«Η υπεράσπιση της Ελληνικής Γλώσσας αποτελεί αγώνα εθνικής αντίστασης», υποστηρίζει ο ιστορικός και συγγραφέας Σαράντος Καργάκος, το μεγαλύτερο μέρος συνέντευξης που έχει δώσει στα πλαίσια της εσπερίδας της 20ής Μαίου για την Πρώτη Παγκόσμια Μέρα Ελληνοφωνίας και Ελληνικού Πολιτισμού αναδημοσιεύω στη συνέχεια.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η γλώσσα μας δέχεται συνεχείς επιθέσεις, όχι τόσο από εξωτερικούς παράγοντες, όσο από εγχώριους. Κάθε υπουργός που αναλαμβάνει τον τομέα της Παιδείας θεωρεί καθήκον του να κάνει επεμβάσεις. Και δυστυχώς κάθε νέα επέμβαση οδηγεί την Παιδεία και συνεπακόλουθα την ελληνική γλώσσα σε χαμηλότερο από πριν επίπεδο.
Και το χειρότερο είναι ότι κάθε επόμενος υπουργός είναι χειρότερος από τον προηγούμενο!
Στο παρακάτω κείμενο ο Σαράντος Καργάκος, εκτός από τις διαπιστώσεις του για τη δυσμενή εξέλιξη της χρήσης της γλώσσας, παραθέτει και κάποιες προτάσεις.
…Για το ζήτημα της γλώσσας, πάντα θα υπάρχει μία αντιπαράθεση μεταξύ ανθρώπων που τη θέλουν στατική και ανθρώπων που τη θέλουν δυναμική. Ως τέτοια, φυσικά, εξελίσσεται και ανανεώνεται.
Κατά την περίοδο που ζήσαμε υπό συνθήκες δουλείας, δεν ήταν δυνατόν να έχουμε στοιχειώδη Παιδεία. Έτσι, η γλώσσα μας άρχισε να αναπτύσσεται άναρχα στο στόμα του λαού και μεθοδευμένα στη γραφίδα και τον λόγο κάποιων λογίων που, είτε βρίσκονταν στο εξωτερικό, είτε στον ελλαδικό οθωμανοκρατούμενο χώρο και πλαισίωναν την Εκκλησία. Έτσι, διαμορφώθηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ένας τύπος Λογίας.
Πριν από την Απελευθέρωση της Ελλάδος, είχε αρχίσει μεταξύ των λογίων μια αντιπαράθεση: από τη μία μεριά ήταν οι αρχαϊστές, με επικεφαλής τον Π.Κοδρικά και άλλους, από την άλλη οι οπαδοί της Κοινής Ελληνικής και, στο ενδιάμεσο, βρισκόταν ο Αδαμάντιος Κοραής, ο οποίος έλεγε: «Να ακολουθήσουμε τη μέση οδό». Με άλλα λόγια, να στηριχθούμε πάνω στην κοινώς λαλουμένη, δηλαδή τη Δημοτική, αλλά να την καθαρίσουμε από τα ξένα γλωσσικά στοιχεία, τα οποία, κατά κύριο λόγο, ήταν τουρκικά, αρβανίτικα, βλάχικα κ.λπ.
Όταν αρχίζει η Επανάσταση, διαπιστώνουμε ότι τα επίσημα κείμενα των αγωνιστών του ’21 διαθέτουν μια γλωσσική απλότητα. Ακολουθούν, δηλαδή, κάποιους κανόνες γραμματικής της Λογίας, αλλά ο λόγος είναι απλός και κατανοητός, όπως απαντάται στα Συντάγματα, τα οποία ψηφίστηκαν σε όλη τη διάρκεια της Ελληνικής Επαναστάσεως.
