4 Ιουλίου 2013

Πολιτιστικός εκβαρβαρισμός και η επίθεση κατά της γλώσσας

Καταπιεσμένοι από τα οικονομικά και πολιτικά προβλήματά μας, παραβλέπουμε άλλα θέματα που παίζουν βασικό ρόλο, προκειμένου να επιβιώσουμε ως έθνος.
Πρωταρχικής σημασίας είναι φυσικά η ελληνική γλώσσα. Αυτή η τόσο περιεκτική γλώσσα που υπήρξε θεμελιακό συστατικό στην οικοδόμηση του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού, που αποτελεί σημαντικό τμήμα όλων των γλωσσών που ομιλούνται στο δυτικό κόσμο και που είναι σεβαστή από τους εκπροσώπους του πνευματικού κόσμου σε ανατολή και δύση και που μόνο ένας λαός δεν της δίνει τη σημασία που της αξίζει. Ξέρετε ποιός!
Στο σημαντικό άρθρο που παραθέτω στη συνέχεια, ο καθηγητής κ.Βασ.Φίλιας αναλύει και μας θυμίζει αυτό το παραμελημένο συστατικό της ύπαρξής μας.

Πολιτιστικός εκβαρβαρισμός και η επίθεση κατά της γλώσσας
του καθηγητή Βασίλη Φίλια *
Η βαθύτατη οικονομική κρίση που διανύει η χώρα έχει ως «παράπλευρη» απώλεια οδηγήσει στην τοποθέτηση του πολιτισμού και της γλώσσας σε δεύτερη μοίρα από πλευράς «προτεραιοτήτων».
Ωστόσο, με τον τρόπο αυτόν παραβλέπεται ότι υπάρχει μια σχέση συγκοινωνούντων δοχείων μεταξύ οικονομικής κρίσης και πολιτιστικής παρακμής.
Η αμάθεια και η αγραμματοσύνη των πολιτικών ηγεσιών, που είναι συνέπεια της πολιτιστικής παρακμής, άνοιξε διά­πλατα την πύλη του Ρωμανού, από την οποία εισέδυσε το διε­θνές χρηματοπιστωτικό και τοκογλυφικό κεφάλαιο που λεη­λατεί τη χώρα και αποσυνθέτει συστηματικά τον κοινωνικό ιστό του λαού μας.
Αμαθείς και αγοραίοι χρεωκόποι κυβέρνησαν αυτή τη χώρα τα τελευταία σαράντα χρόνια και ευθύνονται στο ακέραιο για την εμφάνιση πρωτοφανών μορφών παθογένειας της ελληνι­κής κοινωνίας. Μορφών παθογένειας, που Θα ήταν αδύνατο να πάρουν την έκταση που πήραν, αν είχαν λειτουργήσει ανα­χώματα όπως ο πολιτισμός, η παράδοση, η γλώσσα, η συνεί­δηση εθνικής ταυτότητας και συμφέροντος. Το ότι δεν λειτούρ­γησαν οφείλεται στην ανεπάρκεια της άλλης μεγάλης κατηγο­ρίας ηγεσιών - των καλούμενων πνευματικών και των Μ.Μ.Ε.
Μια γενικευμένη αντίληψη ασυδοσίας και επιτρεπτικότητας, που καλλιέργησαν αυτές οι ηγεσίες προλείανε το πεδίο για τη σχετικοποίηση της έννοιας της διαφθοράς στην αντίληψη του μέσου ανθρώπου, δηλαδή σε τελευταία ανάλυση υπονόμευσε το ηθικό ανοσοποιητικό του σύστημα.
Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η απαξίωση της Ιστορίας. Ανιστόρητοι «ιστορικοί» επιδόθηκαν συστηματικά στην αποδόμηση της ελληνικής Ιστορίας, ιδιαίτερα της νεότε­ρης, από την επανάσταση του 1821 μέχρι σήμερα. Άλλοι του λεγάμενου «κοσμοπολίτικου» κυκλώματος έκαναν ό,τι μπο­ρούσαν για να «αποδείξουν» ότι Βλάχοι, Αρβανίτες, Πομάκοι και Σαρακατσάνοι δεν είναι 'Ελληνες, αλλά ιδιαίτερες «εθνότη­τες», ενώ μία τρίτη κατηγορία, οι Δυτικοφρενείς, διακήρυξαν ότι δεν υπάρχει ελληνική ετερότητα, αλλά ότι ο σημερινός ελ­ληνικός λαός είναι ένα ακαθόριστο υποπροϊόν της Δυτικής κουλτούρας.
Ακριβώς γι' αυτό στη μεταδικτατορική Ελλάδα λειτούργησε η αποτελεσματικότερη ίσως παγκοσμιοποιητική πέμπτη φά­λαγγα, που ενστερνίζεται τα «ιδεώδη» της παγκοσμιοποίησης: υπέρβαση της έννοιας του έθνους, πολιτισμική ισοπέδωση, γλωσσική εξομοίωση κ.ο.κ., ώστε να διευκολυνθεί η παγκυριαρχία του ζωογόνου και δυναμικά αναπτυξιακού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου (το κατά πόσον είναι ζωογόνο και δυ­ναμικά αναπτυξιακό «αποδεικνύει» η σημερινή ευρωπαϊκή κρίση και η υφέρπουσα παγκόσμια κρίση!)

Σαφώς το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά αφορά στην όλη διάρθρωση και λειτουργία του σύγχρονου κόσμου. Πρόκειται για μια θεμελιακή κρίση του αστικού πολιτισμού γε­νικότερα. Κρίση τέτοιας κλίμακας, ώστε να μπορεί κανείς ανε­πιφύλακτα να μιλήσει για μια διαδικασία «εσωτερικού εκβαρβαρισμού» (Άρνολντ Τόυνμπι) γιγάντιων διαστάσεων. Όμως υπάρχουν διαφορές τόσο ως προς την έκταση και την ένταση του φαινομένου, όσο και -κυρίως- ως προς τις αντιστάσεις απέναντι του.
Στην Ελλάδα οι αντιστάσεις αυτές είναι πολύ περιορισμένες σε σύγκριση με τις περισσότερες από τις άλλες χώρες, όπου υπάρχουν πυρήνες και εστίες που αντιστρατεύονται σθεναρά αυτήν την εξέλιξη. Οι αντιστάσεις αυτές εκπορεύονται από τους ηγετικούς εκείνους κύκλους που δεν έχουν υποστεί διά­βρωση, δεν έχουν υποταγεί και δεν θεωρούν το φαινόμενο μη αναστρέψιμο.
Κρίσιμη διαφορά με την Ελλάδα όπου, με σποραδικές εξαι­ρέσεις, το σύνολο των ηγεσιών κινείται και λειτουργεί μέσα στο κλίμα αυτής της παρακμιακής λογικής. Με παράδειγμα τον πολιτισμό και τη γλώσσα, είναι εύκολο να καταδειχθεί αυτό το δεδομένο, του οποίου οι μελλοντικές προεκτάσεις μπορεί να είναι πολύ πιο ολέθριες από την οικονομική κρίση που δια­νύουμε.
Ο Λένιν ήξερε πολύ καλά τι έλεγε όταν επισήμαινε: «θέλεις να εξαφανίσεις ένα λαό; Κατάστρεψέ του τη γλώσσα». Γιατί η γλώσσα: Διότι χωρίς γλώσσα όχι απλά δεν νοείται, αλλά είναι αδύνατος ο πολιτισμός, ενώ αντίθετα υπήρξαν πολιτισμοί χω­ρίς γραφή, ούτε ένα όμως χωρίς αρθρωμένη και επεξεργασμέ­νη γλώσσα.


Η ελληνική γλώσσα είναι η γλώσσα των γλωσσών, κοιτίδα και λίκνο του αξεπέραστου και μεγαλύτερου πολιτισμού, τουλάχιστον στο Δυτικό ημισφαίριο.
