16 Φεβρουαρίου 2014

Η αντίθεση κράτους-κοινωνίας και η θέση του πολίτη



Πώς εντάσσεται ένας πολίτης σε μια κοινότητα και ποιά είναι η σχέση του ατόμου με την πολιτική εξουσία;
Γίνονται πολλές συζητήσεις και έρευνες που ασχολούνται με αυτό το ζήτημα, ενώ μια από τις αντιλήψεις που κυριαρχούν είναι αυτή που αντιτάσσει την κοινωνία στο κράτος: υπογραμμίζει την ελευθερία των ατόμων ή των κοινοτήτων, σε αντίθεση με το κράτος που θεωρεί­ται εξουσία εκτός της κοινωνίας, αλλά που επιβάλλεται σε αυτήν. Η ιδιότητα του πολίτη εξαρτάται, στην προκειμένη περίπτωση, από την προσχώρηση σε έναν ορισμένο τρόπο ζωής, σκέψης ή πίστης.
Όσον αφορά τις κυρίαρχες πολιτικοοικονομικές θεωρίες- τον φιλελευθερισμό και τον μαρξισμό - είναι εκ διαμέτρου αντίθετες ή μήπως έχουν και αρκετά κοινά σημεία; 
Το παρακάτω κείμενο του Γάλλου καθηγητή φιλοσοφίας και πολιτικής Patrice Canivez ασχολείται με αυτά τα θέματα.



Η αντίθεση κράτους-κοινωνίας
Η αντίθεση αυτή χρησιμοποιείται γενικά, για να προσδώσει αξία στον αυθορμητισμό, στην ελευθερία ή στα προβλήματα της κοινωνικής ζωής, αναφορικά με την «αλλότρια», διοικητική ή γραφειοκρατική εξουσία του κράτους. Με τον όρο κοινωνία εννοούμε την κοινότητα των ατόμων που συνδέονται μεταξύ τους με τις καθη­μερινές σχέσεις εργασίας και συναλλαγής. Προσδίδουμε λοιπόν αξία στην «ανθρώπινη» πλευρά των σχέσεων εγγύτητας, μέσα στην ίδια πόλη ή στον ίδιο χώρο εργασίας, καθώς και στην αλληλεγγύη των επαγγελμάτων που ασκούν τα άτομα (πωλητής, γιατρός κλπ.), η οποία τα καθιστά όλα αλληλοεξαρτώμενα. Κοινωνία είναι το σύνολο των «οριζόντιων» σχέσεων ατόμων και ομάδων. Η ιδιαίτερη δομή της είναι η οργάνωση της εργασίας της κοινότητας, το δίκτυο των επαγγελμάτων που ασκούνται μέσα σε αυτήν. Όμως το επίθετο «οριζόντιες» είναι παραπλανητικό. Στην πραγματικότητα, τα επαγγέλματα που ασκούνται στην κοινωνία είναι ιεραρχημένα και δεν διαθέτουν όλα τα άτομα τα ίδια πλεονεκτήματα ούτε, κυρίως, την ίδια εξουσία επί της οργάνωσης της παραγωγής, των συναλλαγών και της κατανάλωσης.

Το κράτος νοείται πάντως ως η εξουσία που «άνωθεν» οργανώνει και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μετασχηματίζει την κοινωνία. Με αυτό το δεδομένο ανακύπτουν δύο αντιλήψεις. Η πρώτη συνίσταται στο να εκλάβουμε το κράτος ως μηχανισμό που εξυπηρετεί τις κυρίαρχες κοινωνικές τάξεις. Ο στρατός, η αστυνομία, η δικαιοσύνη, το εκπαιδευτικό σύστημα λειτουργούν, κατά την άποψη αυτή, για την παγίωση και τη διαιώνιση της εξουσίας αυτών των τάξεων, δίνοντας ταυτόχρονα όψη νομιμότητας στην εξουσία τους. Το κράτος, που είναι θεωρητικά ενσάρκωση του δικαίου και υπέρμαχος του γενικού συμφέροντος, αποτελεί στην πραγματικότητα ένα όργανο το οποίο εξυπηρετεί ιδιωτικά συμφέροντα. Τέτοια είναι η αντίληψη που εμπνέεται από τα έργα του Μαρξ. Η δεύτερη αντίληψη συνίσταται στο να βλέπει κανείς το κράτος ως όργανο «ρύθμισης του κοινωνικού στοιχείου». Η κοινωνία είναι καταρχήν ικανή να αυτο-οργανώνεται με τρόπο ικανοποιητικό, χωρίς να παρεμβαίνει ακατάπαυστα μια εξωτερική εξουσία. Η ισορροπία των κοινωνικών σχέσεων θα προέκυπτε αυθόρμητα από την ελεύθερη οικονομία. Το κράτος πρέπει απλώς να ορίζει τους «κανόνες του παιχνιδιού», δηλαδή να εγγυάται, δια της νομοθεσίας, την ιδιοκτησία και τον ανταγωνισμό. Τέτοια είναι η αντίληψη του φιλελευθερισμού.
Οι δύο αυτές αντιλήψεις, που ενέπνευσαν αντιτιθέμενους πολιτικούς σχεδιασμούς, έχουν ωστόσο ορισμένα σημαντικά κοινά σημεία. Το κράτος είναι, και στις δύο περιπτώσεις, μια «μηχανή» —όργανο, μηχανισμός— που επεμβαίνει έξωθεν στο αυθόρμητο παιχνίδι των κοινωνικών σχέσεων. Και στις δύο περιπτώσεις, μια απόλυτα ελεύθερη κοινωνία θα ήταν μια κοινωνία χωρίς κράτος. Η κοινωνία είναι κατ’ αρχήν ο χώρος όπου η ελευθερία αυτο-οργανώνεται αυθόρμητα. Αν αυτό δεν συμβαίνει ακόμα, είναι γιατί η κοινωνία είναι διασπασμένη λόγω της πάλης των τάξεων —που πρέπει λοιπόν να ολοκληρωθεί— ή γιατί αστυνομία και στρατός απαιτούνται ακόμη για την υπεράσπιση της κοινωνίας από τους εξωτερικούς κινδύνους και τα αντικοινωνικά άτομα. Όμως, ούτως ή άλλως, υπάρχει η υποψία ότι το κράτος εξυπηρετεί την εκμετάλλευση των μεν από τους δε ή προβάλλει εμπόδια στην παραγωγικότητα και στην επινοητικότητα των ατόμων. Το κράτος είναι ένα κακό, προσωρινό ή αναγκαίο, αλλά πάντως ένα κακό.

