14 Οκτωβρίου 2024

Συζήτηση για τα γηρατειά (από την Πολιτεία του Πλάτωνα)

    Σε κάποιο σημείο στην Πολιτεία, ο Πλάτωνας παραθέτει μια συζήτηση ανάμεσα στον Σωκράτη και στον Κέφαλο, πατέρα του Πολέμαρχου, στο σπίτι του οποίου βρίσκονται, με θέμα τα γηρατειά. Είναι από εκείνα τα σημεία που αξίζουν προσοχής, αλλά συνήθως παραμελούνται σε πολλούς από τους διαλόγους του Πλάτωνα, εφόσον δεν είναι το βασικό θέμα τους.
    Για να γίνει πιο προσιτό αυτό το απόσπασμα, προσπάθησα να κάνω μια μετάφραση με φρασεολογία όσο πιο κοντινή μπορούσα σε εκφράσεις που χρησιμοποιούμε σήμερα, με σεβασμό πάντα στο πρωτότυπο.

 - Και να δεις, είπα εγώ, Κέφαλε, αισθάνομαι μεγάλη χαρά να συνδιαλέγομαι με τους πολύ ηλικιωμένους, διότι μου φαίνεται ότι χρειάζεται να ζητάω από αυτούς διάφορες πληρο­φορίες, αφού έχουν ήδη διατρέξει ένα δρόμο, τον όποιον ίσως γίνει ανάγκη να βαδίσουμε και μείς, ο οποίος τί να είναι τάχα, τραχύς και δύσκολος, ή εύκολος και ευκολοδιάβατος. Κι έτσι τώρα θα μου έκανες μεγάλη ευχαρίστηση να μου μάθεις, αφού άλλωστε βρίσκεσαι σ’αυτό το σημείο της ηλικίας, το οποίον οι ποιητές ονομάζουν κατώφλι του γήρατος, αν είναι δύσκολο αυτό το στάδιο της ζωής—ή πώς θα το έλεγες εσύ;

- Εγώ θα σου πω την πάσαν αλήθεια, Σωκράτη, δηλαδή πώς μου φαίνεται αυτό που ρωτάς. Επειδή πολλές φορές τυχαίνει και μαζευόμαστε μερικοί που έχουμε την ίδια ηλικία, εφαρμόζοντας την παλαιά παροιμία (όμοιος τον όμοιον). Οι περισσότεροι λοιπόν από μας δεν κάνουν τίποτε άλλο, παρά να θρηνολογούν, καθώς θυμούνται και ποθούν τις ηδονές της νιότης τους, και τις σχετικές με τον έρωτα και τα συμπόσια, τα γλέντια και τα άλλα τα σχετικά και αγανακτούν, λες και έχουν στερηθεί μεγάλα και σπουδαία πράγματα και σαν να ήταν τότε αληθινά ευτυχισμένη η ζωή τους, ενώ τώρα ούτε ζωή δεν αξίζει να την ονομάζει κανείς. Μερικοί δε οδύρονται και για τους προπηλακισμούς που υφίσταται το γήρας εκ μέρους των οικείων τους, και εκτός απ’ όλα αυτά ψάλλουν τον εξάψαλμο στο γήρας, θεωρώντας το υπαίτιο για όλα αυτά τα άσχημα.

Εμένα όμως μου φαίνεται, Σωκράτη, ότι δεν είναι αυτή η αληθινή αιτία που το κατηγορούν, διότι αν πράγματι αυτή ήταν η αιτία, τότε θα υπήρχαν τα ίδια κακά αποτελέσματα και για μένα και για όλους τους άλλους που έφθασαν σ’αυτήν την ηλικία. Και όμως έχω συναντήσει ως τώρα ανθρώπους που σκέφτονται διαφορετικά, και ανάμεσά τους τον ποιητή τον Σοφοκλή. Ήμουν παρών μια φορά που τον ρώτησε κάποιος, εάν ήταν ακόμη ικανός να απολαμβάνει τις ερωτικές ηδονές· και εκείνος του απάντησε : «Δάγκωσε τη γλώσσα σου, άνθρωπέ μου! με την μεγαλύτερη ευχαρίστηση γλύτωσα από αυτό το πράγμα, ως να απελευθερώθηκα από τύραννο λυσσασμένο και άγριο».

Και τότε λοιπόν έκρινα ότι είχε δίκιο να μιλάει κατ’ αυτόν τον τρόπον, και τώρα στην ηλικία που είμαι δεν άλλαξα γνώμη, διότι πράγματι με τα γηρατειά επέρχεται τέλεια ειρήνη και απελευθέρωση από όλα αυτά τουλάχιστον, καθώς οι επιθυμίες χάνουν την έντασή τους και χαλαρώνουν, πράγματι, όπως το είπε και ο Σοφοκλής, είναι σαν να απαλλασσόμαστε από ένα πλήθος μανιασμένων τυράννων. Aλλά και από όλους αυτούς τους προπηλακισμούς για τους οποίους παραπονούνται οι γέροντες, αφορμή δεν είναι τα γηρατειά, αλλά ο χαρακτήρας των ανθρώπων. Αν έχουν μετρημένο και εύκολο χαρακτήρα, δεν τους είναι και τα γηρατειά πάρα πολύ ανυπόφορα, ενώ για άλλους, και τα γηρατειά και τα νιάτα είναι πράγματα το ίδιο δύσκολα.

- Έμεινα καταμαγεμένος από τα λόγια αυτά του γέρου, και για να τον τσιγκλήσω να εξακολουθήσει ακόμη, του είπα : Εγώ, Κέφαλε, πιστεύω ότι οι περισσότεροι, όταν σε ακούνε να μιλάς με αυτόν τον τρόπο, δεν παραδέχονται τα επιχειρήματά σου, και θεωρούν ότι, αν υπομένεις με τόση ευκολία τα γηρατειά, αυτό οφείλεται όχι τόσο στον χαρακτήρα, αλλά στην μεγάλη περιουσία που έχεις, διότι ο πλούτος, ισχυρίζονται, είναι πολύ ανακουφιστικός.

- Πράγματι, μου απάντησε, δεν το παραδέχονται. Και έχουν μεν κάποιο δίκιο στις αντιρρήσεις τους, όχι όμως και όσο φαντάζονται. Εδώ εφαρμόζεται ο λόγος του Θεμιστοκλή, που είπε σε εκείνον τον πολίτη από τη Σέριφο, ο όποιος τον πείραζε και του έλεγε, ότι τη δόξα του την χρωστάει όχι στην αξία του, αλλά στην πατρίδα που είχε. «Και ίσως, αποκρίθηκε ο Θεμιστοκλής, ούτε εγώ να γινόμουν ονομαστός αν ήμουν Σερίφιος, αλλά ούτε και σύ αν ήσουν Αθηναίος». Τον ίδιον λοιπόν λόγο θα μπορούσε να πει κανείς και στους μη πλουσίους ανθρώπους, οι οποίοι με δυσκολία υποφέρουν τα γηρατειά, ότι δηλαδή, αν η φτώχεια δεν μπορεί να καταστήσει πολύ υποφερτά τα γηρατειά σε έναν άνθρωπο μετρημένο και φρόνιμο, ούτε όμως πάλι ένας άνθρωπος που δεν θα ήταν τέτοιος, όσα πλούτη και να αποκτούσε, δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει για τον εαυτό του υποφερτά γηρατειά.

GreekBloggers.com