Η παγκοσμιοποίηση έχει αναδείξει τις αγορές σε υπ'αριθμόν ένα παράγοντα που επηρεάζει την παγκόσμια οικονομία. Ο όρος "αγορές" τι ακριβώς περιλαμβάνει;
Στη συνέχεια παραθέτω έναν - κατά το δυνατόν πλήρη - κατάλογο.
Ως αγορές, λοιπόν, νοούνται:
α. Oι λεγόμενες «χρηματιστηριακές αγορές», με τις διαφορετικές μορφές εκδήλωσής τους, όπου οι επενδυτές αγοράζουν και πουλάνε φυσικά και χρηματιστικά περιουσιακά στοιχεία ή χρηματοπιστωτικές απαιτήσεις. Οι ειδικότερες μορφές τους είναι οι εξής:
- H «χρηματαγορά», όπου οι τράπεζες χρηματοδοτούν με τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις και τους ιδιώτες να δανείζονται.
- Η «κύρια ή πρωτεύουσα αγορά» για χρηματοδότηση μέσω έκδοσης χρεογράφων, όπου οι κυβερνήσεις μέσω της έκδοσης ομολόγων και οι επιχειρήσεις μέσω της διάθεσης μετοχών ή της έκδοσης ομολογιακών δανείων, εξασφαλίζουν τη χρηματοδότησή τους.
- Η «δευτερεύουσα αγορά» όπου γίνεται η διαπραγμάτευση των χρεογράφων, δηλαδή τίτλων που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για την εξασφάλιση χρηματοδότησης.
- Η «αγορά συναλλάγματος», η οποία έχει εξελιχθεί σε πεδίο κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων, αν και αρχικά είχε δημιουργηθεί με σκοπό την διευκόλυνση του διεθνούς εμπορίου και των διασυνοριακών επενδύσεων.
- Η «αγορά παραγώγων», με σημείο αναφοράς μελλοντικές χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις, η οποία χαρακτηρίζεται από τη «συνθετότητα» των προσφερόμενων προϊόντων, των οποίων οι ενεχόμενοι κίνδυνοι, το κόστος και οι προσδοκώμενες αποδόσεις δεν είναι σε πολλές περιπτώσεις ούτε άμεσα εμφανή ούτε εύκολα κατανοητά.
β. Oι «χρηματιστηριακοί παίκτες», όπως οι θεσμικοί επενδυτές, πιστωτικά ιδρύματα, επενδυτικές εταιρείες, ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες, ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, εκδότες χρηματοπιστωτικών τίτλων, εταιρίες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και σύμβουλοι χρεογράφων.
Σε αυτό το είδος των αγορών την τελευταία τριακονταετία έχει δοθεί περισσότερος χώρος, γεγονός που οφείλεται αφενός στην υποχώρηση του κράτους από παρόμοια πεδία, αφετέρου στον διαφορετικό τρόπο επενδύσεων που προωθείται.
Δηλαδή, σ’ αυτό το διάστημα αποδυναμώθηκε η κρατική εξουσία με τη μεταφορά αποφασιστικών λειτουργιών σε υπερεθνικούς ιδιωτικούς, κερδοσκοπικούς οργανισμούς, ιδρύματα και εταιρίες.
Επίσης, η χρηματοδότηση των επενδύσεων υποκαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό από τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις, που μέσα στο πλαίσιο του νεότερου «μοντέλου της ενιαίας αγοράς», αποτελούν πλέον την κυρίαρχη δύναμη ανάπτυξης των χρηματιστηριακών αγορών.
Το κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι ότι οι προοπτικές κερδοφορίας των επενδυτών δεν στοχεύουν σε ένα μέρος των κερδών των επιχειρήσεων, αλλά στοχεύουν κυρίως, στις διακυμάνσεις τιμών μετοχών, ομολόγων και άλλων χρεογράφων, δηλαδή στην κερδοσκοπική αξιοποίηση ταχέων χρηματιστηριακών μεταβολών.
Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι κατά την περίοδο αυτή, συσκοτίστηκε η έννοια του κερδοσκόπου, που είχε αρνητική χροιά, ταυτιζόμενη σε μεγάλο βαθμό με εκείνη του θεσμικού επενδυτή με αναπτυξιακό ρόλο, που αναφερόταν πάντα θετικά. Ας πάρουμε για παράδειγμα, τα αμοιβαία κεφάλαια, που όταν αγοράζουν χρεόγραφα θεωρούνται «θεσμικοί επενδυτές» και όταν τα πωλούν «κερδοσκόποι».
