2 Μαΐου 2013

Η ιδιότυπη ευστάθεια της "παραπαίουσας" κυβέρνησης Σαμαρά (του Σταύρου Λυγερού)

Πολλοί θεωρούν ότι οι εύθραυστες ισορροπίες που υπάρχουν στην τρικομματική κυβέρνηση δεν ευνοούν τη μακροζωία της. Είναι όμως έτσι; Υπάρχει κάποιος από τους συμμετέχοντες, που θα έπαιρνε το ρίσκο να τη ρίξει; Στα ερωτήματα αυτά απαντάει ο κ.Στ.Λυγερός με το άρθρο του που αναδημοσιεύω παρακάτω από τα σημερινά ΕΠΙΚΑΙΡΑ.



Η ιδιότυπη ευστάθεια της "παραπαίουσας" κυβέρνησης Σαμαρά
Αυτή τη φορά η ΔΗMAP δεν συ­γκέντρωσε τους προβολείς της δημοσιό­τητας λόγω της αντίρ­ρησής της για κάποια απαίτηση της τρόικας, όπως είχε συμβεί προσφάτως με το χαράτσι.
Τους συγκέντρωσε λό­γω της δημόσιας σύγκρουσης δύο στε­λεχών της, του υπουργού Δικαιοσύνης, Α. Ρουπακιώτη, με τον υπουργό Δημόσι­ας Διοίκησης, Α. Μανιτάκη, σε συνδυα­σμό με την παρέμβαση της υφυπουργού Υγείας, Φ. Σκοπούλη, στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Τα δύο αυτά επεισόδια καταδεικνύουν ότι η ΔΗΜΑΡ έχει καταστεί ο αδύναμος κρίκος του κυ­βερνητικού συνασπισμού.
Το πρόβλημα με την κυβέρνηση Σαμα­ρά δεν είναι μόνο ότι τρία κόμματα με διαφορετικές ιδεολογικοπολιτικές ορίζουσες υποχρεώθηκαν από τις περιστά­σεις να σχηματίσουν κυβέρνηση και ως εκ τούτου είναι αναπόφευκτο να προκύ­πτουν πολιτικές τριβές. Είναι, επίσης, ότι αυτή η κυβέρνηση οικοδομήθηκε κατά τρόπο που να μην εξασφαλίζει την ταχεία και δημιουργική επίλυση των διαφορών.
Η πρακτική που κατά κανόνα ακολου­θείται στις ευρωπαϊκές χώρες είναι οι αρχηγοί των μικρότερων κυβερνητικών εταίρων να ορίζονται αντιπρόεδροι και να αναλαμβάνουν σημαντικά χαρτοφυλάκια. Αυτό γίνεται κυρίως επειδή η λειτουργική παρουσία των πολιτικών αρχηγών προ­σφέρει τη δυνατότητα διαρκούς διαβούλευσης εντός των κυβερνητικών οργά­νων, ώστε να αποφεύγονται οι συγκρού­σεις και να επιτυγχάνεται συντονισμός.