…Μετά την Απελευθέρωση συνέβη κάτι τρομακτικό, το οποίο δεν έχει εκτιμηθεί στον βαθμό που πρέπει: Ο αυστριακός ιστορικός, ο Φαλμεράιερ, διατυπώνει την περίφημη θεωρία του ότι οι νεότεροι Έλληνες δεν προέρχονται από τους αρχαίους Έλληνες, αλλά είναι απόγονοι Αλβανών, Σλάβων, Αβάρων κ.λπ. Μας έπιασε λοιπόν ένας πανικός, που τον θεωρώ, κατά κάποιον τρόπο, δικαιολογημένο. Τότε, με τον Παναγιώτη Σούτσο, έπεσε το σύνθημα: «Επιστροφή στην Αρχαία Ελλάδα», προκειμένου να αποδείξουμε ότι είμαστε απευθείας απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων.
Στην πρόοδο του χρόνου, διαμορφώθηκε φυσικά και η νεότερη ελληνική λογοτεχνία, η οποία είχε περισσότερο καθαρευουσιάνικο χαρακτήρα, αλλά δεν έλειπε και ο λόγος της Δημοτικής.
…Παρ’ όλα αυτά, άρχισε σιγά-σιγά να διαμορφώνεται μία κατεύθυνση. Η Γραμματική του Τζαρτζάνου, της Νεοκαθαρεύουσας, προσέφερε πάρα πολλές λύσεις. Θα μπορούσαμε, με βάση αυτή τη Γραμματική, να έχουμε προχωρήσει απρόσκοπτα. Αλλά έρχεται η δικτατορία, η οποία κακοποιεί την Καθαρεύουσα. Μετά τη δικτατορία έρχεται η λεγόμενη «μεταπολιτευτική περίοδος», που κακοποιεί τη Δημοτική.
…Είχαμε μια χοντροκομμένη Δημοτική, έναν λαϊκιστικό λόγο, μέσα στον οποίο άλλαζαν ακόμα και καθιερωμένες εκφράσεις. Ασφαλώς θυμάστε εκείνα τα «βασικά», τα «κάθετα», τα «προηγούμενα» κ.λπ. Μην τολμήσουμε να πούμε επίρρημα σε -ως! …
Έτσι φτιάχτηκε μία ατσούμπαλη Δημοτική, η οποία άρχισε να περνά σιγά-σιγά στα σχολεία. Και άνθρωποι, οι οποίοι ουδέποτε είχαν ασχοληθεί με τη Δημοτική, προκειμένου να πάρουν προοδευτική ταυτότητα, άρχισαν να γράφουν σε μία Δημοτική που, ουσιαστικά, αποτελούσε υπονόμευση της Δημοτικής.
…'Οσοι υπερασπίζαμε τη Δημοτική, σε δύσκολους καιρούς, βρεθήκαμε σε αμηχανία. Διότι ναι μεν θέλαμε τη Δημοτική, αλλά δεν θέλαμε τον εξοβελισμό της Καθαρεύουσας και, πολύ περισσότερο, των Αρχαίων. Στη λεγόμενη «Καθαρεύουσα» έχουν γραφτεί μνημειώδη κείμενα, που αποτελούν τεράστιο πνευματικό κεφάλαιο της νεότερης Ελλάδος. Εννοώ έναν Παπαδιαμάντη, έναν Βιζυηνό, έναν Σαρίπολο, έναν Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο και πολλούς άλλους.
Σήμερα, εδώ που φτάσαμε, τα παιδιά δυσκολεύονται να καταλάβουν Καβάφη, Εμπειρίκο και άλλους, οι οποίοι χρησιμοποιούν μια γλώσσα που δεν δεσμεύεται από κανόνες, ούτε της Δημοτικής, ούτε της Καθαρεύουσας.
Στην εποχή μας, ένα παιδί δεν μπορεί να διαβάσει Κάλβο. Ο Κάλβος έχει περάσει πλέον στο περιθώριο.
… Αυτή τη στιγμή, τα νέα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν, όχι τον Επιτάφιο που έγραψε ο Θουκυδίδης, αλλά ούτε τον Επιτάφιο που μετέφρασε ο Ελευθέριος Βενιζέλος! Ο λόγος του Τρικούπη, ο λόγος του Ελευθερίου Βενιζέλου, για να σταθούμε σε κάποιους παλαιούς, καθίσταται ακατάληπτος.
