10 Ιανουαρίου 2014

Η χρονιά τnς αλήθειας για την Ελλάδα και την Ευρώπη (του Στ. Λυγερού)

Στο γεγονός ότι το 2014 θα είναι κρίσιμο έτος τόσο για την γενικότερη πορεία της Ελλάδας, όσο και για τη θέση της στον ευρωπαϊκό χώρο, επικεντρώνεται το άρθρο του κ.Σταύρου Λυγερού που αναδημοσιεύω σήμερα. Επίσης, σε αυτό διαφαίνεται η αναβλητικότητα των ξένων παραγόντων για τη λήψη ουσιαστικών αποφάσεων για το θέμα του ελληνικού χρέους, εφόσον, λόγω της υποχώρησης των ποσοστών των δυο συγκυβερνώντων κομμάτων, θεωρούν ότι η κατοχή της (όποιας) εξουσίας τους είναι υπό προθεσμία. 
Ακόμα διατυπώνεται η ανησυχία - που ούτως ή άλλως εκδηλώνεται από πολλές πλευρές τον τελευταίο καιρό - για το μέλλον του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος. Με ευθύνη, φυσικά, της Γερμανίας που με πρόσχημα την κρίση βρήκε την ευκαιρία να προωθήσει για μια ακόμα φορά τις ηγεμονικές της τάσεις, θέτοντας  στο περιθώριο την - καταστατική - ισοτιμία των κρατών που συμμετέχουν στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. 

 

Η χρονιά τnς αλήθειας για  την  Ελλάδα  και  την  Ευρώπη
Πριν αλέκτωρ φωνήσαι, κορυφαίοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι διέψευσαν την πλασμα­τική εικόνα που ο Σαμα­ράς φιλοτέχνησε στο μή­νυμά του για τη νέα χρο­νιά. Η αντίθεση αυτή δεν είναι τυχαία. Με ενέσεις αισιοδοξίας ο πρωθυπουργός προσπαθεί να αγοράσει πολιτικό χρόνο και να φτάσει χωρίς μεγάλες απώλειες μέχρι τις ευρωεκλογές του Μαΐου. Το ευρωιερατείο, όμως, δεν έχει λόγο να συμμεριστεί τις πολιτικές σκοπιμότητες του Έλληνα πρωθυπουργού. Για την ακρίβεια, φροντίζει από τώρα να μετατοπίσει τις ευθύ­νες στην Αθήνα. Δεν είναι τυχαίο ότι επανεμ­φανίστηκαν επικριτικά δημοσιεύματα και ότι επανέρχεται στο προσκήνιο ο παλαιότερος ισχυρισμός-δικαιολσγία ότι «το Μνημόνιο ήταν σωστό, αλλά δεν εφαρμόστηκε όπως έπρεπε». Το περιοδικό Der Spiegel, μάλιστα, έφτασε στο σημείο να χαρακτηρίσει την Ελ­λάδα «κατά φαντασίαν θεραπευμένη».

Μπορεί οι Σαμαράς και Βενιζέλος να ισχυ­ρίζονται το αντίθετο, αλλά στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες δεν έχουν την παραμικρή αμφιβολία ότι η Ελλάδα χρειάζεται νέα δάνεια το 2014 και, βεβαίως νέο Μνημόνιο, το οποίο για επικοινωνιακούς λόγους πιθανόν να ονομαστεί αλλιώς. Χωρίς την αναδιάρ­θρωση του μη βιώσιμου δημόσιου χρέους η χώρα μας δεν μπορεί να καλύψει τις χρημα­τοδοτικές της ανάγκες από τις αγορές. Ακόμα κι αν βρισκόταν κανείς να τη δανείσει, θα τη δάνειζε με τοκογλυφικά επιτόκια της τάξεως του 8%. Είναι ενδεικτικό ότι ο αρμόδιος για Δημοσιονομικά Θέματα Γερμανός σοσιαλ­δημοκράτης Κάρνστεν Σνάιντερ, δήλωσε αυτές τις μέρες ότι λόγω υψηλού χρέους δεν θα αγόραζε ελληνικά ομόλογα.

Το κύριο πρόβλημα του ευρωιερατείου δεν είναι η καταστροφή που έχει προκαλέσει στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Είναι η δυσκολία του να σχεδιάσει τις επόμενες κινή­σεις του λόγω της διαφαινόμενης εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα δημιουργήσει όρους ρευστότητας στη σχέση της Ελλάδας με την Ευρωζώνη. Αυτός είναι ο λόγος που η διαπραγμάτευση για την α­ναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους δεν πρόκειται να γίνει ουσιαστική πριν ξεκαθαρί­σει το εσωτερικό πολιτικό τοπίο.

