22 Ιουνίου 2014

Δημοκρατία (του Ζοζέ Σαραμάγκου)

Πριν λίγες μέρες, στις 18 Ιουνίου, έκλεισαν τέσσερα χρόνια από την ημέρα που ο Ζοζέ Σαραμάγκου, ο γνωστός μας πορτογάλος νομπελίστας έφυγε από τη ζωή, έχοντας ζήσει αρκετά για να καταφέρει να κάνει πιο πλούσιο το πνεύμα των ανθρώπων που γνώρισαν τα γραπτά του. Έγραψα "γνωστός μας" επειδή έχω αναδημοσιεύσει και άλλες φορές κείμενά του σε αυτή τη γωνιά. Για σήμερα διάλεξα να αναδημοσιεύσω ένα σύντομο κείμενό του, που είχε αναρτήσει στις 27 Αυγούστου 2009 στο blog που διατηρούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Ένα κείμενο που, αν και αναφέρεται σε μια πτυχή της πορτογαλικής ιστορίας, μπορεί να μιλήσει στην καρδιά και στο δημοκρατικό φρόνημα κάθε πολίτη στον κόσμο που εξακολουθεί να πιστεύει πως, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες πολλών κυβερνήσεων να τη δυσφημίσουν (με τη γερμανική και την ελληνική να πρωτοστατούν), η Δημοκρατία παραμένει το μόνο πολίτευμα, στα πλαίσια του οποίου μπορούν οι πολίτες - αν μη τι άλλο - να ζήσουν κάτω από ανθρώπινες συνθήκες. Και, παίρνοντας έναυσμα από το παρακάτω κείμενο τού νομπελίστα, επεκτείνοντας αυτή τη σκέψη, να αντιληφθούμε ότι οι απλοί πολίτες είναι αυτοί που δίνουν τη ζωή τους για την προάσπισή της και όχι εκείνοι που εκλέγονται στο όνομά της και που κάθε άλλο παρά την τιμούν και την υπηρετούν!


ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
 

Πριν από σχεδόν εκατό χρόνια, στις 5 Οκτωβρίου 1910, μια επανάσταση στην Πορτογαλία ανέτρεψε την παλιά και ετοιμόρροπη μοναρχία για να ανακηρύξει τη δημοκρατία, που, μέσα από σωστά και λάθη, υποσχέσεις και αποτυχίες, περνώντας από βάσανα και ταπεινώσεις, πενήντα σχεδόν χρόνων φασιστικής δικτατορίας, επιβίωσε ως τις μέρες μας. Στη διάρκεια των αντιπαραθέσεων οι νεκροί, στρατιωτικοί και πολίτες, ήταν 76 και οι τραυματίες 364. Στην επανάσταση μιας μικρής χώρας τοποθετημένης στο δυτικό άκρο της Ευρώπης, πάνω στην οποία Ευρώπη είχε καθίσει η σκόνη ενός αιώνα, συνέβη κάτι που η μνήμη μου, μνήμη παλιών αναγνώσεων, συγκρότησε και δεν μπορώ να μην το ανακαλέσω. 


Θανάσιμα τραυματισμένος, ένας πολίτης επαναστάτης ψυχορραγούσε στο δρόμο, δίπλα σε ένα κτήριο του Ρουσίο, της κεντρικής πλατείας της Λισσαβόνας. Ήταν μόνος, ήξερε πως δεν είχε καμία πιθανότητα διάσωσης, κανένα ασθενοφόρο δεν θα τολμούσε να πάει να τον μαζέψει, αφού τα διασταυρούμενα πιστολίδια εμπόδιζαν την έλευση βοήθειας. Τότε ο ταπεινός αυτός άντρας, το όνομα του οποίου, απ’ όσο γνωρίζω, η ιστορία δεν κατέγραψε, με δάχτυλα που έτρεμαν, ξεψυχώντας σχεδόν, χάραξε στον τοίχο, όπως μπορούσε, με το ίδιο του το αίμα, με το αίμα που έτρεχε από τις πληγές του, τις λέξεις αυτές: «Ζήτω η δημοκρατία». Έγραψε δημοκρατία και πέθανε, κι ήταν το ίδιο σαν να είχε γράψει: ελπίδα, μέλλον, ειρήνη. Δεν είχε άλλη κληρονομιά, δεν άφηνε πλούτη στον κόσμο, μονάχα μια λέξη που για κείνον, τη στιγμή εκείνη, σήμαινε ίσως αξιοπρέπεια, αυτό που δεν πουλιέται ούτε αγοράζεται, και που είναι ό,τι ύψιστο στην ανθρώπινη ύπαρξη.
GreekBloggers.com