Από εκεί και πέρα, όλοι έγιναν κουρείς στου Κασίδη το κεφάλι. Είχαμε δεκατρείς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, που κατέληξαν όλες σε απορρυθμίσεις. Ανάμεσά τους, η αντισυνταγματική καθιέρωση του λεγόμενου «μονοτονικού». Αυτό έγινε ένα βράδυ, μετά τα μεσάνυχτα, χωρίς να περάσει ως επίσημη πρόταση νόμου, αλλά σαν ένα παραρτηματάκι κάποιου άλλου νόμου - κάπως σαν να θέλαμε να αφαιρέσουμε ένα αγκαθάκι από το δάχτυλο του ποδιού μας, και όχι σαν να επρόκειτο γι' αυτό το τεράστιο θέμα
…Πιστεύω ότι η εν λόγω απλοποίηση της γλώσσας ξεκίνησε από μία στρεβλή αντίληψη που είχε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ότι έπρεπε τάχα η γλώσσα να απλοποιηθεί εν όψει της εντάξεώς μας στην Ευρώπη. Προκειμένου να μπούμε στην Ευρώπη, ήταν προτιμότερο να μαθαίνουμε Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά, αντί να μαθαίνουμε Αρχαία Ελληνικά. Βεβαίως, ο άνθρωπος είχε και το πλέγμα του επαρχιώτη και πίστευε ότι με την ξένη γλώσσα γινόμαστε περισσότερο Ευρωπαίοι. Το αποτέλεσμα το εισπράττουμε σήμερα.
Σήμερα οι νέοι δεν μπορούν να καταλάβουν λέξεις και εκφράσεις του τρέχοντος λόγου της περασμένης εικοσαετίας. Εάν παρατηρήσετε το επίπεδο γραφής των σημερινών εφημερίδων, σε σύγκριση με το ύφος των εφημερίδων πριν από τριάντα χρόνια, βλέπετε μια τεράστια διαφορά. Ο αμερικανικός γλωσσικός ιμπεριαλισμός εισβάλλει στη γλώσσα μας. Θα μου πείτε «αυτό συνέβαινε πάντοτε», οι γλώσσες αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία. Άλλο πράγμα, όμως, το να συγκοινωνείς (να παίρνεις και να δίνεις), και άλλο το να υφίστασαι ένα γλωσσικό τσουνάμι.
… Το 1992, εκδίδω ένα βιβλίο με τίτλο «Αλεξία: Γλωσσικό Δράμα με Πολλές Πράξεις», μέσω του οποίου ενισχύω εκείνο που είχα εκφράσει δέκα χρόνια πριν, με καινούρια στοιχεία, διότι το κακό είχε πλεονάσει.
Είχε αρχίσει να μπαίνει πλέον και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής στη ζωή μας. Είχα επιλέξει χαρακτηριστικές εκφράσεις που έδειχναν ότι θα αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε κωδικοποιημένες λέξεις, οι οποίες θα καταστήσουν άναρθρο τον αμύητο, διότι δεν θα καταλαβαίνει τίποτα!
Αυτή τη στιγμή, βλέπω την Ελληνική Γλώσσα να γίνεται μια κρεολή γλώσσα τύπου πίτζιν [ΣΗΜ.: είδος γλώσσας που προκύπτει από την ανάγκη επικοινωνίας ανθρώπων που ανήκουν σε διαφορετικές εθνότητες και δεν γνωρίζουν ο ένας τη γλώσσα του άλλου. Περιλαμβάνει στοιχεία διαφόρων γλωσσών, ακόμα και χειρονομίες] και, αν δεν ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα, δεν ξέρω τι θα συμβεί μετά από μία δεκαετία.
Δεν υπάρχει προστασία για την Ελληνική. Παρ’ ότι υπάρχουν νόμοι για την προστασία της, δεν εφαρμόζονται.
Κι έτσι, φθάνουμε σε όλες αυτές τις βαρβαρογραφίες σε επιγραφές καταστημάτων, τις οποίες βλέπουν οι ξένοι και γελούν. Κι έχω παρατηρήσει και κάτι άλλο: οι καλλιεργημένοι ξένοι φωτογραφίζουν τις ελληνικές επιγραφές.