Τελικά, όλα αυτά κατέστησαν τις χρηματιστηριακές αγορές «αυτονομημένους, αδιαφανείς, περίπλοκους και επιθετικούς σχηματισμούς», που αποτελούν τόπο σύγκρουσης ασύμμετρων οικονομικών δυνάμεων, με τις συνέπειες των συγκρούσεων τους να διαχέονται παγκόσμια και να επηρεάζουν την ευημερία προσώπων, νομικών οντοτήτων και κρατών. Στο πεδίο συγκρούσεώς τους εμπλέκονται «χρηματιστές τυχοδιώκτες, κερδοσκοπικά κεφάλαια που δεν ελέγχονται, θολοί φορολογικοί παράδεισοι, μυωπικοί ή κατευθυνόμενοι οίκοι αξιολόγησης και ακόμα, απρόσεκτες κεντρικές τράπεζες ή παθητικές κυβερνήσεις».
Είναι δύσκολο να εφαρμοστούν σταθεροί κανόνες στο πεδίο των χρηματιστηριακών αγορών, που αποτελεί και πεδίο δράσης των χρηματιστηριακών παικτών, λόγω του γεγονότος ότι είναι ευρύτερο και υπερτοπικό, ενώ οι συνέπειές τους δεν αφορούν το (ή μόνο το) καταναλωτικό κοινό ή ένα αόριστο αριθμό προσώπων ή τα μέλη και τους εργαζομένους μιας συγκεκριμένης οικονομικής οντότητας ή την τοπική κοινότητα, την οικονομική τάξη και το δημόσιο χρήμα.
Οι δραστηριότητες των χρηματιστηριακών αγορών τείνουν πλέον να κατισχύουν της κρατικής εξουσίας, ακόμη και αυτής των περιφερειακών ενώσεων κρατών, διαλύοντας εθνικές οικονομίες και προκαλώντας μαζική φτωχοποίηση λαών ή τμημάτων πληθυσμού.
Πάντως, όσο και αν θεωρείται δύσκολο, θα πρέπει να τεθεί στόχος - σε πολιτικό βασικά επίπεδο - να θεσπιστούν κανόνες (και - το βασικότερο - να μπορεί να επιβληθεί η εφαρμογή τους) ελέγχου της κερδοσκοπικής δραστηριότητας των χρηματιστηριακών αγορών.
Στη συνέχεια παραθέτω έναν - κατά το δυνατόν πλήρη - κατάλογο.
Ως αγορές, λοιπόν, νοούνται:
α. Oι λεγόμενες «χρηματιστηριακές αγορές», με τις διαφορετικές μορφές εκδήλωσής τους, όπου οι επενδυτές αγοράζουν και πουλάνε φυσικά και χρηματιστικά περιουσιακά στοιχεία ή χρηματοπιστωτικές απαιτήσεις. Οι ειδικότερες μορφές τους είναι οι εξής:
- H «χρηματαγορά», όπου οι τράπεζες χρηματοδοτούν με τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις και τους ιδιώτες να δανείζονται.
- Η «κύρια ή πρωτεύουσα αγορά» για χρηματοδότηση μέσω έκδοσης χρεογράφων, όπου οι κυβερνήσεις μέσω της έκδοσης ομολόγων και οι επιχειρήσεις μέσω της διάθεσης μετοχών ή της έκδοσης ομολογιακών δανείων, εξασφαλίζουν τη χρηματοδότησή τους.
- Η «δευτερεύουσα αγορά» όπου γίνεται η διαπραγμάτευση των χρεογράφων, δηλαδή τίτλων που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για την εξασφάλιση χρηματοδότησης.
- Η «αγορά συναλλάγματος», η οποία έχει εξελιχθεί σε πεδίο κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων, αν και αρχικά είχε δημιουργηθεί με σκοπό την διευκόλυνση του διεθνούς εμπορίου και των διασυνοριακών επενδύσεων.
- Η «αγορά παραγώγων», με σημείο αναφοράς μελλοντικές χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις, η οποία χαρακτηρίζεται από τη «συνθετότητα» των προσφερόμενων προϊόντων, των οποίων οι ενεχόμενοι κίνδυνοι, το κόστος και οι προσδοκώμενες αποδόσεις δεν είναι σε πολλές περιπτώσεις ούτε άμεσα εμφανή ούτε εύκολα κατανοητά.