Τα στοιχεία υπεροχής της ελληνικής γλώσσας συνίστανται:
•    Πρώτον, στο ότι συλλαμβάνει με κάθε λέξη ένα κεντρικό νόη­μα, μια κατηγορία «γένους», που άλλες και αρχαιότερες ακόμα γλώσσες, όπως π.χ. η σανσκριτική δεν μπόρεσαν να συλλάβουν.
•    Δεύτερον, στο ότι συνέθεσε λέξεις για τη διατύπωση αφηρημένων εννοιών - προϋπόθεση για την «υπερβατική» σύλληψη της πραγματικότητας, χωρίς την οποία δεν είναι δυνατή η ανά­πτυξη του διαλογισμού.
•    Τρίτον, στο ότι απλούστευσε τη γραμματική και συντακτική εκφορά του λόγου με τρόπο ώστε η γλώσσα να γίνει κτήμα όλων των ανθρώπων και όχι μιας περιορισμένης «ελίτ», όπως συνέβαινε ακόμα και στην Κίνα.
•    Τέταρτον, στο ότι, με βάση το ελληνικό γλωσσικό υπόβαθρο, διαμορφώθηκαν όλες ανεξαίρετα οι γλώσσες του Δυτικού ημισφαιρίου, από τη Λατινική έως την Αγγλική, και ενοποιήθη­καν σε ενιαίες γλώσσες μέσα από μία ποικιλομορφία διαλέ­κτων.
•    Πέμπτον, στο ότι η ελληνική γλώσσα διατήρησε την ενότητά της από τον Όμηρο μέχρι σήμερα ανεξαρτήτως των όποιων με­τεξελίξεων, οι οποίες ουδέποτε διέσπασαν την εσωτερική συ­νοχή της - κάτι που εντελώς αστήρικτα και ανεπιστημονικά θέ­λουν να αμφισβητούν ορισμένοι Έλληνες «νεωτεριστές»,
•    Έκτον, στο ότι η ελληνική γλώσσα όχι μόνο επέζησε μέσα και κάτω από τις όποιες πολιτικο-εξουσιαστικές συνθήκες, αλλά ήταν η lingua franca, η κοινή γλώσσα συνεννόησης των πο­λυεθνικών κρατών τύπου Ρωμαϊκής ή Οθωμανικής Αυτοκρα­τορίας.
• Έβδομον, στο ότι ουδέποτε στην ελληνική γλώσσα σημειώθηκε τέτοιας κλίμακας διάσταση -όπως π.χ. στη Λατινική- μεταξύ της καθομιλουμένης και της λόγιας γλώσσας, ώστε να υπάρχει αδυναμία συνεννόησης. Η γλώσσα των Ευαγγελίων και οι εκα­τοντάδες των ομηρικών λέξεων που περισώζονται μέχρι σήμερα στην καθομιλουμένη το αποδεικνύουν.
Ωστόσο, τα δεδομένα αυτά δεν θωρακίζουν σήμερα τη γλώσ­σα μας, που αναμφισβήτητα δέχεται μια πρωτοφανή επί­θεση. Μια επίθεση που δεν εκπορεύεται απλά από την ισοπεδωτική παγκοσμιοποίηση και την τεχνοκρατική κοσμοπολίτικη λογική, αλλά και από μια γενικευμένη μειοδοτική αντίληψη που έγινε κυρίαρχη στη χώρα μας.
Ο «εθνικός» αυτός μειοδοτισμός είναι απόρροια μιας καθολικής πολιτιστικής κατάπτωσης, εξοβελισμού θεμελιακών α­ξιών και υποβάθμισης κάθε μορφής πνευματικής ζωής.
Οι ευθύνες είναι τεράστιες:
•     Ευθύνη του κράτους και ιδιαίτερα των υπουργείων Παιδείας και Πολιτισμού. Σε καμιά άλλη χώρα δεν έγιναν τόσες πολλές και αντιφατικές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση που κατέ­ληξαν στο «σημείο μηδέν».
