7 Ιανουαρίου 2013

Ο κ.Σταύρος Λυγερός για τη λίστα Λαγκάρντ

Στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού ΕΠΙΚΑΙΡΑ, ο κ.Σταύρος Λυγερός σχολιάζει το θέμα των ημερών, τα της λίστας Λαγκάρντ δηλαδή, με το γνωστό του σοβαρό και περιεκτικό τρόπο, απέχοντας από τις γνωστές κορώνες, χωρίς όμως να κρύβει και αυτό που όλοι μας σκεφτόμαστε (θεωρώ ότι υποννοείται ήδη από τον τίτλο του άρθρου) : ότι ο Παπακωνσταντίνου δεν είναι ο μόνος ένοχος.
Θα ήθελα να αναφερθώ και σε κάποια φράση του, που προσωπικά θεώρησα χιουμοριστική. Εννοώ το σημείο που αναφέρει ότι μπορεί να υπάρχουν και έντιμοι πολιτικοί. Κάτι που δεν μπορώ να δεχτώ, όταν αφενός ο ένας μετά τον άλλο καλούνται από τη δικαιοσύνη και αφετέρου όσο υπάρχει ο νόμος για τη μη ευθύνη τους, που εμποδίζει τη δικαιοσύνη να ασχοληθεί και με άλλες (πρόσφατες) υποθέσεις που συζητούνται ευρέως, αλλά και άλλες παλαιότερες που κουκουλώθηκαν οριστικά.

Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε και το γνωστό ρητό για τη γυναίκα του Καίσαρα. 



Η ηθική απογύμνωση ενός εκ των "σωτήρων"

H σύγκριση του cd που ξανάστειλαν οι Γάλλοι με το «στικάκι» που είχε παραδώσει στον Βενιζέλο ο Παπακωνστα­ντίνου επιβεβαίωσε αυτό που αρχικά ήταν υπο­ψία: η «λίστα Λαγκάρντ» ήταν «πειραγμένη». Μπορεί ο πρώην υπουργός Οικονομικών να αρνείται την εξόφθαλμη ενοχή του και να ισχυρίζεται ότι είναι θύμα, αλλά τα γεγονότα είναι αμείλικτα.

Αυτό που προσδίδει στη συγκεκριμένη υπό­θεση μείζονα πολιτική σημασία είναι ότι δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με τη βαρύτατη ευθύ­νη ενός κορυφαίου υπουργού. Το ΠΑΣΟΚ και η κυβέρνηση συνασπισμού προσπαθούν να πε­ριορίσουν την υπόθεση στην ευθύνη ενός μόνο ατόμου και προς αυτή την κατεύθυνση θα κινη­θεί η σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής στη Βουλή. Η ευθύνη του Παπακωνσταντίνου είναι προφανής και το γεγονός ότι, σε συνεργασία με τον αρχηγό του, εγκλώβισε την ελληνική οικο­νομία και κοινωνία σ' ένα σπιράλ θανάτου υπο­γραμμίζει τη βαθιά πολιτική ανηθικότητά του.

Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Ο χειρισμός της επίμαχης λίστας αποτυπώνει με χαρακτηριστικό τρόπο αυτό που ήταν -και εν μέρει συνεχίζει να είναι- ο κανόνας στην Ελλάδα. Από την άποψη αυτή, τόσο οι τότε όσο και οι τώρα δηλώσεις των εμπλεκομένων είναι αποκαλυπτικές για τον τρόπο με τον οποίο μια μεγάλη μερίδα των πολι­τικών αντιλαμβάνεται την προστασία του δημο­σίου συμφέροντος.

