Όλο και περισσότεροι πολίτες - όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό - έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι οι πολιτικές λιτότητας που επιβάλλονται στις αδύναμες/υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης (με βαρβαρότητα ρεκόρ στη δική μας) έχουν όλο και λιγότερη σχέση με την έννοια της Δημοκρατίας, όπως την είχαμε μάθει και όπως την είχαμε ζήσει (σε μεγάλο ποσοστό, τουλάχιστον) τις προηγούμενες δεκαετίες. Η επικέντρωση και η (δικαιολογημένη) κατακραυγή εναντίον των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων για τον τρόπο που διαχειρίστηκαν τα οικονομικά της χώρας, δεν μας έχει επιτρέψει να αντιληφθούμε ότι η "διόρθωση" των λαθών εκείνων γίνεται σε βάρος του πολιτεύματος που - παρά τις διαπιστωμένες αδυναμίες του - έχει αποδειχτεί ως το πλέον "φιλικό" προς τον πολίτη.
Βήμα βήμα γίνεται η αποδυνάμωση της Δημοκρατίας μας, με πρώτη και κυρίαρχη διαπίστωση την άνευ ουσίας διενέργεια εθνικών εκλογών. Όσο η πολιτική που ακολουθείται στη χώρα μας επιβάλλεται με εκβιαστικό και βάρβαρο τρόπο από ξένα (τα γνωστά γερμανικά) κέντρα, το μόνο για το οποίο ψηφίζουμε είναι ποιο κόμμα θα εφαρμόσει αυτή την πολιτική.
Ίσως και αυτό το blog έχει πέσει στην παγίδα της ενασχόλησης σε συγκριτικά μεγάλο βαθμό με πολιτικο-οικονομικά θέματα, αφήνοντας σε δεύτερο πλάνο υπέρτατες αξίες, όπως είναι αυτή της Δημοκρατίας. Σε μια προσπάθεια διόρθωσης της πορείας, αναδημοσιεύω σήμερα ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Tzvetan Todorov "Οι Εσωτερικοί Εχθροί της Δημοκρατίας" στο οποίο περιγράφονται τα ενδογενή χαρακτηριστικά της, καθώς και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν από τη στρεβλή εφαρμογή της.
Το δημοκρατικό καθεστώς προσδιορίζεται από ένα σύνολο χαρακτηριστικών που συνδυάζονται μεταξύ τους για να σχηματίσουν μια πολύπλοκη σύνθεση, στους κόλπους της οποίας περιορίζονται και ισορροπούν αμοιβαία, γιατί, χωρίς να βρίσκονται σε μετωπική αντίθεση μεταξύ τους, έχουν διαφορετικές πηγές και σκοπιμότητες. Αν διαταραχθεί η ισορροπία, πρέπει να εκπέμψει σήμα κινδύνου.
Η δημοκρατία είναι κατ’ αρχάς, σύμφωνα με την ετυμολογική σημασία του όρου, ένα καθεστώς όπου η εξουσία ανήκει στον λαό. Στην πράξη, όλος ο λαός διαλέγει τους εκπροσώπους του, που, ως ηγέτες, θεσπίζουν τους νόμους και κυβερνούν τη χώρα για μια προαποφασισμένη χρονική περίοδο.
Η δημοκρατία διαφέρει ως προς αυτό από τις παραδοσιακές κοινωνίες, που ακολουθούν αρχές προερχόμενες από τους προγόνους ή από απόλυτες μοναρχίες ελέω Θεού βασιλέων, όπου η διαδοχή των ηγεμόνων εξαρτάται από τη θέση τους στην οικογένεια. Ο λαός στη δημοκρατία δεν αντιστοιχεί σε μια «φυσική» ύπαρξη: είναι διαφορετικός όχι μόνο ποσοτικά αλλά και ποιοτικά από την οικογένεια, τη φατρία και τη φυλή, όπου προέχει ο βαθμός συγγένειας, καθώς και από κάθε συλλογική ενότητα που προσδιορίζεται από την παρουσία ενός χαρακτηριστικού όπως το χρώμα του δέρματος, η θρησκεία ή η μητρική γλώσσα. Αποτελούν μέρος του λαού όλοι όσοι γεννήθηκαν στο ίδιο έδαφος, στους οποίους προστίθενται όσοι έγιναν δεκτοί από τους πρώτους. Στους κόλπους της δημοκρατίας, θεωρητικά τουλάχιστον, όλοι οι πολίτες έχουν ίσα δικαιώματα, όλοι οι κάτοικοι είναι εξίσου αξιοσέβαστοι.
