουν μεταξύ τους έναν συμβιβασμό. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ωστόσο, ο Τόμσεν έθεσε ως όρο για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα και τη μείωση του χρέους και τη λήψη πρόσθετων μέτρων λιτότητας. Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε, μόνο τότε θα εισηγηθεί στο διοικητικό συμβούλιο τη συμμετοχή.
Μερικές ώρες πριν η Λαγκάρντ είχε προεξοφλήσει ότι το ΔΝΤ θα παραμείνει με κάποιον τρόπο στο ελληνικό πρόγραμμα. Για την ακρίβεια είχε υπονοήσει ότι ενδεχομένως να συμμετάσχει ως τεχνικός σύμβουλος και επόπτης της εφαρμογής, αλλά όχι ως συγχρηματοδότης. Το παζάρι είναι σκληρό και συνεχίζεται. Στο παιχνίδι μπαίνει πιο αποφασιστικά και ο αμερικανικός παράγοντας. Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, η Κομισιόν έχει ζητήσει διακριτικά από την Ουάσινγκτον να ασκήσει πίεση στη Λαγκάρντ για να βάλει νερό στο κρασί της. Οι Αμερικανοί, όμως, κινούνται πιο κοντά στην επίσημη θέση του Ταμείου. Ναι μεν ζητούν από την Αθήνα να προχωρήσει τις προβλεπόμενες μεταρρυθμίσεις, αλλά ταυτοχρόνως ζητούν επίμονα από την Ευρωζώνη να προχωρήσει σε γενναία μείωση του χρέους. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι στη συνάντηση που ο Ομπάμα θα έχει με τη Μέρκελ στο Ανόβερο στις 23 Απριλίου θα συζητήσει μαζί της το ελληνικό ζήτημα. Και για να μην αφήσει αμφιβολία για τις προθέσεις του, πρόσθεσε ότι η Ελλάδα επωμίζεται μεγάλο βάρος λόγω του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος. Εάν οι δανειστές καταλήξουν μεταξύ τους σε κάποιον συμβιβασμό, το επόμενο κρίσιμο ερώτημα είναι αν η ελληνική κυβέρνηση θα μπορέσει να ανταποκριθεί στους όρους που θα της θέσουν. Ο Τσίπρας και το στενό επιτελείο του θέλουν πολύ να παραμείνουν στην εξουσία. Εχουν ήδη προβεί σε επώδυνες υποχωρήσεις και είναι διατεθειμένοι να κάνουν και κάποια πρόσθετα βήματα πίσω προκειμένου να ολοκληρωθεί εγκαίρως η αξιολόγηση. Πιστεύουν ότι με τον τρόπο αυτό θα κερδίσουν πολιτικό χρόνο και θα έχουν τη δυνατότητα να ανακτήσουν εκλογικό έδαφος. Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχουν όρια στο τι μπορούν να δεχθούν. Και τα όρια αυτά καθορίζονται όχι μόνο από τις όποιες δικές τους πολιτικές αντιστάσεις, αλλά κυρίως από το τι αντέχει να ψηφίσει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153. Λόγω της υποχώρησης των κοινωνικών αντιδράσεων, το πολύ βαρύ κλίμα που επικρατούσε στις γραμμές των συμπολιτευόμενων βουλευτών έχει τον τελευταίο καιρό κάπως μετριαστεί. Αυτό, ωστόσο, δεν εγγυάται πως θα υπερψηφιστεί ό,τι φέρει η κυβέρνηση. Έχοντας πειστεί ότι το κύριο εμπόδιο για να κλείσει η αξιολόγηση είναι το ΔΝΤ, ο πρωθυπουργός και κορυφαίοι υπουργοί έχουν επιλέξει να βάλλουν δημοσίως εναντίον του, προσπαθώντας να το διαχωρίσουν από τους Ευρωπαίους. Η τακτική αυτή είναι πολύ χοντροκομμένη και η Ελλάδα πολύ μικρή για να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Παρ’ όλα αυτά η δημόσια κριτική ασκεί μια πίεση στο Ταμείο, το οποίο υποχρεώθηκε να υψώσει τους τόνους όσον αφορά στην απαίτησή του για μείωση του ελληνικού χρέους. Εάν τελικώς οι δανειστές βάλουν πολύ ψηλά τον πήχη, κυβερνητικοί κύκλοι διαβεβαιώνουν σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ότι το σενάριο των εκλογών θα μπει στο τραπέζι. Στο Μαξίμου δεν ελπίζουν πλέον πως μπορεί να βάλει πλάτη στη Βουλή η αντιπολίτευση. Ο Μητσοτάκης το έχει αποκλείσει και η στάση της Ν.