Σε καμιά άλλη χώρα δεν υπήρξε ένα «Παιδαγωγικό Ινστι­τούτο» τόσο αναποτελεσματικό και ανίκανο. Αρκεί να σημειωθεί ότι στον βασικό τομέα ευθύνης του, που είναι η ποιότητα των διδακτικών βιβλίων, το σύνολο σχεδόν των βιβλίων του Γυ­μνασίου και των βιβλίων του Λυκείου είναι απαράδεκτα (κατ’ επιεική διατύπωση).
Στη χώρα αυτή η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών, που είναι προϋπόθεση για την κατανόηση της Νέας Ελληνικής μπορεί να χαρακτηριστεί ως υποτυπώδης, παρά τη δειλή επανεισαγωγή της διδασκαλίας τους, επί υπουργείας Γιαννάκου.
Κι αυτό, όταν στην Αγγλία διδάσκονται Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά ακόμα και στο Δημοτικό, στην Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ουκρανία, τη Ρωσία, την Κίνα, την Ιαπωνία υπάρχουν από δεκάδες έως εκατοντάδες κλασικά Λύκεια (όταν στην Ελλάδα υπάρχει μόνο ένα!).
Κι αυτό, όταν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, Ασίας και Αμερικής υπάρχουν άριστες γραμματικές της Αρχαίας και της Νέας Ελληνικής, όταν στην Ελλάδα οι γραμματικές που «προσφέρονται» στα σχολεία είναι θλιβερές, παρά το γεγονός ότι στο παρελθόν είχε υπάρξει η γραμματική του Τζαρτζάνου, που έμαθε σωστά Ελληνικά σε γενεές γενεών ελληνοπαίδων.
•     Ευθύνες των Μ.Μ.Ε και όχι μόνο των ηλεκτρονικών, που έχουν όχι απλά εκχυδαΐσει, αλλά κυριολεκτικά «σκουπιδοποιήσει» την ελληνική γλώσσα.
•     Η παραμικρή σύγκριση με τις εφημερίδες της δεκαετίας του '30, του ’40, του ’50, ακόμα και της δεκαετίας του '70, αποδεικνύει του λόγου το αληθές.
Σήμερα πλέον δεν πρόκειται για απλά λάθη και αβλεψίες, αλλά για μια γλώσσα «επικοινωνίας» χαμηλότατου νοηματικού επιπέδου, όπου εκατοντάδες ξένες πεζοδρομιακές -όχι μόνο τεχνοκρατικές- λέξεις διαβρώνουν όλο και περισσότερο τον ελ­ληνικό γλωσσικό ιστό.
•     Ευθύνες των διαφόρων ψωραλέων, «προοδευτικών» αυτοεπικαλούμενων διανοούμενων, που στηρίζουν το πνευματικό τους μεγαλείο στη χρησιμοποίηση μιας ακαταλαβίστικης γλώσσας, ενός μίγματος νεολογισμών και «βαθέων νοημάτων» (γράφε ασυναρτησιών).
•     Ευθύνες των μεγάλων «ανανεωτών» και «μεταρρυθμιστών» της γλώσσας, από τον Ράλλη και τον Βερυβάκη μέχρι τη Διαμαντοπούλου, που υπονόμευσαν τη λογική της ελληνικής γλώσσας.
•     Η εισαγωγή του μονοτονικού, η κατάργηση των διφθόγγων, του τελικού -ν και -ς, η προσπάθεια επιβολής του λατινικού τρόπου γραφής ή, τουλάχιστον, υποκατάσταση του γκ από το λατινικό g ή του μπ από το λατινικό b κ.ο.κ. αποτελούν ορό­σημα στην υπονομευτική αυτή διαδρομή.
Κι αυτό όταν π.χ. στη σημερινή Ρωσία θεωρείται αδίκημα και επιφέρει ποινές πολυετούς φυλάκισης κάθε προσπάθεια αλλαγής ή παρέμβασης στο κυριλικό αλφάβητο και τον κυριλικό τρόπο γραφής.
•     Ευθύνες που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «γενικής κυ­βερνητικής κατεύθυνσης» ιδιαίτερα των μίσθαρνων μνημονιακών κυβερνήσεων, οι οποίες παραμέλησαν οτιδήποτε ποιοτικό, με στόχο την αποβλάκωση του ελληνικού λαού,
Κατεύθυνσις, η οποία και ολοκληρώθηκε με τη βίαια και αντισυνταγματική διαγραφή της ΕΡΤ από τον χάρτη.