Οι σύγχρονες δημοκρατίες ονομάζονται φιλελεύθερες όταν σ’ αυτή την πρώτη θεμελιώδη αρχή προστίθεται μια δεύτερη: η ελευθερία των ατόμων. Ο λαός παραμένει κυρίαρχος, εφόσον κάθε άλλη επιλογή θα οδηγούσε στην υποταγή του σε μια εξωτερική δύναμη, η εξουσία του όμως είναι περιορισμένη: σταματά στα σύνορα του ατόμου, το οποίο παραμένει κυρίαρχο στα του οίκου του. Ένα μέρος της ζωής του ανήκει στη δημόσια εξουσία, ένα άλλο είναι ανεξάρτητο: η προσωπική ευημερία αποτελεί νόμιμο σκοπό της ατομικής ύπαρξης. Δεν μπορούμε λοιπόν να υποτάξουμε την κοινωνική ζωή στο όνομα μίας και μοναδικής αρχής: η ευημερία της κοινότητας δεν αντιστοιχεί μ’ εκείνη του ατόμου. Η σχέση που δημιουργείται μεταξύ των δύο μορφών αυτονομίας, της κυριαρχίας του λαού και της ελευθερίας του ατόμου, είναι μια σχέση αμοιβαίου περιορισμού: το άτομο δεν επιβάλλει τη θέλησή του στην κοινότητα και η κοινότητα δεν παρεμβαίνει στις ιδιωτικές υποθέσεις των πολιτών της.
Οι δημοκρατίες διατείνονται επίσης ότι έχουν κάποια συγκεκριμένη άποψη για την πολιτική δράση. Προσπαθούν, κι εδώ, να αποφύγουν δύο άκρα. Αφενός, αντίθετα από τις θεοκρατίες και τα ολοκληρωτικά συστήματα, δεν υπόσχονται στον λαό τους τη σωτηρία, ούτε του επιβάλλουν τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει για να την κερδίσει. Η δημιουργία ενός παραδείσου επί γης δεν αποτελεί μέρος του προγράμματος τους, οι ατέλειες κάθε κοινωνικής τάξης θεωρούνται αναπόφευκτες και δεδομένες. Αφετέρου, οι δημοκρατίες δε συγχέονται ούτε με τα παραδοσιακά και συντηρητικά καθεστώτα, όπου κυριαρχεί η πεποίθηση ότι οι πατροπαράδοτοι κανόνες δεν πρέπει ποτέ να αναθεωρούνται. Οι δημοκρατίες απορρίπτουν τις μοιρολατρικές στάσεις υπακοής. Αυτή η ενδιάμεση στάση επιτρέπει αποκλίνουσες ερμηνείες, όμως μπορούμε να πούμε ότι κάθε δημοκρατία ενέχει την ιδέα μιας πιθανής βελτίωσης της κοινωνικής τάξης, μιας τελειοποίησης, χάρη στις προσπάθειες της συλλογικής βούλησης. Η λέξη «πρόοδος» θεωρείται ύποπτη σήμερα, αλλά η ιδέα που κρύβει είναι σύμφυτη στο δημοκρατικό σχέδιο. Ως αποτέλεσμα οι κάτοικοι των δημοκρατικών χωρών, ακόμα κι αν συχνά δεν είναι ικανοποιημένοι από την κατάστασή τους, ζουν σ’ έναν κόσμο δικαιότερο από τους κατοίκους των μη δημοκρατικών χωρών: προστατεύονται από τους νόμους· επωφελούνται από την αλληλεγγύη ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας, που ευνοεί τους ηλικιωμένους, τους ασθενείς, τους άνεργους, τους εξαθλιωμένους· μπορούν μάλιστα να δηλώνουν την πίστη τους στις αρχές της ισότητας και της ελευθερίας, ακόμη και σ’ ένα πνεύμα αδελφοσύνης.