Δ. εκ των πραγμάτων συμπαρασύρει στην ίδια γραμμή και τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων). Δεν φαίνεται ρεαλιστικό ούτε το σενάριο σχηματισμού κυβέρνησης του λεγόμενου «ευρωπαϊκού τόξου» με πρωθυπουργό τον Τσίπρα. Κάποιες πιθανότητες έχει το σενάριο να διευρυνθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία με τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στο κυβερνητικό σχήμα. Το ευρωιερατείο το επιθυμεί πολύ. Είναι αμφίβολο, όμως, εάν η Γεννηματά θα το τολμήσει, όταν μάλιστα η ομάδα του Βενιζέλου είναι κατηγορηματικά αντίθετη. Εάν, λοιπόν, οι δανειστές ζητήσουν από τον Τσίπρα μέτρα που του είναι αδύνατον να δεχτεί και να περάσει από τη Βουλή, ο μόνος δρόμος που θα του έχει απομείνει είναι να στήσει κάλπες, έχοντας επίγνωση ότι πιθανότατα θα τις χάσει. Αυτό δείχνουν και οι δικές τους μυστικές δημοσκοπήσεις.
Η απώλεια της εξουσίας είναι πικρή για όλους και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί εξαίρεση. Ενας ολόκληρος μικρόκοσμος, άλλωστε, καλόμαθε πλέον στα μεγαλύτερα ή μικρότερα προνόμια που παρέχει μια θέση στην πυραμίδα της εξουσίας. Υπάρχουν ωστόσο και στελέχη που βλέπουν με μεγάλη ανησυχία το μέλλον. Όχι αδικαιολόγητα, θεωρούν ότι με την εφαρμογή του 3ου μνημονίου, και μάλιστα μιας δυσμενούς εκδοχής του, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιθανόν να έχει την τύχη του ΠΑΣΟΚ. Αντιθέτως, εάν οι δανειστές βάλουν το μαχαίρι στον λαιμό της κυβέρνησης, μια ηρωική έξοδος προοπτικά θα αποδειχτεί σωτήριος. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει μεγάλο κόμμα, ο δε Τσίπρας, και λόγω ηλικίας, θα έχει μια δεύτερη ευκαιρία στο μέλλον. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, το σενάριο αυτό έχει συζητηθεί στο Μαξίμου και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να το απορρίπτει εξ υπαρχής. Εύκολο, όμως, να το συζητάει, δύσκολο να το κάνει πράξη....
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, παρότι το παζάρι είναι σκληρό και τα εμπόδια ακόμα εκεί, οι πιθανότητες είναι οι δανειστές να βρουν έναν συμβιβασμό. Το μεν ΔΝΤ θα βολευτεί με μια γενική δήλωση της Ευρωζώνης ότι εγγυάται τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και ότι η αναδιάρθρωσή του θα τεθεί στο τραπέζι. Η δε Ευρωζώνη θα υιοθετήσει εμμέσως πλην σαφώς ορισμένες απαιτήσεις του ΔΝΤ για τα μέτρα-όρους που από κοινού θα θέσουν στην Αθήνα για να κλείσει η αξιολόγηση. Ο κοινός τόπος που -σύμφωνα με κοινοτική πηγή- αναμένεται να καταλήξουν οι δανειστές είναι η σταδιακή εφαρμογή των όποιων μέτρων. Αν και αυτό παραπέμπει σε σπάσιμο της αξιολόγησης και κατ’ επέκταση της δόσης σε δύο φάσεις, δεν πρόκειται να σερβιριστεί έτσι. Η σταδιακή εφαρμογή των μέτρων είναι και ο τρόπος για να αποτραπεί το ναυάγιο στις διαπραγματεύσεις με την Αθήνα. Προσφέρει διέξοδο στον Τσίπρα και ταυτοχρόνως μια δικαιολογία στο Ταμείο να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. Με άλλα λόγια, για μία ακόμη φορά θα κάνει το θαύμα της η πρακτική των Ευρωπαίων να βρίσκουν φόρμουλες που συμβιβάζουν τα ασυμβίβαστα, αλλά κατά κανόνα αφήνουν άλυτα τα προβλήματα.