Σε δύο σημεία πρέπει τώρα να επιστήσουμε την προσοχή μας. Το πρώτο είναι ότι και οι δύο αυτές θεω­ρίες εξαίρουν τις αξίες που χαρακτηρίζουν κατεξοχήν τη σύγχρονη κοινωνία, δηλαδή εργασία και αποδοτικό­τητα, τεχνολογική και επιστημονική πρόοδος. Γι’ αυ­τόν τον λόγο, η θεμελιώδης υπόσταση που αποδίδουν στο άτομο δεν είναι του πολίτη, αλλά του εργαζόμενου και του παραγωγού, υπόσταση στην οποία προσθέσαμε, εδώ και μερικές δεκαετίες, κι εκείνη του καταναλωτή. Το δεύτερο σημείο είναι ότι η κοινωνία, έτσι προσδιορι­σμένη, υπερβαίνει κατά κανόνα τα «εθνικά» όρια.  Η σύγχρονη τεχνική, ο τρόπος εργασίας, η αύξουσα αλληλεξάρτηση των εθνικών οικονομιών καθιστούν το δίκτυο της παραγωγής και των συναλλαγών παγκό­σμιο. Τώρα όλοι ξέρουν ότι μια αύξηση της τιμής του πετρελαίου θα έχει επιπτώσεις στο σύνολο αυτού του δικτύου, ακόμη κι αν η γλώσσα της οικονομίας είναι ακατανόητη στους κοινούς θνητούς. Αυτό σημαίνει ότι ουσιαστικά δεν θεωρούμε ότι είμαστε πρώτα πολίτες, αλλά εργαζόμενοι και άτομα, ανώνυμα και εναλλακτικά μέλη μιας κοινωνίας που υπερβαίνει τα όρια του έθνους. Και όταν διεκδικούμε για τον εαυτό μας μια ταυτότητα και μια ιδιαιτερότητα, αντιθέτουμε σε αυτήν την κοινω­νία μια κλειστή κοινότητα, είτε αυτή είναι η ιδιωτική κοινότητα της οικογένειας ή των φίλων, είτε ακόμη η κοινότητα από την οποία έλκουμε καταγωγή, έθιμα, κουλτούρα. Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τα τοπικά γλωσσικά ιδιώματα ή τις κατά τόπους κουλ­τούρες, η λατρεία της καταγωγής και η συζήτηση για τις «ρίζες» αποτελούν εύλογα παραδείγματα. Γι’ αυτό, η ιδιότητα του πολίτη φαίνεται να ορίζει ένα πλαίσιο ζωής υπερβολικά ευρύ και ταυτόχρονα υπερβολικά πε­ριορισμένο. Υπερβολικά ευρύ σε σχέση με τη ζωή του ατόμου στην ιδιωτική σφαίρα ή σε σχέση με το ιδανικό μιας κοινότητας συναρμοσμένης γύρω από μερικές αξίες. Yπερβολικά περιορισμένο σε σχέση με την παγκόσμια κοινωνία, που οφείλει το καθημερινό και συνάμα συγκε­κριμένο πρόσωπό της στα ΜΜΕ.
Όταν ορίζουμε το κράτος σε αντίθεση προς την κοινωνία, η έννοια της ιδιότητας του πολίτη τείνει επο­μένως να ευτελίζεται. Αν ο αυθορμητισμός και η δη­μιουργικότητα συνδέονται με την κοινωνία, αν το κρά­τος είναι ένα αναγκαίο κακό, η ιδιότητα του πολίτη είναι μια έννοια περιθωριακή, για να μην πούμε ξεπερα­σμένη. Κατά την άποψη αυτή, δεν δίνει περισσότερη αξία ή αξιοπρέπεια στο άτομο. Απλώς θεσμοποιεί μια εκ των πραγμάτων κατάσταση, που αφορά στο σύνολο σχεδόν των πολιτών: την εκ γενετής κληρονομιά μιας εθνικότητας. Αυτή η εθνικότητα προσδίδει, βέβαια, συγ­κεκριμένα και μη αμελητέα δικαιώματα και καθήκον­τα, όπως το δικαίωμα ψήφου και το καθήκον της εθνι­κής ασφάλειας. Τα δικαιώματα και τα καθήκοντα αυτά όμως δεν αποτελούν τις συνήθεις πρακτικές της καθη­μερινής ζωής: αυτές έχουν σχέση με την εργασία.

Από το βιβλίο του Patrice Canivez "Éduquer le citoyen?" σε μετάφραση Λ.Σκουρολιάκου
GreekBloggers.com