10 Οκτωβρίου 2013

Ευρωπαϊκή Γερμανία ή Γερμανική Ευρώπη;

Είναι ένα ερώτημα που το ακούμε συχνά. Πολλούς έχει απασχολήσει και πολλές απαντήσεις έχουν δοθεί. Σήμερα φιλοξενούμε εδώ τον προβληματισμό του Μιχάλη Κόκκινου, που πηγάζει από την συνεχώς αυξανόμενη διαφοροποίηση της Γερμανίας από τις υπόλοιπες χώρες της ..."Ενωμένης" Ευρώπης. 
Μπορεί η Γερμανία να βάλει νερό στο κρασί της; Mπορούν οι χώρες του νότου να ακολουθήσουν δική τους κοινή πολιτική/στρατηγική; Υπάρχουν λύσεις ώστε να μην οδηγηθούμε σε διάσπαση της ευρωζώνης;
Αυτό και πολλά άλλα ερωτήματα είναι που μας προβληματίζουν. Θα προσπαθούμε με άρθρα σαν κι αυτό να βρίσκουμε κάποιες απαντήσεις.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ Ή ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ; 


Το 1953, από το βήμα του πανεπιστημίου τον Αμβούργου, ο Τόμας Μαν καλούσε τους Γερμανούς να μην επιδιώξουν ξανά τη δημιουργία μιας «γερμανικής Ευρώπης». Τώρα, όμως, ως αποτέλεσμα της κρίσης του ευρώ, φαίνεται να έχουμε οδηγη­θεί ακριβώς εκεί: η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της Ευ­ρώπης είναι σήμερα σε θέση να επιβάλλει τους όρους της, ώστε οι αδύναμες χώρες του ευρώ να συνεχίσουν να δανείζονται, σε τέτοιο βαθμό που η δημοκρατική αυτονομία των Κοινοβουλίων της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Ισπανίας -και τελικά και της ίδιας της Γερμανίας- γκρεμίζεται.
Η αυξανόμενη γερμανική ισχύς, σε συνδυασμό με την επίσης αυξανόμενη δυσαρέσκεια απέναντι σε αυτήν την ισχύ, αποτε­λούν επί του παρόντος τις δυο βασικές θεματικές της ευρω­παϊκής πολιτικής. Αυτό από ιστορική σκοπιά αποτελεί ειρω­νεία, δεδομένου ότι ο βασικός σκοπός του κοινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος από τη δεκαετία του 1950 και μετά ήταν να δοθεί ένα οριστικό τέλος στην ιδέα ότι η Γερμανία είναι πολύ ισχυρή για να συνυπάρχει άνετα με τους γείτονές της.
Μετά τη συγκρότηση της ενιαίας Γερμανίας το 1990, τόσο ο Κολ όσο και ο Σρέντερ, αλλά και η ίδια η Μέρκελ στην πρώτη της θητεία, ήταν υποχρεωμένοι να διαπραγματεύονται τις ευ­ρωπαϊκές επιλογές πρώτον με τη Γαλλία και, κατά δεύτερο λό­γο, με τις μεγάλες χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, αξιοποιώντας έτσι τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς ώστε να απο­φευχθεί ένα κοινό μέτωπο των τριών απέναντί τους. Η Γαλλία ήθελε την προνομιακή διμερή σχέση με το Βερολίνο, ενώ Ρώμη και Μαδρίτη παρέκαμπταν το Παρίσι με απευθείας διαπραγ­μάτευση με τη Γερμανία. Αυτή την πολιτική συνέχισαν να ακο­λουθούν Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία ακόμα και μετά το ξέσπα­σμά της κρίσης χρέους το 2010, στρώνοντας το χαλί για τη «γερμανική Ευρώπη».

