Ένας όρος που ακούγεται πολύ συχνά σε σχέση με τους φανατικούς ισλαμιστές είναι το τζιχάντ. Ένα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα που επέβαλε ο Προφήτης στους μουσουλμάνους ήταν το τζιχάντ που σε ακριβή μετάφραση σημαίνει «προσπάθεια προς ένα συγκεκριμένο στόχο». Συνήθως το τζιχάντ με βάση το Κοράνι ερμηνεύεται ως «ζήλος στο δρόμο του Θεού», όπου άλλοτε έχει την έννοια του ηθικού αγώνα και άλλοτε του ένοπλου. Οι μωαμεθανοί έχουν καθήκον να υπερασπίζονται το χώρο τους από τις επιθέσεις των απίστων και συγχρόνως να καθυποτάξουν τον κόσμο των απίστων ώσπου στο τέλος το Ισλάμ να ηγεμονεύσει σε όλη την υφήλιο. Ο αγώνας του Ισλάμ θα τερματιστεί μόνο όταν όλοι οι άνθρωποι ασπαστούν την ισλαμική πίστη ή υποκύψουν στην ηγεμονία του. Τα όρια του Ισλάμ είναι τα όρια του κόσμου.
Το τζιχάντ είχε κατά κύριο λόγο επιθετική, πολεμική σημασία ήδη από τον καιρό του Μωάμεθ. Το πρώτο Τζιχάντ διεξήχθη από τον ίδιο τον Προφήτη εναντίον των ηγεμόνων της γενέτειράς του και κατέληξε στην άλωση της Μέκκας. Ο επόμενος κατακτητικός στόχος για τους πιστούς ήταν η επέκταση του Ισλάμ στην υπόλοιπη Αραβική Χερσόνησο και εν συνεχεία, με οδηγούς τους χαλίφηδες, τους διαδόχους του Μωάμεθ, στον υπόλοιπο κόσμο. Στους πρώτους αιώνες της ισλαμικής επέκτασης ο τελευταίος αυτός στόχος φαινόταν καθ’ όλα εφικτός. Το 1685 οι Τούρκοι πολιόρκησαν για δεύτερη φορά τη Βιέννη. Η αποτυχία τους να κατακτήσουν αυτή την πύλη προς τη Δύση σηματοδότησε την αντίστροφη πορεία και στο εξής το τζιχάντ είχε σχεδόν αποκλειστικά αμυντικό χαρακτήρα. Με τη λήξη του Α' παγκοσμίου πολέμου οι δυτικές δυνάμεις κατέλαβαν τα τελευταία προπύργια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εκτός από τα καθαυτό τουρκικά εδάφη, στην υπόλοιπη πρώην Αυτοκρατορία επιβλήθηκε άμεσα ή έμμεσα η δυτική ηγεμονία.
Το 1920 οι μόνες χώρες που είχαν μείνει με μουσουλμανική διακυβέρνηση ήταν η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία, το Ιράν και το Αφγανιστάν.