Στην Ελλάδα, ο κανόνας των μονοκομ­ματικών κυβερνήσεων διαμόρφωσε μια αρνητική παράδοση. Στις τρεις φορές, άλλωστε, που μετά το 1974 χρειάστηκε να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας (κυβερνήσεις Τζανετάκη, Ζολώτα και Παπαδήμου) η κυβέρνηση ήταν ειδικού σκοπού και περιορισμένου χρόνου. Γι' αυτό και ορίστηκε πρωθυπουργός τρίτο πρόσωπο. Και στις τρεις περιπτώσεις το συντονισμό εξασφάλιζε η παραθεσμική διαβούλευση - διαπραγμάτευση των πολι­τικών αρχηγών. Με άλλα λόγια, η πραγμα­τική εξουσία εκπορευόταν από αυτή την άτυπη λειτουργία. Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση ήταν διεκπεραιωτές.
Η παρούσα κυβέρνηση, όμως, δεν είναι κυβέρνηση ειδικού σκοπού. Είναι κανονική κυβέρνηση με ορίζοντα τετραετίας. Από τη μια πλευρά, ο Αντώνης Σαμαράς επιδιώκει να ασκήσει ακέραιες τις προβλεπόμενες πρωθυπουργικές εξουσίες και βολεύεται από το γεγονός ότι οι Βενιζέλος και Κουβέλης έμειναν εκτός. Από την άλλη, όμως, δεν μπορεί να ασκεί την εξουσία με τον τρόπο που θα την ασκούσε εάν ηγείτο μονοκομ­ματικής κυβέρνησης.
Οι υπουργοί που έχουν υποδειχθεί από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ επισήμως δέχονται εντολές από το Μέγαρο Μαξίμου, αλλά ατύπως δέχονται και οδηγίες από τον Ευ. Βενιζέλο και τον Φ. Κουβέλη αντιστοίχως. Γι'αυτό και όταν στη διαδρομή εγείρονται προβλή­ματα δεν τα επιλύει ο Α. Σαμαράς με τους υπουργούς του εντός των κυβερνητικών οργάνων, αλλά σε μη θεσμικές συσκέψεις με τους δύο άλλους πολιτικούς αρχηγούς. Περιττό να σημειωθεί ότι τα ίδια ισχύουν για την αξιολόγηση και ενδεχόμενη αντικατά­σταση των υπουργών και των άλλων ανώτα­των κυβερνητικών στελεχών που ανήκουν στους δύο μικρότερους εταίρους. Η λύση που βρέθηκε, βεβαίως, ήταν η χειρότερη: οι τρεις μοίρασαν αναλογικά το πλήθος των αξιωμάτων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ακυρώνοντας κάθε αξιοκρατικό κριτήριο.
Η άρνηση κυρίως του Φ. Κουβέλη και δευτερευόντως του Ευ. Βενιζέλου να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση δεν ευθύνεται για τις όποιες διαφωνίες, αλλά ευθύνεται για το γεγονός ότι αυτές προκαλούν συνήθως τριβές και δυσλειτουργίες. Πιθανότατα στην απόφασή τους να έπαιξε ρόλο η αβάσιμη σκέψη ότι, μένοντας εκτός κυβέρνη­σης οι ίδιοι και τα κόμματά τους, δεν θα εισπράξουν ακέραιο το πολιτικό κόστος από τις κυβερνητικές πράξεις και παραλεί­ψεις. Όπως απέδειξε, όμως, και το αρνητι­κό δίδαγμα από τα «εντός και εκτός» της ΝΔ στην κυβέρνηση Παπαδήμου, αυτό δεν ισχύει. Στην πραγματικότητα, βασικό ρόλο έπαιξε και η «βλαχοδημαρχίστικη» αντίληψη ότι είναι υποτιμητικό να τεθούν υπό την προεδρία του Σαμαρά.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, όμως, η τρικομματική κυβέρνηση είναι πιο στα­θερή απ' όσο φαίνεται. Οι αλλεπάλληλες τριβές δημιουργούν την εντύπωση αστα­θούς ισορροπίας, αλλά κανένας από τους τρεις εταίρους δεν θέλει να θέσει σε κίν­δυνο την κυβέρνηση. Γι' αυτό και οι κατά καιρούς διαφωνίες είναι πολιτικά αβαθείς, γεγονός που προσδίδει ευστάθεια στον κυβερνητικό συνασπισμό. Με άλλα λόγια, αυτή η κυβέρνηση δεν πρόκειται να ανα­τραπεί από τις εσωτερικές αντιθέσεις της.
Μόνο εκτεταμένες κοινωνικές αντιδρά­σεις μπορούν να προκαλέσουν πραγματι­κά ρήγματα στο χώρο της συμπολίτευσης Διαφορετικά, η κυβέρνηση θα συνεχίσει να πορεύεται έστω και τρεκλίζοντας. Το γεγονός αυτό εξασφαλίζει στον Σαμαρά μεγάλη διαπραγματευτική ισχύ έναντι των εταίρων του, ακριβώς επειδή ούτε ο Φ. Κουβέλης ούτε ο Ευ. Βενιζέλος είναι διατεθειμένοι όχι μόνο να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους, αλλά ούτε καν να μπλοφάρουν. Το μόνο που μπορούν να επιβάλουν είναι ανασχηματισμός, ο ο­ποίος όλα δείχνουν ότι δεν θα αργήσει.
GreekBloggers.com