Για προεκλογικούς λόγους θα γίνει μια πρώτη συζήτηση στο Eurogroup πριν από τις ευρωεκλογές αλλά η συζήτηση θα αρχί­σει μετά. Μέχρι να ληφθεί απόφαση πάντως η ελληνική οικονομία θα σέρνεται. Είναι αξι­οσημείωτο ότι ο επικεφαλής του Ευρωπαϊ­κού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ, δήλωσε ότι τα δάνεια που έχει λάβει η Ελλάδα από τον ESM δεν πρόκειται να αναδιαρθρωθούν. Κατ' αυτόν, το πολύ πολύ να μειωθούν λίγο τα επιτόκια των δανείων που έχει λάβει από τις χώρες-μέλη στο πλαίσιο της πρώτης δανειακής σύμβασης.

Όσο το ελληνικό εκλογικό σώμα μετατοπί­ζεται προς αντιμνημονιακές επιλογές τόσο περιπλέκεται η σχέση της Ελλάδας με την Ευρωζώνη. Για τους παροικούντες την Ιερου­σαλήμ είναι κοινό μυστικό ότι το 2014 θα εί­ναι έτος-καμπή για την πορεία της Ελλάδας και κατ'επέκτασιν για την παραμονή της στο ευρώ. Ο Βενιζέλος φρόντισε να το υπενθυμίζει αυτές τις μέρες. Επειδή, μάλιστα, έχουν μετατρέψει τη χώρα σε πειραματόζωο, οι εγχώριες εξελίξεις αναπόφευκτα θα επηρεά­σουν τις εξελίξεις και στην Ευρώπη.

Η επιβίωση, άλλωστε, του κοινού νομίσμα­τος δεν είναι δεδομένη. Το υπενθύμισε η ίδια η Μέρκελ, ασκώντας εκβιαστικές πιέσεις για να επιταχύνει τη διαδικασία μετατροπής της ΕΕ σε «γερμανική Ευρώπη». Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές πρωτεύου­σες θα αποδεχτούν τις απαιτήσεις του Βερο­λίνου ή, αντιθέτως θα αντισταθούν. Από την απάντηση που στην πράξη θα δοθεί σ' αυτό το ερώτημα θα εξαρτηθεί όχι μόνο η τροπή που θα πάρει η κρίση του ευρώ, αλλά και το μέλλον του ενοποιηπκού εγχειρήματος.

Η ΕΕ οικοδομήθηκε στη βάση της ισοτιμίας κάθε εθνικού κράτους-μέλους ανεξαρτήτως του μεγέθους και της ισχύος του. Αυτή η αρχή ήταν, άλλωστε, που την κατέστησε ελκυστική. Είναι αληθές ότι ο γαλλογερμανικός άξονας λειτουργούσε παραδοσιακά σαν ατμομηχα­νή, αλλά οι Σύνοδοι Κορυφής ήταν πάντα πε­δία σκληρής αλλά εποικοδομητικής διαπραγ­μάτευσης. Προφανώς η Γερμανία δεν μετρού­σε το ίδιο με τη Μάλτα αλλά υπήρχε χώρος για τα συμφέροντα ακόμα και του πιο μικρού εταίρου. Κι αυτό ακριβώς ήταν που στο πολι­τικό επίπεδο ενίσχυε το συνεκτικό δεσμό.

Καταλύτης για να εκδηλωθούν οι υφέρπουσες ηγεμονιστικές τάσεις του Βερολίνου ήταν αναμφίβολα η κρίση. Η σημερινή Ευρώπη είναι πολύ διαφορετική από αυτό που ήταν πριν από το 2008. Η αρχή της ισοτιμίας είναι παρελθόν. Για την ακρίβεια έχει καταντήσει άδειο κέλυφος. Από την «ευρωπαϊκή Γερμα­νία» έχουμε διολισθήσει στη «γερμανική Ευ­ρώπη». Με άλλα λόγια, σήμερα η Ευρώπη έχει αποκτήσει αφεντικό και οι χώρες-μέλη έχουν ιεραρχηθεί. Κι αυτό έχει καταστεί δυνατόν επειδή η πολιτική της Μέρκελ συμπλέει και εξυπηρετεί τα συμφέροντα της ευρωπαϊκής ολιγαρχίας του χρήματος.
 
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στα ΕΠΙΚΑΙΡΑ της 9/1/2014
GreekBloggers.com