Με τον τρόπο αυτό και επιβλήθηκε, όχι απλά με την ανοχή, αλλά τις ευλογίες και την υποστήριξη του κράτους, η βασιλεία της «ειδησεογραφίας» της κλειδαρότρυπας, των ηλίθιων χαριεντισμών, του σεξισμού, της επίδειξης μηρών και γλουτών, και γενικά της ευτελέστατης προσφοράς θεάματος.
•     Ευθύνες της Ακαδημίας Αθηνών, η οποία παρά τις -ευτυχώς αρκετές- εξαιρέσεις ως το υπέρτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας και παρά την εκ του ιδρυτικού καταστατικού της υπο­χρέωση, άφησε απροστάτευτη τη γλώσσα, δεν παρενέβη ούτε έγκαιρα ούτε ουσιαστικά σε θέματα πολιτισμού και δεν χρησι­μοποίησε ποτέ ως ενιαίο σώμα το κύρος της για να ανακοπεί η πορεία γλωσσικού και πολιτιστικού εκβαρβαρισμού, στην οποία κατολίσθησε ραγδαία η χώρα μας.
Αρκεί και μόνο να σημειωθεί, σε επίρρωση των γραφομένων, ότι η «Ελληνική Γλωσσική Κληρονομιά», της οποίας έχω την τιμή να είμαι πρόεδρος του Δ.Σ., έδωσε μάχη χαρακωμάτων για την οργάνωση μιας διημερίδας με Έλληνες και ξένους γλωσ­σολόγους ανώτατου επιπέδου στις 8-10 Απριλίου, για να της παραχωρηθεί μια αίθουσα στην Ακαδημία, όπου και ακού­στηκε κατά κόρον από τους πολέμιους το επιχείρημα ότι τέ­τοιου είδους εκδηλώσεις «βρίσκονται εκτός των στόχων του ιδρύματος»!
•     Ευθύνες του Προέδρου της Δημοκρατίας, που δεν ανάγονται μόνο στο πολιτικό επίπεδο όπου είναι κολοσσιαίες, διότι αφή­νει να κυβερνάται η χώρα από τους μνημονιακούς μειοδότες με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, που συνιστούν ριζική πα­ραβίαση του Συντάγματος, όμως βρίσκονται εκτός του αντικει­μένου του παρόντος άρθρου, αλλά είναι και πολιτιστικές. Πολιτιστικές, διότι η όλη πολιτιστική παρουσία του εξαντλείται στην «υπό την αιγίδα» του(;) τέλεση εκδηλώσεων, ενώ η παρουσία του σε όλα τα κρίσιμα πολιτιστικά και εκπαιδευτικά μέτωπα είναι κυριολεκτικά ανύπαρκτη, παρά το γεγονός ότι υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος της «Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομιάς».
•     Ευθύνες μεγάλου αριθμού Ελλήνων γονέων που, διαποτισμένοι από τη «φιλοσοφία του ετοιματζίδικου» και της αρπαχτής, καλλιέργησαν τη νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας στα παιδιά τους και την αντίληψη ότι οτιδήποτε δεν είναι άμεσα προσοδοφόρο και δεν δραχμοποιείται είναι περιττό.
Με τον τρόπο αυτό λησμονήθηκε ότι το ιδεώδες μιας σωστής παιδείας με κύριο όργανο την εκμάθηση της γλώσσας είναι η ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας του ατόμου και, έτσι, γεν­νήθηκε το είδος εκείνο του ανθρώπου που είναι ανίκανο να διαλογίζεται.
Στο ίδιο αυτό πλαίσιο κινήθηκαν και όλοι εκείνοι οι κατ’ επί­φαση «εκπαιδευτικοί» όλων των επιπέδων, που μεταδίδουν «γνώσεις» χωρίς ειρμό και νόημα, αξιοποιήσιμες υποτίθεται στην αγορά εργασίας...