Η δημοκρατία δε χαρακτηρίζεται μόνο από μια θεσμική μορφή της εξουσίας ή από τον σκοπό της δράσης της, αλλά και από τον τρόπο άσκησης της εξουσίας. Η κυρίαρχη λέξη είναι πλουραλισμός, εφόσον θεωρούμε ότι όλες οι εξουσίες, όσο νόμιμες κι αν είναι, δεν πρέπει να ανατίθενται στα ίδια πρόσωπα ούτε να συγκεντρώνονται στους ίδιους θεσμούς. Η δικαστική εξουσία δεν πρέπει να υπόκειται στην πολιτική εξουσία (στην οποία συνενώνονται η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία), αλλά να μπορεί να δικάζει με απόλυτη ανεξαρτησία. Το ίδιο ισχύει και για τη νεοφερμένη εξουσία των ΜΜΕ, που δεν πρέπει να τίθεται στην υπηρεσία της κυβέρνησης αλλά να παραμένει κι αυτή πολυφωνική. Η οικονομία, εξαρτημένη από τα ατομικά αγαθά, διατηρεί την αυτονομία της σε σχέση με την πολιτική εξουσία. Αυτή, με τη σειρά της, δε μετατρέπεται σε απλό εργαλείο στην υπηρεσία των οικονομικών συμφερόντων των μεγιστάνων. Η λαϊκή βούληση προσκρούει επίσης σ’ ένα όριο διαφορετικής τάξεως: για να μην υποστεί τις επιρροές μιας περαστικής συναισθηματικής φόρτισης ή ενός επιδέξιου χειρισμού της κοινής γνώμης πρέπει να παραμένει σύμφωνη με τις βασικές αρχές που έχουν καθοριστεί μετά από ώριμη σκέψη και έχουν καταγραφεί στο σύνταγμα της χώρας ή έχουν κληρονομηθεί από τη σοφία των λαών.
Οι έμφυτοι κίνδυνοι της ίδιας της δημοκρατικής ιδέας προέρχονται από την απομόνωση και την αποκλειστική ανάδειξη ενός από τα συστατικά της. Οι διάφοροι κίνδυνοι συνενώνονται όταν παρουσιάζεται μια μορφή υπερβολής. Ο λαός, η ελευθερία, η πρόοδος αποτελούν συστατικά στοιχεία της δημοκρατίας, αλλά αν κάποιο από αυτά χειραφετηθεί από τη σχέση του με τα υπόλοιπα ξεφεύγοντας από κάθε προσπάθεια περιορισμού και αναδειχθεί σε μοναδική αρχή, κινδυνεύει να μετατραπεί σε λαϊκισμό, υπερφιλελευθερισμό, μεσσιανισμό - τους εσωτερικούς εχθρούς της δημοκρατίας.
...
Σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, οι θεοί τιμωρούν την υπερηφάνεια των ανθρώπων που θέλουν να μπουν στη θέση τους πιστεύοντας ότι μπορούν να αποφασίζουν για όλα. Σύμφωνα με τον χριστιανισμό, ο άνθρωπος είναι ήδη πριν από τη γέννησή του σημαδεμένος από το προπατορικό αμάρτημα, το οποίο περιορίζει δραστικά όλες του τις φιλοδοξίες. Οι κάτοικοι των σύγχρονων δημοκρατικών χωρών δεν πιστεύουν αναγκαστικά σε θεούς ή στο προπατορικό αμάρτημα. Τροχοπέδη στις φιλοδοξίες τους αποτελεί η ίδια η πολυπλοκότητα του κοινωνικού ιστού και του δημοκρατικού καθεστώτος, οι πολλαπλές απαιτήσεις που έχει να συμφιλιώνει τα αποκλίνοντα συμφέροντα τα οποία προσπαθεί να ικανοποιήσει. Ο κυριότερος αντίπαλος της δημοκρατίας είναι η απλούστευση, που υποβαθμίζει τον πληθυντικό σε ενικό ανοίγοντας τον δρόμο στην υπερβολή.