'Οταν ξέσπασε η κρίση δανεισμού της Ελλάδας το 2010, οι τρεις χώρες μπορούσαν να ζητήσουν συνολική θωράκιση της Ευρωζώνης και περαιτέρω βήματα εμβάθυνσης της ευρωπαϊ­κής ολοκλήρωσης. Κάτι που σήμερα -εκτός τού ότι είναι πολύ αργά για να γίνει πια- έχει αφήσει Μαδρίτη, Ρώμη και Παρίσι χωρίς κάποιο εναλλακτικό σχέδιο, να εξαρτώνται πλήρως από την καλή θέληση του Βερολίνου.
Στην πραγματικότητα, η ιδέα μιας «γερμανικής Ευρώπης» δεν είναι τόσο η περιγραφή μιας νέας πραγματικότητας της ΕΕ, όσο μια έκφραση ανησυχίας για το καθεστώς της συζήτη­σης και το ευρωπαϊκό πνεύμα στη Γερμανία. Είναι αλήθεια ότι, τα τελευταία χρόνια, η σχετική ισχύς της Γερμανίας έχει αυξηθεί, αλλά αυτή η ηγεμονεύουσα θέση δεν έχει οδηγήσει ακόμη σε μια αναδιαμόρφωση της ΕΕ, σύμφωνα με το γερμα­νικό τρόπο.
Ακόμη και η Γερμανία έχει υποχρεωθεί να εγκαταλείπει θε­μελιώδη τμήματα του οράματός της για την ΕΕ. Το Βερολίνο συμφώνησε να δημιουργήσει ένα μόνιμο μηχανισμό διάσωσης (ESM). Δέχθηκε, ακόμη, η ΕΚΤ να προχωρήσει πέραν της προ­ηγουμένως αποδεκτής εξουσίας της. Κι ακόμη, εγκατέλειψε την αντίθεσή της στην απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τρα­πεζών από τον ESM.

Μια θεμελιώδης αλλαγή στις γερμανικές πολιτικές μετά από τις εκλογές είναι, επομένως, πολύ απίθανη. Η αυξανόμενη συνειδητοποίηση από την πλευρά του Βερολίνου των σοβαρών επι­δράσεων που έχουν στο εσωτερικό τα προβλήματα της ΕΕ, θα οδηγήσει σε περαιτέρω παραχωρήσεις για «αδύναμα» κράτη-μέλη. Το ζήτημα ενός νέου προγράμματος διάσωσης για την Ελ­λάδα το 2014 είναι μόλις μια πτυχή αυτής της πιθανής εξέλιξης. Αν και οι λεπτομέρειες της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέ­ους παρέμεναν ταμπού το τελευταίο εξάμηνο λόγω της προ­εκλογικής περιόδου στη Γερμανία, το ζήτημα δεν μπορεί να αποκλειστεί πλέον τους επόμενους μήνες.
Επιπλέον, η ανακοίνωση από τον πρόεδρο της Κομισιόν ότι θα δημιουργηθεί ομάδα εμπειρογνωμόνων, με σκοπό τη μελέτη της επιλογής για ένα «ταμείο εξαγοράς χρέους» (το οποίο θα περιλαμβάνει όλα τα χρέη των χωρών της Ευ­ρωζώνης που υπερβαίνουν το όριο της Συνθή­κης του Μάαστριχτ, στο 60% του ΑΕΠ), τοπο­θετεί αυτή την ιδέα -σημείο αντιπαράθεσης μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλ­δημοκρατών- ξανά στην ημερήσια διάταξη.
Μία πρώτη γεύση από την στροφή της Γερμανίας στον τρόπο που αντιμετω­πίζει τα ευρωπαϊκά πράγματα θα δοθεί το Νο­έμβριο, οπότε και θα αποφασιστεί η τύχη της επιχειρούμενης τραπεζικής ένωσης. Η βασική διαφω­νία ως προς το θέμα αυτό αφορά σε ένα κεντρικό στοιχείο της μελλοντικής τραπεζικής ένωσης: ποιος θα λάβει τις αποφάσεις γι’ αυτά τα ζητήματα, και πώς; Πού είναι τα κεφάλαια που χρειάζονται για να εκτελεστούν τέτοιες πράξεις, και ποιος θα τα διαχειριστεί; Η πρόσφατη πρόταση της Κομισιόν να δημιουργήσει ένα ειδικό ινστιτούτο και ταμείο, συνάντησε κριτική από τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία ανατίθεται στη μεταβίβαση περαιτέρω αρ­μοδιοτήτων στις Βρυξέλλες...
GreekBloggers.com