β. Oι «χρηματιστηριακοί παίκτες», όπως οι θεσμικοί επενδυτές, πιστωτικά ιδρύματα, επενδυτικές εταιρείες, ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες, ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, εκδότες χρηματοπιστωτικών τίτλων, εταιρίες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και σύμβουλοι χρεογράφων.
Σε αυτό το είδος των αγορών την τελευταία τριακονταετία έχει δοθεί περισσότερος χώρος, γεγονός που οφείλεται αφενός στην υποχώρηση του κράτους από παρόμοια πεδία, αφετέρου στον διαφορετικό τρόπο επενδύσεων που προωθείται.
Δηλαδή, σ’ αυτό το διάστημα αποδυναμώθηκε η κρατική εξουσία με τη μεταφορά αποφασιστικών λειτουργιών σε υπερεθνικούς ιδιωτικούς, κερδοσκοπικούς οργανισμούς, ιδρύματα και εταιρίες.
Επίσης, η χρηματοδότηση των επενδύσεων υποκαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό από τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις, που μέσα στο πλαίσιο του νεότερου «μοντέλου της ενιαίας αγοράς», αποτελούν πλέον την κυρίαρχη δύναμη ανάπτυξης των χρηματιστηριακών αγορών.
Το κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι ότι οι προοπτικές κερδοφορίας των επενδυτών δεν στοχεύουν σε ένα μέρος των κερδών των επιχειρήσεων, αλλά στοχεύουν κυρίως, στις διακυμάνσεις τιμών μετοχών, ομολόγων και άλλων χρεογράφων, δηλαδή στην κερδοσκοπική αξιοποίηση ταχέων χρηματιστηριακών μεταβολών.
Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι κατά την περίοδο αυτή, συσκοτίστηκε η έννοια του κερδοσκόπου, που είχε αρνητική χροιά, ταυτιζόμενη σε μεγάλο βαθμό με εκείνη του θεσμικού επενδυτή με αναπτυξιακό ρόλο, που αναφερόταν πάντα θετικά. Ας πάρουμε για παράδειγμα, τα αμοιβαία κεφάλαια, που όταν αγοράζουν χρεόγραφα θεωρούνται «θεσμικοί επενδυτές» και όταν τα πωλούν «κερδοσκόποι».
Τελικά, όλα αυτά κατέστησαν τις χρηματιστηριακές αγορές «αυτονομημένους, αδιαφανείς, περίπλοκους και επιθετικούς σχηματισμούς», που αποτελούν τόπο σύγκρουσης ασύμμετρων οικονομικών δυνάμεων, με τις συνέπειες των συγκρούσεων τους να διαχέονται παγκόσμια και να επηρεάζουν την ευημερία προσώπων, νομικών οντοτήτων και κρατών. Στο πεδίο συγκρούσεώς τους εμπλέκονται «χρηματιστές τυχοδιώκτες, κερδοσκοπικά κεφάλαια που δεν ελέγχονται, θολοί φορολογικοί παράδεισοι, μυωπικοί ή κατευθυνόμενοι οίκοι αξιολόγησης και ακόμα, απρόσεκτες κεντρικές τράπεζες ή παθητικές κυβερνήσεις».
Είναι δύσκολο να εφαρμοστούν σταθεροί κανόνες στο πεδίο των χρηματιστηριακών αγορών, που αποτελεί και πεδίο δράσης των χρηματιστηριακών παικτών, λόγω του γεγονότος ότι είναι ευρύτερο και υπερτοπικό, ενώ οι συνέπειές τους δεν αφορούν το (ή μόνο το) καταναλωτικό κοινό ή ένα αόριστο αριθμό προσώπων ή τα μέλη και τους εργαζομένους μιας συγκεκριμένης οικονομικής οντότητας ή την τοπική κοινότητα, την οικονομική τάξη και το δημόσιο χρήμα.
Οι δραστηριότητες των χρηματιστηριακών αγορών τείνουν πλέον να κατισχύουν της κρατικής εξουσίας, ακόμη και αυτής των περιφερειακών ενώσεων κρατών, διαλύοντας εθνικές οικονομίες και προκαλώντας μαζική φτωχοποίηση λαών ή τμημάτων πληθυσμού.
Πάντως, όσο και αν θεωρείται δύσκολο, θα πρέπει να τεθεί στόχος - σε πολιτικό βασικά επίπεδο - να θεσπιστούν κανόνες (και - το βασικότερο - να μπορεί να επιβληθεί η εφαρμογή τους) ελέγχου της κερδοσκοπικής δραστηριότητας των χρηματιστηριακών αγορών.