Βήμα βήμα γίνεται η αποδυνάμωση της Δημοκρατίας μας, με πρώτη και κυρίαρχη διαπίστωση την άνευ ουσίας διενέργεια εθνικών εκλογών. Όσο η πολιτική που ακολουθείται στη χώρα μας επιβάλλεται με εκβιαστικό και βάρβαρο τρόπο από ξένα (τα γνωστά γερμανικά) κέντρα, το μόνο για το οποίο ψηφίζουμε είναι ποιο κόμμα θα εφαρμόσει αυτή την πολιτική.
Ίσως και αυτό το blog έχει πέσει στην παγίδα της ενασχόλησης σε συγκριτικά μεγάλο βαθμό με πολιτικο-οικονομικά θέματα, αφήνοντας σε δεύτερο πλάνο υπέρτατες αξίες, όπως είναι αυτή της Δημοκρατίας. Σε μια προσπάθεια διόρθωσης της πορείας, αναδημοσιεύω σήμερα ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Tzvetan Todorov "Οι Εσωτερικοί Εχθροί της Δημοκρατίας" στο οποίο περιγράφονται τα ενδογενή χαρακτηριστικά της, καθώς και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν από τη στρεβλή εφαρμογή της.
Το δημοκρατικό καθεστώς προσδιορίζεται από ένα σύνολο χαρακτηριστικών που συνδυάζονται μεταξύ τους για να σχηματίσουν μια πολύπλοκη σύνθεση, στους κόλπους της οποίας περιορίζονται και ισορροπούν αμοιβαία, γιατί, χωρίς να βρίσκονται σε μετωπική αντίθεση μεταξύ τους, έχουν διαφορετικές πηγές και σκοπιμότητες. Αν διαταραχθεί η ισορροπία, πρέπει να εκπέμψει σήμα κινδύνου.
Η δημοκρατία είναι κατ’ αρχάς, σύμφωνα με την ετυμολογική σημασία του όρου, ένα καθεστώς όπου η εξουσία ανήκει στον λαό. Στην πράξη, όλος ο λαός διαλέγει τους εκπροσώπους του, που, ως ηγέτες, θεσπίζουν τους νόμους και κυβερνούν τη χώρα για μια προαποφασισμένη χρονική περίοδο.
Η δημοκρατία διαφέρει ως προς αυτό από τις παραδοσιακές κοινωνίες, που ακολουθούν αρχές προερχόμενες από τους προγόνους ή από απόλυτες μοναρχίες ελέω Θεού βασιλέων, όπου η διαδοχή των ηγεμόνων εξαρτάται από τη θέση τους στην οικογένεια. Ο λαός στη δημοκρατία δεν αντιστοιχεί σε μια «φυσική» ύπαρξη: είναι διαφορετικός όχι μόνο ποσοτικά αλλά και ποιοτικά από την οικογένεια, τη φατρία και τη φυλή, όπου προέχει ο βαθμός συγγένειας, καθώς και από κάθε συλλογική ενότητα που προσδιορίζεται από την παρουσία ενός χαρακτηριστικού όπως το χρώμα του δέρματος, η θρησκεία ή η μητρική γλώσσα. Αποτελούν μέρος του λαού όλοι όσοι γεννήθηκαν στο ίδιο έδαφος, στους οποίους προστίθενται όσοι έγιναν δεκτοί από τους πρώτους. Στους κόλπους της δημοκρατίας, θεωρητικά τουλάχιστον, όλοι οι πολίτες έχουν ίσα δικαιώματα, όλοι οι κάτοικοι είναι εξίσου αξιοσέβαστοι.