Είναι βέβαιο ότι αυτή η συμπλεγματική συμπεριφορά γυρίζει εναντίον μας. Έχω συνεχείς επαφές με ξένους και, ειλικρινώς, ντρέπονται γι’ αυτό. Όπως μου είπε χαρακτηριστικά ένας ελληνομαθής Ολλανδός: «Εσείς δώσατε τη γραφή, ώστε να διαμορφωθεί η λατινογράμματη».
Η λατινογράμματη γραφή είναι η γραφή των Χαλκιδέων, το Ευβοϊκό Αλφάβητο. Από την άλλη μεριά, μέσω του Κυρίλλου και του Μεθοδίου μεταφέρεται η μεγαλογράμματη γραφή (που χρησιμοποιούσαν τον Μεσαίωνα), στους χώρους της Ανατολής.
Οι μεν Σλάβοι χρησιμοποιούν την Κυριλλική, που προέρχεται από τη μεγαλογράμματη ελληνική γραφή, οι δε Δυτικοευρωπαίοι χρησιμοποιούν το ευβοϊκό αλφάβητο, όπως το διαμόρφωσαν οι Ετρούσκοι και οι Ρωμαίοι. Δηλαδή, εμείς που δώσαμε γραφή και στους Ανατολικούς και στους Δυτικούς, εγκαταλείπουμε τώρα τη δική μας και ακολουθούμε το παράδειγμα του Κεμάλ;
Ο γλωσσικός μας δάσκαλος είναι ο Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος καταργεί την αραβική γραφή και εισάγει μια λατινόμορφη γραφή, για να αποσυνδεθεί από την αραβική και ισλαμική παράδοση. Εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο να αποσυνδεθούμε από τα Αρχαία μας Ελληνικά, διότι είναι ο μεγαλύτερος πνευματικός πλούτος - όχι μόνο για εμάς, αλλά για ολόκληρη την Ανθρωπότητα
... Σήμερα, τα παιδιά κολυμπούν σε μία θάλασσα αγνοίας, αφού στο σχολείο, αλλά και στα ΜΜΕ, τους προσφέρουν πιάτα αμαθείας. Το πιο διαδεδομένο φαγητό στη σημερινή Ελλάδα είναι η αμάθεια. Η νέα γενιά τρέφεται με γλωσσικά πίτουρα όπως οι κότες.
Προ ημερών, συζητούσα με μία κυρία που ήρθε από το Κίεβο, όπου είχε μάθει Αρχαία και Νέα Ελληνικά με τόνους, περισπωμένη και πνεύματα, για να κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στα Νέα Ελληνικά. Η γυναίκα δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί, διότι δεν μπορούσε να καταλάβει πώς είναι δυνατόν να γράφουμε Ελληνικά χωρίς να βάζουμε τόνους και πνεύματα!
Θα μου πείτε ότι όλα αυτά ήταν περιττά στολίδια. Λέμε «μονοτονικό ή πολυτονικό;». Ας είμαστε ειλικρινείς: Πόσους τόνους είχαμε, εκατό; Δύο τόνους είχαμε - την οξεία και την περισπωμένη. Η βαρεία είχε αποσυρθεί από μόνη της. Πόσα πνεύματα είχαμε; Ένα - την ψιλή. Η δασεία είναι σύμφωνο. Είναι δυνατόν οι Γάλλοι να κρατούν το Η (hache), που αντιστοιχεί στη δική μας δασεία, κι εμείς να πετάμε τον δικό μας θησαυρό;
Θα μου πείτε, «Χάλασε ο κόσμος που πετάξαμε τη δασεία;» Βεβαίως! Ακούτε τα παιδιά να λένε «Θα πάμε πενταήμερη». Το παιδί δεν μπορεί να καταλάβει πώς σχηματίζεται η λέξη «πενθήμερη». Όπου να ’ναι, θα αρχίσουμε να ακούμε και άλλα τραγικά: «αντιυπολοχαγός», «απαίμαξη» και ούτω καθ’ εξής...