Δεν είναι απαραίτητο όλες αυτές οι αρνητικές συγκλίνουσες να είναι συντονισμένες μεταξύ τους, ούτε να λειτουργούν στη βάση κοινού προδιαγεγραμμένου σχεδίου, όπως π.χ. συνέβαινε με τους χιτλερικούς, που συστηματικά αποδόμησαν όλα τα θετικά στοιχεία του γερμανικού πολιτισμού και είχαν ακριβώς γι’ αυτό αναγάγει σε κατευθυντήριο γνώμονα τη φο­βερή φράση «όταν ακούω τη λέξηκουλτούρααπασφαλίζω το πιστόλι».
Στη σημερινή Ελλάδα, ωστόσο, υπάρχει ένας κοινός παρο­νομαστής: η υποτίμηση, αν όχι η περιφρόνηση, της γλώσσας, της παράδοσης, του πολιτισμού του ελληνικού λαού, σε συν­δυασμό με την υπολανθάνουσα φασιστοειδή αντίληψη ότι ο λαός αυτός είναι «διαχειρίσιμος» και μπορεί άνετα να ετεροκατευθύνεται. Η γλωσσική πενία (έχει υπολογιστεί ότι οι νέοι άνθρωποι χρησιμοποιούν 850-1000 λέξεις!) και ο πολιτικός εκφυλισμός αποδεικνύουν ότι ο κίνδυνος είναι παρών και συ­νεχώς γίνεται μεγαλύτερος.
Οι αντιδράσεις πρέπει να είναι άμεσες και συγκεκριμένες, και βεβαίως να ξεκινήσουν από τη ριζική αναδιάρθρωση της Παιδείας.
Σε πρόσφατη επίσκεψη του προεδρείου της «Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομιάς» στο Υπουργείο Παιδείας, διαπιστώ­σαμε ότι ο νυν υπουργός Παιδείας, κ. Αρβανιτόπουλος, δια­κατέχεται από τις ίδιες βαθύτατες ανησυχίες και έχει πεισθεί για την αναγκαιότητα της λήψης άμεσων μέτρων, τα οποία συ­νοψίζονται στα εξής:
- Πρώτον, αναβάθμιση και αναδιοργάνωση της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, που αποτελεί και τη βάση όλου του οικοδομή­ματος της Παιδείας,
- Δεύτερον, ανασύσταση και πλήρης αναδιάρθρωση του Παι­δαγωγικού Ινστιτούτου,
- Τρίτον, αντικατάσταση όλων των ακατάλληλων και ανεπαρ­κών διδακτικών βιβλίων στην Πρωτοβάθμια και τη Δευτερο­βάθμια Εκπαίδευση,
- Τέταρτον, διεύρυνση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνι­κών με επιλεγμένα κείμενα στο πρωτότυπο στα Γυμνάσια και Λύκεια όλων των κατευθύνσεων (θετικών και κλασικών),
- Πέμπτον, πολλαπλασιασμός του αριθμού των κλασικών Λυ­κείων,
- Έκτον, αυστηροποίηση των εξετάσεων του ΑΣΕΠ για τους φι­λολόγους ως προς την επαρκή γνώση της Αρχαίας Ελληνικής,
- Έβδομον, οργάνωση μετεκπαιδευτικών σεμιναρίων για τους υπηρετούντες φιλολόγους,
- Όγδοον, εισαγωγή της διδασκαλίας της νεοελληνικής λογο­τεχνίας και ποίησης στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκ­παίδευση,
- Ένατο, έλεγχος όλων ανεξαίρετα των εκπαιδευτικών βιβλίων και βοηθημάτων για τη μη χρησιμοποίηση ξενικών όρων εκεί όπου υπάρχουν αντίστοιχοι ελληνικοί, και
- Δέκατον, υποχρεωτική διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύ­τερης γλώσσας στους αλλόγλωσσους πληθυσμούς (Πομάκους, Ρομά κ.λπ.) και απαγόρευση της διδασκαλίας της Τουρκι­κής.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό NEXUS Ιουλίου 2013
GreekBloggers.com