Οι σύγχρονες δημοκρατίες ονομάζονται φιλελεύθερες όταν σ’ αυτή την πρώτη θεμελιώδη αρχή προστίθεται μια δεύτερη: η ελευθερία των ατόμων. Ο λαός παραμένει κυρίαρχος, εφόσον κάθε άλλη επιλογή θα οδηγούσε στην υποταγή του σε μια εξωτερική δύναμη, η εξουσία του όμως είναι περιορισμένη: σταματά στα σύνορα του ατόμου, το οποίο παραμένει κυρίαρχο στα του οίκου του. Ένα μέρος της ζωής του ανήκει στη δημόσια εξουσία, ένα άλλο είναι ανεξάρτητο: η προσωπική ευημερία αποτελεί νόμιμο σκοπό της ατομικής ύπαρξης. Δεν μπορούμε λοιπόν να υποτάξουμε την κοινωνική ζωή στο όνομα μίας και μοναδικής αρχής: η ευημερία της κοινότητας δεν αντιστοιχεί μ’ εκείνη του ατόμου. Η σχέση που δημιουργείται μεταξύ των δύο μορφών αυτονομίας, της κυριαρχίας του λαού και της ελευθερίας του ατόμου, είναι μια σχέση αμοιβαίου περιορισμού: το άτομο δεν επιβάλλει τη θέλησή του στην κοινότητα και η κοινότητα δεν παρεμβαίνει στις ιδιωτικές υποθέσεις των πολιτών της.
Οι δημοκρατίες διατείνονται επίσης ότι έχουν κάποια συγκεκριμένη άποψη για την πολιτική δράση. Προσπαθούν, κι εδώ, να αποφύγουν δύο άκρα. Αφενός, αντίθετα από τις θεοκρατίες και τα ολοκληρωτικά συστήματα, δεν υπόσχονται στον λαό τους τη σωτηρία, ούτε του επιβάλλουν τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει για να την κερδίσει. Η δημιουργία ενός παραδείσου επί γης δεν αποτελεί μέρος του προγράμματος τους, οι ατέλειες κάθε κοινωνικής τάξης θεωρούνται αναπόφευκτες και δεδομένες. Αφετέρου, οι δημοκρατίες δε συγχέονται ούτε με τα παραδοσιακά και συντηρητικά καθεστώτα, όπου κυριαρχεί η πεποίθηση ότι οι πατροπαράδοτοι κανόνες δεν πρέπει ποτέ να αναθεωρούνται. Οι δημοκρατίες απορρίπτουν τις μοιρολατρικές στάσεις υπακοής. Αυτή η ενδιάμεση στάση επιτρέπει αποκλίνουσες ερμηνείες, όμως μπορούμε να πούμε ότι κάθε δημοκρατία ενέχει την ιδέα μιας πιθανής βελτίωσης της κοινωνικής τάξης, μιας τελειοποίησης, χάρη στις προσπάθειες της συλλογικής βούλησης. Η λέξη «πρόοδος» θεωρείται ύποπτη σήμερα, αλλά η ιδέα που κρύβει είναι σύμφυτη στο δημοκρατικό σχέδιο. Ως αποτέλεσμα οι κάτοικοι των δημοκρατικών χωρών, ακόμα κι αν συχνά δεν είναι ικανοποιημένοι από την κατάστασή τους, ζουν σ’ έναν κόσμο δικαιότερο από τους κατοίκους των μη δημοκρατικών χωρών: προστατεύονται από τους νόμους· επωφελούνται από την αλληλεγγύη ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας, που ευνοεί τους ηλικιωμένους, τους ασθενείς, τους άνεργους, τους εξαθλιωμένους· μπορούν μάλιστα να δηλώνουν την πίστη τους στις αρχές της ισότητας και της ελευθερίας, ακόμη και σ’ ένα πνεύμα αδελφοσύνης.