…Αυτό που προτείνω είναι το εξής: Πρώτον, να εφαρμοστούν οι υπάρχοντες νόμοι. Να καθιερωθεί υποχρεωτικά η ελληνική επιγραφή, όπως το έκανε ο Πούτιν. Επέβαλε ακόμα και στις πολυεθνικές εταιρείες, τύπου Coca Cola, να χρησιμοποιούν πρώτα τη ρωσική γραφή, και ας βάζουν από κάτω τον λογότυπο στον τόπο που έχει διαμορφωθεί στην ξενική για τους Ρώσους γλώσσα. Το ίδιο ισχύει και στη Βουλγαρία.
Πέρυσι βρέθηκα στην Αρμενία και τη Γεωργία - εκεί έχουν μια περίεργη σκωληκοειδή γραφή. Ρώτησα, λοιπόν, εάν μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος έγινε κάποια σκέψη να καθιερωθεί κι εκεί η λατινική γραφή. Στην Αρμενία με κοίταξαν περίεργα, σαν να έλεγα κάτι εντελώς τρελό. Στη Γεωργία μου είπαν ότι, πράγματι, το εισηγήθηκαν μερικοί, αλλά η εισήγηση αυτή είχε χρονική διάρκεια ενός μηνός.
Κανείς δεν παραιτείται από τη γλώσσα του - και παραιτηθήκαμε εμείς, οι Έλληνες! Έχω την εντύπωση ότι η Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε ως πειραματόζωο. Από τη στιγμή που οι Έλληνες, που έχουν τη μεγαλύτερη παράδοση γραφής στον ευρωπαϊκό χώρο (μη σταθούμε στην Αρχαία Κυπριακή ή την Αρχαία Κρητική), θα δεχθούν να εγκαταλείψουν τη γλώσσα τους, τότε θα το δεχθούν και οι άλλοι λαοί.
Και θα το δεχτούμε διότι είναι ψέμα το λεγόμενο «Του Έλληνος ο τράχηλος, ζυγόν δεν υποφέρει». Υποφέρει και παρα-υποφέρει! Δυστυχώς, έχουμε μια πνευματική δουλοφροσύνη. Υπάρχει ξενομανία.
…Το παιδί δεν μπορεί να εκφραστεί με δικά του λόγια Η παπαγαλία έγινε η επίσημη μαθητική γλώσσα και αυτά που μαθαίνουν τα παιδιά παπαγαλία δεν είναι μνημειώδη κείμενα, αλλά κακογραμμένα γονατογραφήματα, όπως τα έχω χαρακτηρίσει. Το παιδί διαβάζει ένα βιβλίο και κατόπιν το αποστηθίζει, ακόμα και στο πανεπιστήμιο.
Τελικά, το ωραιότερο εκπαιδευτικό σύστημα το είχαμε εμείς, λίγο μετά την Κατοχή - τότε που δεν διαθέταμε ούτε γραφική ύλη, ούτε αφθονία βιβλίων. Πηγαίναμε στο σχολείο με μια ψευτοτσάντα, με κάποιο παλιό βιβλίο, αλλά ξέραμε ότι το βάρος του μαθήματος έπεφτε στην παράδοση. Όταν σηκωνόμουν να πω μάθημα, άκουγα τον δάσκαλο να μου λέει: «Πες το με δικά σου λόγια». Αυτό είναι το «άλφα» και το «ωμέγα» της εκπαιδευτικής επιστήμης: το να μπορεί το παιδί να εκφράζεται με δικά του λόγια, διότι έτσι διαμορφώνει δικό του μυαλό.
…Τέλος πάντων, η γνώμη μου είναι ότι θα πρέπει κάποτε να σοβαρευθεί ο πολιτικός κόσμος, να δει τον κίνδυνο που διατρέχει η Ελληνική και να πάρει άμεσα μέτρα προστασίας. Και, μια που είχε έρθει ο Πούτιν πρόσφατα, καλό θα ήταν να τον ρωτούσε κάποιος πώς σώθηκε η Ρωσική Γλώσσα…