Ο Παπακωνσταντίνου είχε το προφανές κίνη­τρο να μην στείλει αμέσως τη λίστα στο ΣΔΟΕ. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: Γιατί ο διάδοχός του στο υπουργείο Οικονομικών, Βενιζέλος, δεν απαίτη­σε από το ΣΔΟΕ να ξεκινήσει αμέσως την έρευνα για ενδεχόμενη φοροδιαφυγή; Σύμφωνα με την επίσημη εξήγηση, όταν με καθυστέρηση η λίστα έφτασε στα χέρια του Διώτη, αυτός οχυρώθηκε πίσω από το πρόσχημα ότι η λίστα είναι προϊόν υποκλοπής. Ο Διώτης, όμως, δεν ήταν στο ΣΔΟΕ ως εισαγγελέας για να γνωμοδοτεί, αλλά ως διο­ρισμένος κρατικός αξιωματούχος που όφειλε να εκτελεί τις εντολές του πολιτικού προϊσταμένου του. Προφανώς, λοιπόν, η άρνησή του να αξιοποιήσει τη λίστα είχε τη σύμφωνη γνώμη του Βενιζέλου. Κι αυτό παρότι όταν η λίστα έφτασε στα ελληνικά χέρια είχε ήδη αξιοποιηθεί από δυτικές κυβερνήσεις. Με άλλα λόγια, είχε διαμορφωθεί πολιτικό και νομικό προηγούμενο.

Τώρα ο Βενιζέλος πανηγυρίζει που στην αυθε­ντική λίστα δεν περιλαμβάνεται κανένα δικό του συγγενικό πρόσωπο και επιχειρεί να γίνει τιμη­τής! Ισχυρίζεται με θράσος ότι, εάν δεν είχε στεί­λει ο ίδιος το «στικάκι» στο Μαξίμου, η υπόθεση δεν θα είχε διαλευκανθεί. Ξεχνά ότι το «στικάκι» το έστειλε μόνο όταν ο Στουρνάρας δήλωσε άγνοια για την ύπαρξη της λίστας και προκλήθηκε δημόσιος θόρυβος. Με άλλα λόγια, δεν είχε άλλη επιλογή. Εάν συνέχιζε να σφυρίζει αδιάφο­ρα, θα επιδείνωνε τη θέση του, αφού ήταν θέμα χρόνου να αποκαλυφθεί ότι η λίστα ήταν στα δικά του χέρια. Το καυτό ερώτημα που οφείλει να απαντήσει πειστικά ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ εί­ναι γιατί προτίμησε και αυτός να θάψει τη λίστα.

Ο τρόπος με τον οποίο οι διαδοχικά εμπλεκόμε­νοι χειρίστηκαν την υπόθεση εγείρει τουλάχιστον μείζονος σημασίας πολιτική ευθύνη. Στη δεδομέ­νη φορτισμένη συγκυρία η αποδεδειγμένη από τα γεγονότα απόπειρα των δύο υπουργών Οικονο­μικών να θάψουν τη «λίστα Λαγκάρντ» καταρρά­κωσε τους θεσμούς και διέλυσε την ελάχιστη πια εμπιστοσύνη που οι πολίτες διατηρούσαν προς το πολιτικό σύστημα. Κι όλα αυτά σε μια περίο­δο που η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων εξωθείται στην εξαθλίωση. Το αποτέλεσμα είναι να εδραιωθεί η εντύπωση στην κοινή γνώμη πως η πολιτική είναι μια επωφελής υπόθεση για τους πρωταγωνιστές της. Η ισοπεδωτική αυτή εντύπω­ση αδικεί τους έντιμους πολιτικούς. Από την άλλη, όμως, η γενική εικόνα έχει βάση αλήθειας.

Η κατάρρευση του κλεπτοκρατικού μοντέλου μεγέθυνσης της οικονομίας κατέστησε ανενεργό το ανομολόγητο κοινωνικό συμβόλαιο ανά­μεσα στις άρχουσες ελίτ και στα μικρομεσαία στρώματα. Αυτό συμπαρασύρει στην κατάρ­ρευση και το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα. Σε αυτές τις συνθήκες, το σύνδρομο αλληλεγγύης - συγκάλυψης το οποίο κυριαρχούσε στα κόμματα-φυλές είναι πολυτέλεια. Η κάθαρση, ωστόσο, δεν πρέπει να εκφυλιστεί στο «δώσε αίμα στο λαό». Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται επιλεκτικά ως μέσο εκτόνωσης της κοινής γνώμης. Πρέπει να αποτελεί οργανική διαδικασία εξυγίανσης. Ο χειρισμός της «λίστας Λαγκάρντ» απέδειξε ότι και στις συνθήκες της κρίσης το πολιτικό σύστημα σε μεγάλο βαθμό συνεχίζει να δρα με τον τρόπο που έριξε την Ελλάδα στον γκρεμό.
GreekBloggers.com