Η δημοκρατία δε χαρακτηρίζεται μόνο από μια θεσμική μορφή της εξουσίας ή από τον σκοπό της δράσης της, αλλά και από τον τρόπο άσκησης της εξουσίας. Η κυρίαρχη λέξη είναι πλουραλισμός, εφόσον θεωρούμε ότι όλες οι εξουσίες, όσο νόμιμες κι αν είναι, δεν πρέπει να ανατίθενται στα ίδια πρόσωπα ούτε να συγκεντρώνονται στους ίδιους θεσμούς. Η δικαστική εξουσία δεν πρέπει να υπόκειται στην πολιτική εξουσία (στην οποία συνενώνονται η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία), αλλά να μπορεί να δικάζει με απόλυτη ανεξαρτησία. Το ίδιο ισχύει και για τη νεοφερμένη εξουσία των ΜΜΕ, που δεν πρέπει να τίθεται στην υπηρεσία της κυβέρνησης αλλά να παραμένει κι αυτή πολυφωνική. Η οικονομία, εξαρτημένη από τα ατομικά αγαθά, διατηρεί την αυτονομία της σε σχέση με την πολιτική εξουσία. Αυτή, με τη σειρά της, δε μετατρέπεται σε απλό εργαλείο στην υπηρεσία των οικονομικών συμφερόντων των μεγιστάνων. Η λαϊκή βούληση προσκρούει επίσης σ’ ένα όριο διαφορετικής τάξεως: για να μην υποστεί τις επιρροές μιας περαστικής συναισθηματικής φόρτισης ή ενός επιδέξιου χειρισμού της κοινής γνώμης πρέπει να παραμένει σύμφωνη με τις βασικές αρχές που έχουν καθοριστεί μετά από ώριμη σκέψη και έχουν καταγραφεί στο σύνταγμα της χώρας ή έχουν κληρονομηθεί από τη σοφία των λαών.
Οι έμφυτοι κίνδυνοι της ίδιας της δημοκρατικής ιδέας προέρχονται από την απομόνωση και την αποκλειστική ανάδειξη ενός από τα συστατικά της. Οι διάφοροι κίνδυνοι συνενώνονται όταν παρουσιάζεται μια μορφή υπερβολής. Ο λαός, η ελευθερία, η πρόοδος αποτελούν συστατικά στοιχεία της δημοκρατίας, αλλά αν κάποιο από αυτά χειραφετηθεί από τη σχέση του με τα υπόλοιπα ξεφεύγοντας από κάθε προσπάθεια περιορισμού και αναδειχθεί σε μοναδική αρχή, κινδυνεύει να μετατραπεί σε λαϊκισμό, υπερφιλελευθερισμό, μεσσιανισμό - τους εσωτερικούς εχθρούς της δημοκρατίας.
...
Σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, οι θεοί τιμωρούν την υπερηφάνεια των ανθρώπων που θέλουν να μπουν στη θέση τους πιστεύοντας ότι μπορούν να αποφασίζουν για όλα. Σύμφωνα με τον χριστιανισμό, ο άνθρωπος είναι ήδη πριν από τη γέννησή του σημαδεμένος από το προπατορικό αμάρτημα, το οποίο περιορίζει δραστικά όλες του τις φιλοδοξίες. Οι κάτοικοι των σύγχρονων δημοκρατικών χωρών δεν πιστεύουν αναγκαστικά σε θεούς ή στο προπατορικό αμάρτημα. Τροχοπέδη στις φιλοδοξίες τους αποτελεί η ίδια η πολυπλοκότητα του κοινωνικού ιστού και του δημοκρατικού καθεστώτος, οι πολλαπλές απαιτήσεις που έχει να συμφιλιώνει τα αποκλίνοντα συμφέροντα τα οποία προσπαθεί να ικανοποιήσει. Ο κυριότερος αντίπαλος της δημοκρατίας είναι η απλούστευση, που υποβαθμίζει τον πληθυντικό σε ενικό ανοίγοντας τον δρόμο στην υπερβολή.